Ένα κύμα καύσωνα ιστορικών διαστάσεων θα σαρώσει την Ευρώπη το δεύτερο 15ημερο του Ιουλίου , σύμφωνα με τα μοντέλα πρόγνωσης των μετεωρολόγων.
Τα θερμόμετρα αναμένεται να σκαρφαλώσουν πολύ πάνω από τους 40 βαθμούς Κελσίου , ακόμη και στην κεντρική Ευρώπη, αν και οι ειδικοί δεν είναι σε θέση να πουν με βεβαιότητα μέχρι την επόμενη εβδομάδα ,πόσο άσχημος θα είναι πραγματικά ο καύσωνας.
Το κύμα είναι πολύ πιθανό την επόμενη εβδομάδα να σαρώσει την Ιβηρική Χερσόνησο και τη Γαλλία. Ο Τόμας Τούρετσεκ,μετεωρολόγος προβλέψεων στο Κεντρικό Ινστιτούτο Μετεωρολογίας και Γεωδυναμικής (ZAMG) στη Βιέννη, συμβουλεύει πάντως να αντιμετωπίζουμε τα φημολογούμενα σενάρια φρίκης με προσοχή.
Αλλά οι επιστήμονες θεωρούν σε μεγάλο βαθμό βεβαιότητα το γεγονός ότι στο μέλλον, τα κύματα καύσωνα θα εμφανίζονται συχνότερα και θα είναι πιο ακραία λόγω της κλιματικής κρίσης Αυτό επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από ανάλυση του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και του Imperial College του Λονδίνου . Στην έκθεσή τους, οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα μέχρι πρότινος σπάνια, ακραία κύματα καύσωνα ,θα γίνουν κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου θερμότερα, στο μέλλον.
Αυτές οι ακραίες καιρικές συνθήκες δεν εκφράζονται μόνο στην ξηρά ,με ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες. Στις παραθαλάσσιες περιοχές επίσης, οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν όλο και περισσότερο . Αυτή η τάση είναι ιδιαίτερα δραστική στη Μεσόγειο. Αυτή τη στιγμή μετρώνται θερμοκρασίες στη θάλασσα στην Αδριατική που δεν επιτρέπουν στους λουόμενους να δροσιστούν.
Θερμότερα τα νερά της Μεσογείου
Στην περιοχή γύρω από τη Βενετία η θερμοκρασία του νερού είναι 28 βαθμοί. Μεταξυπ μεταξύ Ρίμινι, Σπλιτ και Ντουμπρόβνικ η θερμοκρασία της επιφάνειας του νερού είναι ακόμα 27 βαθμοί. Γενικά, η Μεσόγειος Θάλασσα είναι αυτή τη στιγμή τέσσερις βαθμούς θερμότερη από το συνηθισμένο ,για την εποχή αυτή του χρόνου. Αιτία θεωρούνται και οι καύσωνες, που κράτησαν την Ιταλία σε αγωνία τις τελευταίες εβδομάδες.
Μια ιταλική ερευνητική ομάδα ανακάλυψε τον Ιανουάριο του 2020 ότι στη Μεσόγειο, η θερμοκρασία του νερού πιθανότατα θα συνεχίσει να αυξάνεται στο μέλλον.
Το γεγονός ότι η περιοχή της Μεσογείου γίνεται όλο και περισσότερο πόλος θερμότητας έχει να κάνει με τις θερμοκρασίες στον μακρινό βορρά και στην αφρικανική ήπειρο. Τα κρίσιμα ερωτήματα είναι: Πόσο έχει κρυώσει η Αρκτική και πόσο ζεστό είναι η περιοχή στους τροπικούς; Εάν ο αέρας στις τροπικές περιοχές έχει ήδη θερμανθεί πάρα πολύ, κινείται προς τα βόρεια και έτσι κυριαρχεί και στον καιρό στην περιοχή της Μεσογείου.
Δεν υπάρχει πλέον καμία επιστημονική αμφισβήτηση ότι τα κύματα καύσωνα που γίνονται όλο και πιο συχνά σε όλο τον κόσμο, οφείλονται στην κλιματική αλλαγή. Ένα κύμα καύσωνα, που εμφανιζόταν μόνο κάθε δέκα χρόνια υπό προβιομηχανικές κλιματικές συνθήκες, είναι τώρα τρεις φορές πιο πιθανό να συμβεί κάθε χρόνο και μάλιστα να είναι θερμότερο.
Εάν η υπερθέρμανση του πλανήτη αυξηθεί κατά δύο βαθμούς, αυτός ο παράγοντας αυξάνεται κατά 14, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε και συνοψίζει τα αποτελέσματα 350 ερευνών για ακραία γεγονότα τα τελευταία 20 χρόνια.
Οι επιπτώσεις στην υγεία
Η ειδικός περιβαλλοντικής ιατρικής Κλόντια Τράιντλ-Χόφμαν λέει ότι «η ζέστη κάνει τους ασθενείς πιο άρρωστους και μπορεί ακόμη και να τους σκοτώσει. Κλέβει τον ύπνο από τους υγιείς ανθρώπους και δεν τους επιτρέπει πλέον να λειτουργούν σωστά» . Ο πληθυσμός και το σύστημα υγείας δεν έχουν προετοιμαστεί για τις αλλαγές που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή. «Σε θερμές περιοχές, οι άνθρωποι ήταν σε θέση να προσαρμοστούν για αιώνες. Αντίθετα στις χώρες του Βορρά, οι άνθρωποι απλά δεν μπορούν να το κάνουν αυτό σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα", λέει ο Αυστριακή ειδικός.
Το μακροχρόνιο θερμικό στρες επηρεάζει πλέον και νεότερους και υγιείς ανθρώπους. Όταν πρόκειται για εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες, ακόμη και οι υγιείς άνθρωποι έχουν όρια στην προσαρμογή τους , λέει η Κλόντια Τράιντλ-Χόφμαν.
Ο Κλάους Χάσλινγκερ από Ινστιτούτο Μετεωρολογίας και Γεωδυναμικής (ZAMG), τονίζει επίσης πόσο ευάλωτη είναι η κοινωνία μας σε αλλαγές που σχετίζονται με το κλίμα και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. «Στην πραγματικότητα, τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 έπρεπε να παλέψουμε με μεγαλύτερη περίοδο ξηρασίας»,σημειώνει και προειδοποιεί: «Οι επιπτώσεις σήμερα είναι πολύ μεγαλύτερες λόγω της κλιματικής κρίσης»