Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Τρόμο προκαλεί η γερμανική Handelsblatt: «Η Γερμανία απειλείται με έναν δραματικό χειμώνα, λόγω της πιθανής διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου», γράφει οικονομική εφημερίδα: «Ειδικά οι καταναλωτές απειλούνται με τεράστιες αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου. Αλλά και οι εταιρείες θα πληγούν σκληρά. Τα ινστιτούτα αναμένουν ότι η οικονομική παραγωγή θα μειωθεί μεταξύ 6% και 12%,αν δεν παρέχεται πλέον φυσικό αέριο». Η Frankfurter Allgemeine Zeitung υπολογίζει ότι μια τετραμελής οικογένεια στη Γερμανία «θα πληρώσει επιπλέον 5.000 ευρώ για ενέργεια ,το χειμώνα που έρχεται» . Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς επιμένει μάλιστα ότι λίγα πράγματα μπορούν να γίνουν για να μειωθούν οι τιμές της ενέργειας.
Από τη Δευτέρα κλείνει για 10-14 ημέρες για εργασίες συντήρησης και ο ρωσικός αγωγός Nord Stream 1 και υπάρχει μια αγωνία αν η Gazprom θα ανοίξει και πάλι τις βάνες την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου. Ειδικοί από την Γερμανική Υπηρεσία Δικτύων προετοιμάζονται πάντως, για ένα σενάριο στο οποίο η Ρωσία θα μπορούσε ενδεχομένως να διακόψει εντελώς την παροχή αερίου, πιέζοντας για την άρση των κυρώσεων. Φυσικά, κάτι τέτοιο θα μείωνε ριζικά και τα έσοδα της Μόσχας, καθώς δεν υπάρχουν άλλοι άμεσοι αγοραστές για τις μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου, και σίγουρα όχι σε οποιαδήποτε τιμή. Δεν υπάρχουν επίσης οι υποδομές για την εναλλακτική μεταφορά του ρωσικού αερίου στην Κίνα και την Ινδία, μέσω αγωγών ή και δεξαμενόπλοιων LNG.
Η Ρωσία εξακολουθεί να είναι ο μοναδικός σημαντικότερος προμηθευτής φυσικού αερίου στη Γερμανία και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Μια ματιά στον χάρτη, δείχνει το μέγεθος της εξάρτησης της Δυτικής Ευρώπης από το φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία για δεύτερη φορά τα τελευταία οκτώ χρόνια, προέκυψε το πρόβλημα της ευρωπαϊκής εξάρτησης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. Σήμερα, δύσκολα μπορεί να προβλέψει κανείς ποια θα είναι η έκβαση της σύγκρουσης και ποιος θα κερδίσει αυτόν τον πόλεμο. Σίγουρα όμως είναι σαφές ότι οι ενεργειακές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης δεν θα είναι ποτέ ξανά οι ίδιες. η Ευρώπη φιλοδοξεί στο εγγύς μέλλον να καταστεί εντελώς ανεξάρτητη από τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία.
Η ΕΕ έχει ήδη μειώσει το μερίδιο του φυσικού αερίου που εισάγει από τη Ρωσία από το 61% στο 26% του συνόλου, με την Κομισιόν να δηλώνει πώς σκοπεύει να εξαλείψει τη ρωσική εξάρτηση έως το 2027. Η ΕΕ ελπίζει μάλιστα να διασφαλίσει ότι το 2030 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αντιπροσωπεύουν το 45%, του ευρωπαϊκού ενεργειακού μείγματος –από 20% που είναι σήμερα.
Οι τιμές στα ύψη
Μέχρι τότε όμως , η ΕΕ θα πρέπει να βρει άμεσες λύσεις για την ενεργειακή της κάλυψη. Η Gazprom έχει ήδη μειώσει στο 40% της συμφωνημένης ποσότητας, την παροχή, μέσω του Νord Stream 1 ,σε μια περίοδο που οι χώρες μέλη της ΕΕ προσπαθούν να γεμίσουν τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου στο 80% ως τον Νοέμβριο. Σήμερα, η πληρότητα είναι γύρω στο 54% κατά μέσο όρο, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι οι ποσότητες αερίου που λείπουν, μπορούν να αντικατασταθούν άμεσα, από άλλες πηγές.
Όσο για τις τιμές του φυσικού αερίου; Ξεπέρασαν τα 185 ευρώ τη μεγαβατώρα-δηλαδή έχουν επταπλασιαστεί σε σχέση με το περασμένο καλοκαίρι. Πολλές ελπίδες στηρίζονται στη μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Κατάρ. Αλλά η πυρκαγιά που ξέσπασε πριν ένα μήνα στις εγκαταστάσεις της αμερικανικής Freeport LNG στο Τέξας, καθιστά αμφίβολη την ικανοποιητική τροφοδοσία της Ευρώπης με υγροποιημένο φυσικό αέριο ως τα τέλη του χρόνου.
Οι νέοι αγωγοί
Η αναδυόμενη κρίση φυσικού αερίου κινδυνεύει να παρατείνει τη διαδικασία ενεργειακής μετάβασης που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο συνεπάγεται μια ταχεία και δραστική διαδικασία διαφοροποίησης των προμηθειών που αναπόφευκτα θα κλέψει πολύτιμους πόρους που προορίζονται για την ανάπτυξη της ενέργειας. Μία από τις ευκαιρίες που διαθέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τη διαφοροποίηση του ενεργειακού της μείγματος θα ήταν ο αγωγός EastMed, αλλά η κατασκευή του έχει πάει στις ρωμαϊκές καλένδες, αν δεν έχει κιόλας ματαιωθεί. Το θέμα συζήτησε μάλιστα εκ νέου ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αγκυρα, συναντώντας όμως το βέτο της Τουρκίας.
Πολύ πιο ουσιαστική θα μπορούσε να είναι η συμβολή του αγωγού φυσικού αερίου από τη Σαχάρα (Nigal), η ετήσια δυναμικότητα του οποίου υπολογίζεται σε 30 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Μια άλλη σημαντική ευκαιρία συνιστά το Τουρκμενιστάν, που είναι στην τέταρτη θέση στον κόσμο σε αποθέματα φυσικού αερίου. Τεράστιες ποσότητες θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στην Ευρώπη, ακολουθώντας τους αγωγούς του Αζερμπαϊτζάν. Το πρόβλημα εδώ είναι η επίλυση της διαφοράς σχετικά με το νομικό καθεστώς της Κασπίας, στην οποία συνεχίζουν να βαραίνουν τα βέτο της Ρωσίας και του Ιράν. Η Τεχεράνη επίσης αποτελεί μια τελευταία εναλλακτική πηγή, καθώς το Ιράν έχει τη δεύτερη θέση σε αποθέματα φυσικού αερίου σε παγκόσμια κλίμακα, η εκμετάλλευση των οποίων συνεχίζει να τίθεται σε κίνδυνο από τις αντιξοότητες που ενυπάρχουν στο αμφιλεγόμενο πυρηνικό του πρόγραμμα.
Η Αλγερία αυξάνει τις τιμές
Η αγωνία της ΕΕ επιτείνεται από το γεγονός ότι η Αλγερινή Sonatrach, που προμηθεύει το 11% του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου, αποφάσισε να αυξήσει τις τιμές. Η κρατική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου της Αλγερίας, αποφάσισε να επαναδιαπραγματευτεί τα μακροπρόθεσμα συμβόλαιά της με ευρωπαίους αγοραστές, για την παροχή αερίου από τις εγκαταστάσεις του Μπένι Σαφ, μέσω του υποθαλάσσιου αγωγού Medgaz.
Η αλγερινή εταιρία εκμεταλλεύεται φυσικά την επιθυμία της ΕΕ να μειώσει την εξάρτησή της από τις ρωσικές εισαγωγές. «Με δεδομένο ότι οι ευρωπαϊκές χώρες αγοράζουν όλο και περισσότερο LNG από χώρες όπως το Κατάρ ή οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν υπάρχει λόγος για τον οποίο η Αλγερία να διαθέτει το αέριό της σε φθηνότερη τιμή», λένε ενεργειακές πηγές στο Αλγέρι. «Ας μην ξεχνάμε ότι πριν από ένα χρόνο ένα κυβικό μέτρο φυσικού αερίου κόστιζε 20 λεπτά, σήμερα κοστίζει 1 ευρώ.
Ενώ χρειάζονταν 2 δισ. ευρώ για την αγορά 10 δισ. κυβικών μέτρων, τώρα χρειάζονται δέκα δισεκατομμύρια ευρώ», προσθέτουν οι ίδιες πηγές. Όλα αυτά είναι πλεονέκτημα φυσικά για το Αλγέρι, του οποίου ο τομέας υδρογονανθράκων, αντιπροσωπεύει το 96% των εξαγωγών του, καλύπτει το 60% του προϋπολογισμού του και εισφέρει σχεδόν κατά 50% στο ΑΕΠ της χώρας, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας.