Για τη ρήτρα αναπροσαρμογής στον υπολογισμό της ηλεκτρικής ενέργειας απάντησε η Επίτροπος Ενέργειας της Κομισιόν, Κάντρι Σίμσον σε ερώτηση που κατέθεσαν οι έξι Ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία μετά από πρωτοβουλία της Έλενας Κουντουρά.
Με την απάντησή της η Κομισιόν ενθαρρύνει την δικαστική διερεύνηση περιπτώσεων καταχρηστικής εφαρμογής της ρήτρας αναπροσαρμογής στις δικαστικές αρχές των κρατών – μελών.
Ειδικότερα αναφέρει ότι η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων με τους καταναλωτές απαιτεί να είναι δίκαιες και διαφανείς σε σχέση με την τροποποίησή τους για την τιμή που συμφωνήθηκε αρχικά. Οι συμβατικές ρήτρες αναφέρει χαρακτηριστικά «δεν πρέπει να δημιουργούν εις βάρος του καταναλωτή σημαντική ανισορροπία στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δύο πλευρών» και προχωράει ακόμη περισσότερο σημειώνοντας ότι «ο καταναλωτής πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπει τις πιθανές οικονομικές συνέπειες στις ρήτρες που εισάγονται με βάση σαφή και κατανοητά κριτήρια».
Απαντώντας στην ερώτηση των Ευρωβουλευτών η K. Σίμσον αναφέρει ότι η Οδηγία 2019/944 για την ηλεκτρική ενέργεια θεσπίζει δικαιώματα και μέσα προστασίας για τους καταναλωτές σε σχέση και με την τιμολόγηση. Πρέπει μάλιστα να ειδοποιούνται εκ των προτέρων για οποιαδήποτε πρόθεση τροποποίησης των συμβατικών όρων και προσαρμογή της τιμής προμήθειας. Η παραδοχή αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική διότι είναι γνωστό ότι η πλειονότητα των ρητρών αναπροσαρμογής παρεισήχθησαν εκ των υστέρων στις οικείες συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς να εξασφαλίζεται η εφαρμογή των αρχών της ουσιαστικής διαφάνειας και της έγκαιρης ενημέρωσης των καταναλωτών.
Η Επίτροπος, στην απάντησή της, αποκαλύπτει ότι η Κομισιόν βρίσκεται, σε διαδικασία αξιολόγησης της μεταφοράς της Οδηγίας σε όλα τα κράτη – μέλη συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή έχει εκκινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας, επειδή δεν έχει ενσωματώσει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο καθώς η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο έληξε στις 31.12.2020. Μάλιστα, όπως σημειώνει, η Επιτροπή επιφυλάσσεται να αναλάβει περαιτέρω δράση εναντίον της Ελλάδας εφόσον χρειαστεί μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, αφήνοντας σαφείς αιχμές για πιθανές κυρώσεις.
Οι Ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ρώτησαν την Κομισιόν αν πιστεύει ότι οι εφαρμοσθείσες ρήτρες αναπροσαρμογής είναι αρκούντως “διαφανείς” κατά τις οδηγίες 2019/944 και 93/13/ΕΟΚ, δεδομένου ότι αυτές ουδόλως προσδιορίζουν το συγκεκριμένο μηχανισμό αναπροσαρμογής κατά τρόπο αντιληπτό και ούτε κατέστησαν επαρκώς γνωστές στον μη ειδικό πελάτη-καταναλωτή και ποια μέτρα σκοπεύει να πάρει ώστε να υποχρεώσει την Ελλάδα να ενσωματώσει την Οδηγία, να εφαρμόσει το ευρωπαϊκό δίκαιο και να προστατεύσει τους καταναλωτές.
Ακολουθεί η απάντηση της Κομισιόν εξ ονόματος της K. Simson:
Η οδηγία (ΕΕ) 2019/944 για την ηλεκτρική ενέργεια θεσπίζει δικαιώματα και μέσα προστασίας για τους πελάτες σε σχέση με τους συμβατικούς όρους και την τιμολόγηση. Κατά συνέπεια, οι συμβατικοί όροι πρέπει να είναι δίκαιοι και γνωστοί εκ των προτέρων και οι πελάτες πρέπει να ειδοποιούνται για οποιαδήποτε πρόθεση τροποποίησης των εν λόγω όρων και για οποιαδήποτε προσαρμογή της τιμής προμήθειας. Οι πελάτες ηλεκτρικής ενέργειας έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν σαφείς, κατανοητές και διαφανείς πληροφορίες, όπως ορίζεται σε διάφορες διατάξεις της οδηγίας.
Η Επιτροπή βρίσκεται επί του παρόντος σε διαδικασία αξιολόγησης της μεταφοράς της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944 σε όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, και ανάλυσης των εθνικών μέτρων. Μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, η Επιτροπή θα αναλάβει περαιτέρω δράση, εάν χρειαστεί.
Επιπλέον, η οδηγία 93/13/ΕΟΚ για τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων απαιτεί επίσης όλες οι ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές να είναι δίκαιες και διαφανείς, μεταξύ άλλων όσον αφορά την τροποποίηση της αρχικά συμφωνηθείσας τιμής. Επομένως, οι συμβατικές ρήτρες δεν πρέπει να δημιουργούν εις βάρος του καταναλωτή σημαντική ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών και ο καταναλωτής πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπει τις πιθανές οικονομικές συνέπειές τους βάσει σαφών και κατανοητών κριτηρίων.
Αποτελεί πρωταρχική ευθύνη των εθνικών αρχών και δικαστηρίων να αξιολογούν την εφαρμογή των εν λόγω οδηγιών σε μεμονωμένες περιπτώσεις.