Τις σημερινές συνομιλίες με τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ-Ασαντ θα αξιοποιήσει ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, για να υπογραμμίσει την δυνατότητα του μεγάλου ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει η Δαμασκός στη σταθεροποίηση της κατάστασης στην Μέση Ανατολή.
Ο Μίλιμπαντ, του οποίου οι συνομιλίες στη Δαμασκό είναι οι πρώτες Βρετανού ΥΠΕΞ από το 2000, είπε ότη Συρία είχε την επιλογή για τον δρόμο που θα επιλέξει.
«Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι η Συρία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή», δήλωσε ο Μίλιμπαντ μιλώντας στο ραδιόφωνο του BBC, συμπληρώνοντας: «Μπορεί να αποτελέσει δύναμη για σταθερότητα ή για αποσταθεροποίηση».
Οι σχέσεις μεταξύ Δύσης και Δαμασκού εντάθηκαν μετά τις κατηγορίες των ΗΠΑ ότι η Συρία «έκανε τα στραβά μάτια» για τους Ισλαμιστές μαχητές που διείσδυαν στο Ιράκ, αλλά οι διπλωματικές προσπάθειες μεταξύ Ευρώπης – κυρίως της Γαλλίας και της Βρετανίας – και Δαμασκού αυξήθηκαν τους τελευταίους μήνες.
«Τους τελευταίους 18 μήνες έχουμε συνομιλίες με τον Σύρο υπουργό Εξωτερικών για τις... υποχρεώσεις της Συρίας στην περιοχή στο πλαίσιο καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της διαδικασίας για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή», δήλωσε ο Μίλιμπαντ.
Η απερχόμενη κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, επέβαλε το 2004 στη Συρία κυρώσεις για τη στήριξη της παλαιστινιακής Χαμάς και της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Και η Ευρωπαϊκή Ενωση ζήτησε από τη Συρία να πάψει να στηρίζει τη λιβανέζικη οργάνωση.
«Η Συρία έχει και είχε να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα για τη διείσδυση ξένων μαχητών στο Ιράκ, για την κατάσταση στο Λίβανο, για τη συμμετοχή της στη σταθερότητα της περιοχής», είπε ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, το ταξίδι του οποίου περιλάμβανε συνομιλίες με τους ηγέτες του Ισραήλ και των Παλαιστινίων.
«Συζητήσαμε αυτά τα θέματα και φάνηκε ότι η Συρία καταλαβαίνει σε ένα βαθμό τις ανησυχίες που υπάρχουν, επιδιώκοντας να αλλάξει κάποιες από τις ενέργειές της».
Επίσης ο Μίλιμπαντ είπε ότι περιμένει να συζητήσει και το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τη Δαμασκό. «Είναι ένας διάλογος που καλύπτει μία ευρεία γκάμα θεμάτων, εθνικού, περιφερειακού και παγκοσμίου ενδιαφέροντος», κατέληξε ο Μίλιμπαντ.