Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
«Ο κήπος» τιτλοφορείται η παράσταση χορού της Αγνής Παπαδέλη Ρωσσέτου που ανεβαίνει τις ημέρες 23-26 και 28 Ιουνίου στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων [Ερμού 134, Θησείο].
Το έργο δανείζεται την ιδέα του κήπου σαν μια ανθρώπινη κατασκευή, η οποία κάνοντας μια προσομοίωση της φύσης μέσα στον πολιτισμό, φέρει έντονα τη μυρωδιά της ουτοπίας.
Η παράσταση χωρίζεται σε δύο σκέλη: Σε μια ιδιαίτερη ξενάγηση των θεατών στον χώρο και σε ένα κουνιντέτο χορού.
Με αφορμή αυτό το νέο της έργο, η χορεύτρια και χορογράφος Αγνή Παπαδέλη Ρωσσέτου μίλησε μαζί μας.
Πώς προέκυψε η ιδέα της νέας παράστασης; Τι σας ενέπνευσε για τη δημιουργία της;
«“Ο κήπος” συνεχίζει, κατά κάποιον τρόπο, στη γραμμή του προηγούμενου έργου, που είχε τίτλο “Ένας πολύ Ειρηνιρικός ωκεανός”.
Ο άξονάς τους είναι το γκροτέσκο και η γκριμάτσα, η παραμόρφωση. Το σώμα ανακαλεί μορφές και εικόνες από το φαντασιακό και τη μνήμη του, μορφές που ενέχουν διάφορες σωματικές καταστάσεις, στις οποίες το σώμα μοιάζει ακατέργαστο. Είναι το σώμα της εμπειρίας, είναι παθημένο, με τη σάρκα του διερρηγμένη. Με αφορά αυτή η περιοχή που θεωρώ ότι είναι πολύ πραγματική του σώματος, και που δεν ανήκει ούτε στο κωμικό, ούτε στο τραγικό. Εκεί ξεφυτρώνει και η έννοια του γκροτέσκο. Δεν σε κάνει ούτε να γελάς, ούτε να λυπάσαι. Αφορά το ζωντανό σώμα που πλήττεται, που απολαμβάνει, που υποφέρει και που φθίνει».
Θίγετε και σχολιάζετε μέσα στο έργο σας την περίοδο της πανδημίας; Πώς λειτούργησε σε εσάς; Και πού μπορεί να οδηγήσει τους σύγχρονους ανθρώπους η αποξένωση που τη συνοδεύει; «Η περίοδος της πανδημίας ήταν -και συνεχίζει να είναι- αλλόκοτη και πρωτόγνωρη. Θεωρώ πως θα βλέπουμε τις συνέπειές της για πολύ καιρό ακόμη. Προσωπικά, με επηρέασε πολύ, όπως όλες κι όλους. Υπάρχουν πολύ πιο κατάλληλοι άνθρωποι να μιλήσουν για το πού όλο αυτό μπορεί να οδηγήσει. Προσωπικά, θα ήθελα να πω πως η περίοδος αυτή άλλαξε πολύ το πώς αντιμετωπίζω τα έργα τέχνης. Μετά από αυτή τη στέρηση που βιώσαμε, εκτιμώ και συγκινούμαι βαθιά από αυτή την πράξη του καλλιτέχνη να μοιράζεται και να επικοινωνεί το έργο του. Ξεπερνάω πολύ εύκολα ενστάσεις που θα είχα σε ζητήματα φόρμας πλέον, όταν βλέπω μια προσωπική, γενναιόδωρη κατάθεση. Αντίθετα, μου είναι αφόρητη η αίσθηση της αναίτιας κατανάλωσης, είτε αφορά την παραγωγή ενός έργου είτε τη πρόσληψή του».
Πώς θα λειτουργήσει η παράστασή σας, η οποία χωρίζεται σε δυο σκέλη; Τι επιδιώκετε να βιώσει ο θεατής που θα την παρακολουθήσει; «Η παράσταση είναι ένα κουιντέτο χορού, που όπως είπα και παραπάνω, αφορά τη γκριμάτσα, το γκροτέσκο, την παραμόρφωση. Είναι μια παράσταση χορού, που αφορά τη σάρκα και το σώμα. Πριν από αυτή την παράσταση προτείνουμε στους θεατές μια ιδιαίτερη ξενάγηση στον χώρο. Αυτή η ξενάγηση θα γίνεται σε μικρά γκρουπ, όπου οι χορευτές και οι χορεύτριες θα αναλαμβάνουν να ξεναγήσουν τους θεατές στον χώρο με κλειστά μάτια. Η ιδέα πίσω απ’ αυτό είναι να μετέχουμε στο έργο με τα σώματά μας, να μη δούμε την παράσταση από απόσταση, αλλά να αφιερώσουμε χρόνο, να προετοιμαστούμε μέσω μιας τελετής γι’ αυτήν. Κατά τη διάρκεια αυτής της τελετής και ελλείψει της όρασης, αφενός θα αναπτύξουμε την εμπιστοσύνη να καθοδηγηθούμε από κάποιους άλλους, αφετέρου θα αφυπνίσουμε τις υπόλοιπες αισθήσεις μας, πέραν της όρασης, η οποία τείνει να κυριαρχεί στη διαδικασία πρόσληψης του θεάματος».
Θα σας ενδιέφερε η παράσταση να ταξιδέψει εκτός χώρας; «Βέβαια! Κάθε επανάληψη της παράστασης είναι επιθυμητή».
Οι καλλιτέχνες έχουν τη βοήθεια της πολιτείας ή αυτή που δίνεται δεν αρκεί; Πόσο εύκολο είναι για τον καλλιτέχνη να λειτουργεί και ως παραγωγός για τα έργα του;
«Οι κρατικές επιχορηγήσεις είναι εξαιρετικά σημαντικές και “αναντικατάστατες”. Η ενδεχόμενη μείωση των χρημάτων που πηγαίνουν στον πολιτισμό ή το ακόμα πιο ακραίο σενάριο της εκ νέου κατάργησης των επιχορηγήσεων, είναι αποκαρδιωτικό. Η συνεισφορά των ιδιωτικών ιδρυμάτων και Οργανισμών είναι σίγουρα πολύ σημαντικές. Η ανάπτυξη της καλλιτεχνικής σκηνής μιας χώρας, όμως, προϋποθέτει την ανεξαρτησία και την αυτονομία των καλλιτεχνών.
Δεν είναι καθόλου εύκολο ο/η καλλιτέχνης να είναι και παραγωγός, αν εννοείτε μ’ αυτό τη χρηματοδότηση της παραγωγής του έργου. Πολύ συχνά, οι πρώτες απόπειρες όλων είναι μικρές αυτοχρηματοδοτούμενες παραγωγές, σόλο ή ντουέτο με φίλους/ες -και αυτό είναι πολύ ωραίο· τίποτα, όμως, δεν μπορεί να συνεχίσει έτσι, ούτε σε επίπεδο έρευνας, ούτε σε επίπεδο ποιότητας».
Συντελεστές Χορογραφία: Αγνή Παπαδέλη Ρωσσέτου
Χορευτές-τριες: Αντώνης Βαής, Νώντας Δαμόπουλος, Βιτόρια Κωτσάλου, Αγνή Παπαδέλη Ρωσσέτου, Ινώ Ρήγα
Ξεναγοί: Τιτή Αντωνοπούλου, Ηρώ Αποστολέλλη, Μανώλης Μαμαντάκης, Μαρίνα Τσαπέκου, Περικλής Φωκιανός και οι χορευτές/τριες
Μουσική & επιμέλεια σκηνικού: Ανδρέας Ράγκναρ Κασάπης
Φωτισμοί: Μαρία Αθανασοπούλου
Επικοινωνία: Μαρία Κωνσταντοπούλου
Φωτογραφίες: Λήδα Τουλουμπάκου