Όλοι συμφωνούν ότι δεν είναι εύκολο να ληφθούν αποφάσεις στην «ΕΕ των 27». Θα είναι ακόμη πιο δύσκολο όταν ενταχθούν οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων ή ακόμη χώρες όπως η Ουκρανία και η Μολδαβία. Σε μία προσπάθεια απεμπλοκής, η «Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης», που άρχισε τον Απρίλιο του 2021 ως διαδικτυακός διάλογος με τη συμμετοχή των πολιτών και ολοκληρώθηκε πρόσφατα στο Στρασβούργο με τη στήριξη της γαλλικής προεδρίας στην ΕΕ, επεξεργάστηκε συγκεκριμένες προτάσεις για θεσμικές αλλαγές. Κάποιες από αυτές προϋποθέτουν χρονοβόρες διαδικασίες για αλλαγή των Συνθηκών στην ΕΕ, άλλες όχι.
Ίσως η πιο «δημοφιλής» εισήγηση είναι εκείνη για την κατάργηση της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων. Αλλά εδώ το ζήτημα δεν είναι νομικό, είναι καθαρά πολιτικό, όπως εξηγεί o πορτογάλος ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) Πάουλο Ρανζέλ, μέλος της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων. «Ήδη σε πολλές περιπτώσεις οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία», λέει ο πορτογάλος ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle. «Από και και πέρα, δεν χρειάζεται να αλλάξουμε τις Συνθήκες για να καταργήσουμε την ομοφωνία. Η Συνθήκη της Λισαβόνας το προβλέπει αυτό και επιτρέπει στο Συμβούλιο να λάβει απόφαση, με την οποία κάποιοι τομείς, για τους οποίους σήμερα απαιτείται ομοφωνία, θα υπάγονται πλέον στις αποφάσεις με πλειοψηφία. Το θέμα είναι όμως ότι ήδη γι αυτή την απόφαση απαιτείται ομοφωνία».
«Ας ξεκινήσουμε από κάπου...»
Ακούγεται αλλόκοτο, αλλά ισχύει: Οι ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να αποφασίσουν ομόφωνα ότι ...δεν θέλουν να αποφασίζουν ομόφωνα. Και αυτό είναι δύσκολο. Αλλά όπως επισημαίνει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Δημήτρης Παπαδημούλης, «η Ευρώπη μπορεί να προχωρήσει μόνο αν δεν είναι όμηρος του κάθε Όρμπαν. Πριν από λίγες ημέρες αναγκάστηκε να κάνει έναν συμβιβασμό της τελευταίας στιγμής στο θέμα του εμπάργκο για το ρωσικό πετρέλαιο, προκειμένου να δώσει αυτά που ζητούσε ο Όρμπαν. Αν θέλουμε η ΕΕ να συνεχίσει να είναι αποτελεσματική στον οικονομικό τομέα, στον κοινωνικό τομέα, στον γεωπολιτικό της ρόλο, χρειάζεται ένας ‘ρεαλιστικός φεντεραλισμός' όπως τον αποκάλεσε ο Ντράγκι μιλώντας πριν λίγες εβδομάδες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Που σημαίνει ότι τα θέματα που αποφασίζονται με αυξημένη πλειοψηφία πρέπει να διευρυνθούν».
Στην ομιλία του ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι είχε ζητήσει «μεταρρύθμιση των Συνθηκών», επισημαίνοντας ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει «να καταργηθεί η αρχή της ομοφωνίας που οδηγεί σε διασταυρούμενα βέτο». Σε αυτό συμφωνούν πολλοί, επί της αρχής. Τί γίνεται όμως όταν οι αποφάσεις αφορούν ευαίσθητα θέματα εξωτερικής πολιτικής; «Τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και της Άμυνας νομίζω ότι θα πρέπει να τα αφήσουμε στην άκρη, εκεί χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή», λέει ο Δημήτρης Παπαδημούλης στην Deutsche Welle. «Ας ξεκινήσουμε από τα θέματα που αφορούν στην παιδεία, στην υγεία, το περιβάλλον, την οικονομία, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και του οικονομικού εγκλήματος. Για ό,τι αφορά όμως την Ελλάδα νομίζω ότι το συμφέρον μας είναι με την εμβάθυνση και τον εκδημοκρατισμό της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης. Δεν είναι καλή παρέα για τα εθνικά μας θέματα ο Όρμπαν και ο Μοραβιέτσκι».
Επιφυλάξεις για την πλήρη κατάργηση του βέτο εκφράζει και ο πορτογάλος ευρωβουλευτής Ρανζέλ. «Είναι σαφές ότι κάθε χώρα έχει την ιστορία της», λέει. «Μία χώρα όπως η Ελλάδα ή πολύ περισσότερο η Κύπρος θα έχει πάντα κάποια ζητήματα με την Τουρκία. Η Ισπανία με το Μαρόκο, η Γαλλία με την Αλγερία, η Πορτογαλία με την Κεντρική Αφρική. Συνήθως οι άλλοι δεν αντιλαμβάνονται πόσο ευαίσθητα είναι αυτά τα ζητήματα». Άρα λοιπόν, επί του πρακτέου, ποια είναι η λύση; «Ιδιαίτερα οι μικρότερες χώρες θέλουν να διατηρήσουν μία "όδό διαφυγής" προς το βέτο για θέματα που αγγίζουν τον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας» απαντά ο Πάουλο Ρανζέλ. «Ίσως μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι, για παράδειγμα, οι αποφάσεις για επιβολή κυρώσεων θα λαμβάνονται με αυξημένη πλειοψηφία, το ίδιο και οι αποφάσεις που αφορούν την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, ενώ σε άλλα ζητήματα η κατάργηση του βέτο δεν είναι τόσο καλή ιδέα...»
«Οι κυβερνήσεις δεν πολυήθελαν τη Διάσκεψη»
Στον απόηχο της «Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης» το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα, την περασμένη Πέμπτη, με το οποίο εγκρίνει τις προτάσεις για θεσμικές αλλαγές, όπως η κατάργηση της ομοφωνίας. Υπενθυμίζεται ότι πριν από περίπου 20 χρόνια είχε συσταθεί η «Συντακτική Συνέλευση για το μέλλον της Ευρώπης» με τη φιλοδοξία να δρομολογήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, αλλά η συμμετοχή των πολιτών ήταν ελάχιστη. Με το «ΟΧΙ» των Γάλλων στο δημοψήφισμα ενταφιάστηκαν οι ελπίδες για ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Σήμερα η «Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης» επαναφέρει το αίτημα για θεσμικές αλλαγές, αν και αποφεύγει κάθε αναφορά σε «Σύνταγμα». Και πάλι όμως φαίνεται ότι η διαδικασία παρουσιάζει ατέλειες. Στο ερώτημα, εάν είναι ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα των εργασιών της Διάσκεψης, ο αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Δημήτρης Παπαδημούλης απαντά: «Οχι, δεν είμαι ικανοποιημένος. Τα όποια θετικά αποτελέσματα οφείλονται στην ενεργή συμμετοχή των πολιτών και στον θετικό ρόλο που έπαιξαν οι εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου - ήμουν ένας από αυτούς - και οι εκπρόσωποι των εθνικών Κοινοβουλίων. Η Κομισιόν είχε μία γραφειοκρατική εμπλοκή και το Συμβούλιο λειτουργούσε ως ένα μεγάλο ‘φρένο'. Και γενικά, επειδή οι κυβερνήσεις δεν το πολυήθελαν αυτό το πράγμα, δεν το διαφήμισαν κιόλας. Και δεν μετείχαν ενεργά».