Ορέστης Τάτσης: «…ένα θέαμα που βασίζεται στην απλότητα…»

«Το Τέλος της Μικρής μας Πόλης» στο Θέατρο Rabbithole
Δευτέρα, 16 Μαΐου 2022 14:05
UPD:18:57
A- A A+

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]


«Το Τέλος της Μικρής μας Πόλης» του Δημήτρη Χατζή, μία από τις σπουδαιότερες συλλογές διηγημάτων της νέας ελληνικής πεζογραφίας,  παρουσιάζεται στη  σκηνή  του Θεάτρου Rabbithole, με την υπογραφή του σκηνοθέτη Ορέστη Τάτση [Γερμανικού 20, Μεταξουργείο].

Ένα έργο για τη μετάλλαξη της ελληνικής κοινωνίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τον Εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε, όπως αυτή αποτυπώνεται κυρίως στο διήγημα «Ο τάφος».

Το χιούμορ, η σάτιρα και η πρωτότυπη ζωντανή μουσική γίνονται όπλο του θιάσου για να μας αφηγηθεί την ιστορία του τέλους μιας  πόλης όπως τη γνώρισαν οι ήρωες του διηγήματος.  Ο  «ντόπιος και ευυπόληπτος πολίτης» Τσιάγαλος  θεωρεί αντίπαλό του τον «ξενομερίτη και μυστήριο» Σπούργο  χωρίς να αντιλαμβάνεται  πως  το μέλλον καθορίζεται από «αλλού».  Η παράσταση αναδεικνύει  ένα τέλος που επανέρχεται ασταμάτητα κι οι εμπλεκόμενοι σε αυτό αγνοούν τον ρόλο τους.

Ο Ορέστης Τάτσης μίλησε μαζί μας.

Να ξεκινήσουμε με λίγα λόγια σας για την παράσταση;

«Η παράσταση είναι αποτέλεσμα συλλογικής δημιουργίας ανθρώπων που βρίσκονται “πάνω” και “κάτω” από τη σκηνή  και, πάνω απ’ όλα, με σεβασμό στη γραφή του Δημήτρη Χατζή. Θέλω να πιστεύω ότι είναι μία παράσταση που με χιούμορ προσεγγίζει ένα όχι τόσο ευχάριστο θέμα, με καθοριστικό στοιχείο της τη μουσική».

GEORGE PANIGYROPOULOS
Σκέψεις, συναισθήματα από την επαφή σας με τα διηγήματα του Δημήτρη Χατζή;

«Το έργο του Δημήτρη Χατζή με έχει επηρεάσει πάρα πολύ βαθιά. Η αφορμή ήταν ο κοινός τόπος καταγωγής –τα Γιάννενα– αλλά ανακάλυψα, μέσα από τη γραφή του, την αμεσότητα και την απόσταση που, ίσως, οφείλει να τηρεί ένας δημιουργός σε σχέση με όσα διαπραγματεύεται».

Τι «συναντά» ο θεατής στην παράσταση; Με τι έρχεται αντιμέτωπος;

«Ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με ένα θέαμα που βασίζεται στην απλότητα. Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε έναν καθρέφτη χωρίς φιοριτούρες και παραμορφώσεις. Βασισμένοι σε όσο το δυνατόν λιγότερα υλικά, προσπαθήσαμε να δώσουμε βάση στην αφήγηση της ιστορίας και την κατανόησή της».

Τι ήταν αυτό που περισσότερο σας προσέλκυσε στο συγκεκριμένο ανέβασμα;

«“Το τέλος της μικρής μας πόλης”,  και συγκεκριμένα το διήγημα “Ο τάφος”,  αναφέρεται στο τέλος μίας εποχής, την οποία πιστεύω ότι βιώνουμε και σήμερα. Πέραν τούτου, η πίστη και η στήριξη των συνεργατών  σε αυτή τη δουλειά».

Διαβάζουμε ότι: «Η παράσταση αναδεικνύει  ένα τέλος που επανέρχεται ασταμάτητα κι οι εμπλεκόμενοι σε αυτό αγνοούν τον ρόλο τους» -μοιάζουν, δηλαδή, όλα προδιαγεγραμμένα;  Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον;

«Τίποτα δεν είναι προδιαγεγραμμένο. Αυτό που έχουμε ανάγκη, όμως, είναι τα εργαλεία για να μπορούμε να αλλάξουμε την ιστορία. Γι’  αυτό κάνουμε αυτή τη δουλειά. Γι’ αυτό κάνουμε θέατρο».

Από πού πηγάζει, από πού αντλείται, τελικά, η ελπίδα της αναγέννησης; 

«Από τη συνειδητοποίηση ότι έρχεται ένα τέλος. “Ο άγγελος της ιστορίας”, λέει ο Walter Benjamin, “έχει το βλέμμα του στραμμένο στο παρελθόν, πηγαίνοντας, όμως, πάντα μπροστά”». 

Κάτι που σας δυσκόλεψε στο στήσιμο της παράστασης;

«Αυτή η παράσταση, φανταστείτε ότι θα έπρεπε να ανέβει έναν χρόνο πριν και αναβλήθηκε λόγω της πανδημίας. Επίσης, ο χρόνος. Δυστυχώς, είμαστε καταδικασμένοι να δουλεύουμε σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, με πολύ περιοριστικά χρονοδιαγράμματα».

Θα μας πείτε κάτι παραπάνω για τη σύγχρονη «μπρεχτική» προσέγγιση για τη δημιουργία της παράστασης και την  καθοριστική  συμβολή της  πρωτότυπης ζωντανής μουσικής;

«Ο δάσκαλός μου, Στέφανος Ροζάνης, και συνομιλητής του Δημήτρη Χατζή,  έγραψε για  “Το αλλού του Δημήτρη Χατζή”. Το κείμενό του υπήρξε η αιτία για την προσέγγισή μας για τη μεταφορά του διηγήματος στη σκηνή. Θα τολμούσα να ισχυριστώ ότι είναι σύγχρονη, γιατί ο τρόπος που αναπτύσσεται η μουσική δεν έχει τον κλασικό “μπρεχτικό” τρόπο. Η βάση, όμως, της παράστασης  που καθορίζεται από τη μουσική και τα τραγούδια είναι η ίδια. Θυμίζει στον θεατή, ότι αυτό που βλέπει είναι θέατρο».

Δυο λόγια από αυτά που ακούγονται στην παράσταση; Όποια πρώτα σας έρθουν στον νου.

«“Όλα τα χαλάτε, γιατί;”» 

CHRISTOS PETROPOULOS
Ονόματα –σκηνοθετών, ηθοποιών, συγγραφέων- που επέδρασαν και επιδρούν στη  δουλειά σας;

«Πρέπει να φτιάξουμε ολόκληρη λίστα… ενδεικτικά αναφέρω: Αντώνης Αντύπας, Θόδωρος Αγγελόπουλος, Λαρς φον Τρίερ, Πίτερ Μπρουκ, Ανατόλι Βασίλιεφ, Ευγένιος Ο'Νιλ, Έντουαρντ Άλμπι, Χάνα Άρεντ,  Μίλαν Κούντερα, Φερνάντο Πεσσόα, Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, Κορνήλιος Καστοριάδης,  Δημήτρης Τσεκούρας, Κωνσταντίνος Τζαμιώτης και οι σταθεροί συνεργάτες μου».

Να κλείσουμε με κάποιο ή κάποια βιβλία, που διαχρονικά αγαπάτε;

«Επίσης θα έπρεπε να φτιάξουμε μία μεγάλη λίστα και, επίσης ενδεικτικά, αναφέρω: “Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου” του Γκαίτε, “Τα αντικλείδια” του  Γ. Παυλόπουλου, “Η ουτοπία” του Τόμας Μορ, “Οι ρίζες του Ρομαντισμού” του Αϊζάια Μπερλίν και τα βιβλία του δάσκαλού μου,  Στέφανου Ροζάνη».

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Διασκευή/στίχοι: Έλσα Ανδριανού*
Σκηνοθεσία/Σκηνογραφία: Ορέστης Τάτσης
Μουσική σύνθεση/στίχοι: Θέμος Σκανδάμης
Επιμέλεια Κοστουμιών: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Σχεδιασμός φωτισμών: Μελίνα Μάσχα
Επιμέλεια κίνησης: Πωλίνα Κρεμαστά
Βοηθός σκηνοθέτη: Σεμίνα Πανηγυροπούλου
Ηχοληψία: Γιάννης Σκανδάμης
Κατασκευή Σκηνικού: Λευτέρης Βουρεκάς
Φωτογραφίες: Γιώργος Πανηγυρόπουλος
Σχεδιασμός Έντυπου Υλικού/ Promo trailer: Παναγιώτης Ανδριανός
Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης

*Η διασκευή έγινε σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη.

ΔΙΑΝΟΜΗ
Αφηγητής / Μηχανικός: Άρης Τρουπάκης
Σπούργος: Νίκος Γιαλελής
Τσιάγαλος: Στάθης Κόκκορης
Δήμαρχος / Πολίτης: Κώστας Κουτρουμπής
Δικηγόρος / Αστυνόμος / Πολίτης: Δημήτρης Μηλιώτης
Μουσικός επί σκηνής: Θέμος Σκανδάμης

Προτεινόμενα για εσάς