Περισσότερο πρόθυμοι είναι σήμερα οι Βρετανοί γονείς να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί με σύνδρομο Ντάουν, καθώς η βρετανική κοινωνία επιδεικνύει ολοένα μεγαλύτερη δεκτικότητα στη γενετική ανωμαλία που χαρακτηρίζει ένα στα χίλια μωρά.
Μετά την ευρεία διάδοση της προγεννητικής εξέτασης για τη διάγνωση του συνδρόμου Ντάουν το 1989, ο αριθμός των νεογνών με γενετικές ανωμαλίες μειώθηκε στην αρχή της δεκαετίας στα 594 από τα 717 ετησίως. Ολοένα περισσότεροι γονείς, γνωρίζοντας πλέον ότι το μωρό τους θα γεννηθεί με σύνδρομο Ντάουν, προσέφευγαν στην άμβλωση.
Ωστόσο, αυτή η τάση έχει αντιστραφεί: Ο αριθμός των παιδιών που γεννιούνται σήμερα στη Βρετανία με σύνδρομο Ντάουν, το οποίο οφείλεται στην ύπαρξη ενός επιπλέον χρωματοσώματος, έχει επανέλθει στα 749 μωρά το χρόνο.
Μέχρι πρότινος, η συγκεκριμένη αύξηση αποδιδόταν στο ότι ολοένα περισσότερες γυναίκες κάνουν παιδιά σε μεγαλύτερη ηλικία, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης του συνδρόμου. Η τελευταία, όμως, έρευνα του National Down Syndrome Cytogenetic Register της Βρετανίας έρχεται να φωτίσει νέες πτυχές του ζητήματος.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, εκτός από το ένα τρίτο των ερωτηθέντων που ήταν θρησκευόμενοι ή υπέρμαχοι της προγεννητικής περιόδου της ζωής και κατά συνέπεια πολέμιοι των αμβλώσεων, πολλοί γονείς θεωρούν ότι η Βρετανία είναι σήμερα ένας καλύτερος τόπος για την ανατροφή των παιδιών με σύνδρομο Ντάουν.
Το ένα τέταρτο των γονιών δήλωσαν ότι γνώριζαν ανθρώπους με σύνδρομο Ντάουν ή άλλες αναπηρίες και αυτό επηρέασε την απόφασή τους να μη διακόψουν την εγκυμοσύνη. Το 35% εξήγησε ότι το επίπεδο ζωής και η κοινωνική αποδοχή έχουν δημιουργήσει ένα καλύτερο περιβάλλον για τους ανθρώπους με σύνδρομο Ντάουν, ενώ οι μισοί περίπου εξΆ αυτών δεν πίστευαν ότι το παιδί τους θα γεννιόταν τελικά με σύνδρομο Ντάουν.