Οι ρωσοουκρανικές συνομιλίες στην Τουρκία και ο ρόλος του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν βρίσκονται στο επίκεντρου του γερμανικού Τύπου. Η Süddeutsche Zeitung εκτιμά πως οι ελπίδες για ένα γρήγορο τέλος του πολέμου θα διαψευστούν.
«Από τότε που o πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι επανέλαβε για τα ζητήματα της ουδετερότητας και του καθεστώτος της χώρας του χωρίς πυρηνικά όπλα το Σαββατοκύριακο ότι "είμαστε υπέρ του να προχωρήσουμε προς αυτήν την κατεύθυνση" και από τότε που Ουκρανοί και Ρώσοι διαπραγματευτές συναντήθηκαν τώρα στην Κωνσταντινούπολη, υποβόσκει η ελπίδα για μια λύση μέσω διαπραγματεύσεων και ένα γρήγορο τέλος του πολέμου. Εκτιμάται όμως ότι αυτή η ελπίδα θα διαψευστεί κυρίως επειδή δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής ενδείξεις ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν σκοπεύει να τερματίσει τον πόλεμο και να αποκηρύξει τη μόνιμη κυριαρχία της Ουκρανίας» αναφέρει σε δημοσίευμά της.
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα «ακόμη και πριν από τις 24 Φεβρουαρίου, οι ρωσικές απαιτήσεις ήταν απλώς προσχήματα που είχαν σκοπό να καλύψουν τον από καιρό αποφασισμένο πόλεμο, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η Μόσχα θέλει τώρα να διαπραγματευτεί ουσιαστικά στην Κωνσταντινούπολη, οι πιθανότητες για μια γρήγορη λύση είναι μηδαμινές».
«Το ουκρανικό Σύνταγμα ορίζει το ακριβώς αντίθετο της ουδετερότητας, δηλαδή την ένταξη στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ ως κεντρικούς κρατικούς στόχους, και αυτό σε τρία συνταγματικά άρθρα που υποχρεώνουν τον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο να το πράξουν. Σίγουρα, όλα μπορούν να αλλάξουν, αλλά οι συνταγματικές αλλαγές θα χρειαστούν τουλάχιστον ένα χρόνο, όπως τόνισε ο ίδιος ο Ζελένσκι το Σαββατοκύριακο» σημειώνει η SZ.
Ο ρόλος του Ερντογάν
Από την πλευρά της η ΤΑΖ του Βερολίνου εστιάζει στον διαμεσολαβητικό ρόλο του Τούρκου προέδρου Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν γράφοντας: «Πριν από λίγο καιρό, η Τουρκία του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν σχεδόν τελείως απομονωμένη διεθνώς. Στη σύγκρουση για τα δικαιώματα αναζήτησης πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Μεσόγειο, με επικεφαλής την Ελλάδα, σχεδόν όλες οι γειτονικές χώρες είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους εναντίον της Τουρκίας. Οι απειλές του Ερντογάν κατά της Ελλάδας τον είχαν κάνει παρία εντός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τα χρόνια της πολιτικής μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, η οποία είχε λειτουργήσει σε κάποιο βαθμό υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, απείλησε να οδηγήσει σε de facto έξοδο της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ υπό τον διάδοχό του Τζο Μπάιντεν. Αλλά ο Ερντογάν είναι πάντα ιδιαίτερα δυνατός όταν είναι με τη πλάτη στον τοίχο. Το πιστεύω του είναι: 'Αυτός ο πόλεμος είναι μια καταστροφή για όλους και πρέπει να τελειώσει το συντομότερο δυνατό'. Για τον σκοπό αυτό, πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως διαμεσολάβητής από την αρχή. Επαινεί ξανά το ΝΑΤΟ, αλλά εξακολουθεί να μην θέλει να δει τον Πούτιν ως εχθρό και ως εκ τούτου αρνείται τις κυρώσεις. Πούλησε όπλα στην Ουκρανία πριν από χρόνια, αλλά συνέχισε να συνεργάζεται με τη Ρωσία στη Συρία. Ως εκ τούτου και οι δύο πλευρές τον θεωρούν πλέον έναν έντιμο διμεσολαβητή».