Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία διανύει την 22η ημέρα, είναι αξιοσημείωτο ότι η σκληρή ρητορική των πρώτων ημερών του πολέμου, αρχίζει να δίνει σταδιακά τη θέση της σε μια πιο διπλωματική προσέγγιση. Γίνεται λόγος για σουηδικό ή αυστριακό μοντέλο ουδετερότητας, για 15 σημεία επαφής, για εγγυήσεις και εγγυήτριες δυνάμεις που θα επιβλέπουν μια εκεχειρία. Κάτι φαίνεται να κινείται, όσο και αν οι επιθέσεις συνεχίζονται. Κάθε πλευρά- και πρώτα και κύρια η Ρωσία- θέλει να ενισχύσει τη θέση της. Και να το αξιοποιήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Για αυτό και το Κρεμλίνο είναι πιθανό να επιθυμεί να παρατείνει τον πόλεμο προκειμένου να αποκτήσει μια ακόμη καλύτερη διαπραγματευτική θέση.
Οταν για παράδειγμα τεθεί το ερώτημα τι θα γίνει στην πραγματικότητα με την περιοχή του Ντονμπάς, στην ανατολική Ουκρανία. Θα αποδεχτεί το Κίεβο την ανεξαρτητοποίηση των αποκαλούμενων «λαϊκών δημοκρατιών» του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ; Θα κατορθώσει η Μόσχα να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της Μαριούπολης;
Μια συμφωνία θα μπορούσε να είναι πολύ κοντά, γιατί ο πόλεμος δεν φαίνεται να πηγαίνει καλά για τη Ρωσία. Οσο και αν ο πρόεδρος Πούτιν διαβεβαιώνει ότι όλα πηγαίνουν σύμφωνα με το σχέδιο. Η επιχείρηση, που σχεδιάστηκε ως «αστραπή», γίνεται όλο και περισσότερο καταστροφική για τη Μόσχα. «Το Κρεμλίνο είναι έτοιμο να διαπραγματευτεί, ή τουλάχιστον προσποιείται ότι είναι. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι εάν η Ρωσία είναι ακόμα σε θέση να επιβάλει όρους», τονίζει η γερμανική TAZ.
Μετά από τρεις εβδομάδες πολέμου, ο πρόεδρος Πούτιν συνειδητοποιεί ότι απλώς παραπλανήθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες: Η FSB, «φοβούμενη μην τον στεναχωρήσει, του είπε μόνο αυτό που ήθελε να ακούσει ο ίδιος», υποστηρίζει ο πρώην βουλευτής στην κρατική Δούμα, Ιλια Πονομαριόφ , με ανάρτησή του στο Facebook.
Ούτε οι Ουκρανοί βέβαια μπορούν να σκεφτούν σοβαρά τη νίκη. Ένας πόλεμος φθοράς θα ήταν επομένως μεγάλος κίνδυνος και για τα δύο: στρατιωτικός κίνδυνος για την Ουκρανία, πολιτικός κίνδυνος για τη Ρωσία.
Οι ευθύνες της Ρωσίας και του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι τεράστιες, αλλά το να τις ρίξουμε όλες πάνω στη Μόσχα, σημαίνει ουσιαστικά αποφυγή της ανάγκης για ειρηνική λύση.
Ο βασικός λόγος που επικαλείται ο Πούτιν είναι γνωστός:
Αντιδρά στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, σε ανοιχτή παραβίαση των δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι δυτικές δυνάμεις την εποχή της κατάρρευσης του Τείχους του Βερολίνου, πριν από 33 χρόνια.
Ο διάσημος και συντηρητικός, Αμερικανός ιστορικός Τζορτζ Κέναν, το 1997, σε συνέντευξή του στους New York Times, είχε πει προφητικά: «Η διεύρυνση της Ατλαντικής Συμμαχίας προς τα ανατολικά, μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας, θα μπορούσε να μετατραπεί στο πιο μοιραίο λάθος της αμερικανικής πολιτικής από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου… αυτή η απόφαση θα προκαλέσει αντιδυτικές εθνικιστικές και μιλιταριστικές τάσεις στη ρωσική κοινή γνώμη, θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της ρωσικής δημοκρατίας, να αποκαταστήσει την ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης και να ωθήσει τη ρωσική εξωτερική πολιτική προς την αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που θέλουμε».
Είναι αυτονόητο ότι οι ερμηνείες αυτές σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν τη ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας και τη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου. Όπως δεν μπορούν να δικαιολογηθούν και τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει τα διάφορα ακροδεξιά Ουκρανικά τάγματα εφόδου,κατά των ρωσόφωνων κατοίκων του Ντονμπάς τα προηγούμενα χρόνια.