Tου Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Πριν από 75 χρόνια, όταν ξεκινούσε ο Ψυχρός Πόλεμος, οι διαμορφωτές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, είχαν χωριστεί σε τρία στρατόπεδα για το πώς θα αντιμετωπίσουν τη «σοβιετική απειλή». Ο κεντροαριστερός, παρ`ολίγον διάδοχος του Ρούζβελτ το 1944 και πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Χένρι Γουάλας, υποστήριζε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συμβιβαστούν με αυτό που ο Στάλιν θεωρούσε ως «νόμιμες ανησυχίες» για την ασφάλεια της ΕΣΣΔ. Στο άλλο άκρο ήταν ο σκληροπυρηνιός δεξιός (πρώην Τροτσκιστής), καθηγητής Τζέιμς Μπάρναμ, που επέμενε ότι ο Στάλιν ήταν αποφασισμένος να προωθήσει την παγκόσμια επανάσταση και έπρεπε η Αμερική να τον σταματήσει, με τίμημα ακόμη και έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στο «κέντρο», βρίσκονταν διπλωμάτες όπως ο Τζορτζ Κέναν, σύμβουλος του τότε προέδρου Χάρι Τρούμαν, που θεωρούσαν μεν τη Σοβιετική Ένωση ως επικίνδυνα επιθετική δύναμη, αλλά υποστήριζαν ότι η επέκτασή της θα μπορούσε να «περιοριστεί», μέχρι το σοβιετικό καθεστώς να αλλάξει ριζικά ή να εξαφανιστεί.
Σήμερα, με τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να συνεχίζεται επί 20 ημέρες, χωρίς να διαφαίνεται ένα ορατό τέλος, οι αναλυτές προσπαθούν να διαγνώσουν μέχρι που μπορεί να φτάσει ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στην αντιμετώπιση του Ρώσου ομολόγου του, Βλαντιμίρ Πούτιν. Εμπάργκο στη Ρωσία και παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία, ναι. Αμερικανικά στρατεύματα σε ουκρανικό έδαφος όχι, είναι το σύνθημα του Μπάιντεν. Ο Αμερικανός πρόεδρος κατέστησε σαφές ότι δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει έναν Τριτο Παγκόσμιο πόλεμο. Σε κάθε περίπτωση, ο Μπάιντεν θέλει να κρατήσει τη χώρα του μακριά από τον πόλεμο στην Ευρώπη. Ενισχύει μόνο -τουλάχιστον επίσημα- τις αμυντικές δυνατότητες της Ουκρανίας στον άνισο αγώνα και προσπαθει να αποδυναμώσει την επιρροή της Ρωσίας,μέσω των αυστηρών οικονομικών κυρώσεων.
Υπουλος εχθρός ο πληθωρισμός
Οι δημοσκοπήσεις μετά την έκρηξη του πολέμου, δείχνουν μάλιστα ότι η πλειοψηφία των Αμερικανών είναι πρόθυμοι να πληρώσουν λίγο περισσότερο στην αντλία καυσίμων προκειμένου να απαγορευθούν οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες,που ανακοίνωσε ο Μπάιντεν στις 8 Μαρτίου. Αντίθετα, μετά τις μακροχρόνιες, επώδυνες και δαπανηρές στρατιωτικές επεμβάσεις στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, ελάχιστοι Αμερικανοί διψούν για έναν νέο πόλεμο.
Μέχρι στιγμής, στους Αμερικανούς αρέσει αυτό που βλέπουν και η δημοτικότητα του Μπάιντεν έχει ανέβει λόγω του πολέμου, καθώς, πριν, είχε φτάσει σε πολύ χαμηλά ποσοστά.Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναμένεται να παίξει σημαντικό ρόλο στο εσωτερικό μέτωπο, ενόψει και των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών για την ανανέωση του Κογκρέσου τον προσεχή Νοέμβριο.
Ο πολιτικός κίνδυνος για τον Μπάιντεν είναι ότι η αναμενόμενη για αύριο αύξηση των επιτοκίων από τη Fed,θα μπορούσε να αποδυναμώσει την οικονομική ανάπτυξη, και κατά συνέπεια την αύξηση των θέσεων εργασίας, σε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού στην Αμερική. Επώδυνες μπορεί να είναι και οι επιπτώσεις του οικονομικού πολέμου που εξαπέλυσε ο Μπάιντεν εναντίον της Μόσχας ως απάντηση στην εισβολή. Για παράδειγμα, η Morgan Stanley εκτιμά ότι η αύξηση των τιμών του νικελίου από τότε που ανακοινώθηκαν οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας θα αυξήσει το κόστος στους κατασκευαστές ηλεκτρικών οχημάτων κατά 1000 δολάρια ανά μονάδα. Το οικονομικό τοπίο είναι επομένως πιο ύπουλο από ό,τι ήταν πριν από το ξέσπασμα του πολέμου και αποτελεί προφανή ανησυχία για τον Λευκό Οίκο.
Γεωπολιτικοί κίνδυνοι
Υπάρχουν όμως προφανείς γεωπολιτικοί κίνδυνοι στο μέλλον.Οι Αμερικανοί φαίνεται να έχουν ανησυχήσει πολύ μετά τον βομβαρδισμό της ουκρανικής στρατιωτικής βάσης στο Γιαβορίβ, μόλις 20 λεπτά με το αυτοκίνητο από τα πολωνικά σύνορα. Από την επίθεση σκοτώθηκαν 35 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 134, σύμφωνα με τις ουκρανικές αρχές. Η επίθεση στο Γιαβορίβ ανοίγει δυνητικά ένα νέο μέτωπο στον πόλεμο, καθώς η βάση φιλοξενούσε εκπαιδευτικές αποστολές του ΝΑΤΟ μόλις πριν από λίγες εβδομάδες και ήταν κέντρο μιας εκπαιδευτικής στρατιωτικής αποστολής υπό την ηγεσία του Καναδά. Η Μόσχα κατέστησε επίσης σαφές το Σαββατοκύριακο ότι θα αντιμετωπίσει τις αποστολές όπλων στην Ουκρανία από χώρες του ΝΑΤΟ ως νόμιμους στρατιωτικούς στόχους. «Ο κίνδυνος της κλιμάκωσης πρέπει να είναι πολύ ψηλά στις σκέψεις του Μπάιντεν, γιατί η Ρωσία είναι μια πυρηνική δύναμη», λέει ο απόστρατος στρατηγός Μπεν Χόντζες, πρώην διοικητής των Αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη.
Το 1953, ο τότε πρόεδρος Χάρι Τρούμαν έλεγε ότι ο Ψυχρός Πόλεμος δεν θα τελείωνε σύντομα. Το ίδιο κατανοεί και ο Μπάιντεν, καθώς έχει ξεκινήσει ήδη ο Δεύτερος Ψυχρός Πόλεμος. Ακόμη και μια οικονομικά κατεστραμμένη, στρατιωτικά περιορισμένη Ρωσία, θα παραμείνει μεγάλη γεωπολιτική δύναμη. Η Κίνα θα είναι επίσης ένας τρομερός αντίπαλος των Ηνωνένων Πολιτειών για δεκαετίες. Η κρίση στην Ουκρανία είναι απλά μόνο η αρχή…