Από την έντυπη έκδοση
Του Πλάτωνα Τσούλου
[email protected]
Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που κυριαρχούν στην επικαιρότητα, ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην Ουκρανία, είναι αυτό της ενεργειακής ακρίβειας και των επιπτώσεών της στις τιμές βασικών αγαθών και όχι μόνο. Για το εν λόγω θέμα τοποθετούνται καθημερινά, πέρα από τους πολιτικούς όλων των κομμάτων, εκπρόσωποι φορέων της αγοράς, επαγγελματικών σωματείων και εργαζομένων, όπως και δημόσια πρόσωπα των οποίων οι απόψεις έχει βαρύνουσα σημασία.
Ωστόσο, στο μακρό αυτό διάστημα, αν δεν ακούστηκε η φωνή κάποιων, ήταν των καταναλωτών. Οι καταναλωτές αποτελούν την πολυπληθέστερη και, εφόσον μιλάμε περί ακρίβειας, την πλέον πολύπαθη κοινωνική ομάδα, στην οποία καταλήγει κάθε ανατίμηση της αγοράς. Κι όμως, η αφωνία των συνδικαλιστικών εκπροσώπων τους παραμένει μέχρι και σήμερα κάτι περισσότερο από ηχηρή και με διάρκεια ετών πολλών. Δεν τους ακούσαμε, για παράδειγμα, να τοποθετούνται παρεμβατικά κατά τη δεκαετή κρίση χρέους της χώρας, όπως και στην επόμενη κρίση, της πανδημίας, όταν η αγορά άρχισε να επιστρέφει σταδιακά στην κανονικότητα και οι πρώτες ανατιμήσεις αποτέλεσαν γεγονός.
Αν πάμε, δε, περί τα 20 χρόνια πίσω, η φωνή των καταναλωτών δεν ακούστηκε ούτε και κατά την περίοδο εισαγωγής του ευρώ στην οικονομία. Τότε που σε μια... νύχτα πολλαπλασιάστηκαν οι τιμές ορισμένων αγαθών, αυτών με αξία μικρότερη των 340,75 δρχ. (ισοτιμία με ευρώ). Ποιος ο λόγος για τον οποίο επί δεκαετίες η Πολιτεία επιμένει να αφήνει στην τύχη του τον καταναλωτή, αυτόν που καθημερινά τροφοδοτεί με το εισόδημά του την αγορά; Σε άλλες χώρες οι εκπρόσωποι των καταναλωτών λειτουργούν ως ρυθμιστές πολλών και σοβαρών ζητημάτων. Γνωρίζουν πώς να παρεμβαίνουν με υπευθυνότητα έναντι όλων και των πολιτών και της αγοράς. Μένει να δούμε πότε στην Ελλάδα θα αποκτήσουμε τη δέουσα ωριμότητα, επενδύοντας στον σωστά ενημερωμένο και συνδικαλιστικά οργανωμένο καταναλωτή.