Τέσσερις αφγανές φεμινίστριες που είχαν συλληφθεί στην Καμπούλ τις τελευταίες εβδομάδες, αφού συμμετείχαν σε διαδηλώσεις διεκδικώντας να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των γυναικών, και θεωρούνταν έκτοτε «αγνοούμενες», αφέθηκαν ελεύθερες από τους Ταλιμπάν, ανακοίνωσε χθες Κυριακή η UNAMA, η αποστολή του ΟΗΕ στο Αφγανιστάν.
«Έπειτα από μακρά περίοδο αβεβαιότητας για την τύχη τους και την ασφάλειά τους, οι τέσσερις ‘αγνοούμενες’ αφγανές ακτιβίστριες, καθώς και οι συγγενείς τους που επίσης αγνοούνταν, απελευθερώθηκαν όλες και όλοι από τις αρχές» των Ταλιμπάν, ενημέρωσε η αποστολή του ΟΗΕ μέσω Twitter.
Δυο πρώτες ακτιβίστριες, η Ταμάνα Ζαριαμπί Παργιανί και η Παρουάνα Ιμπραχιμχέλ, είχαν συλληφθεί τη 19η Ιανουαρίου, μερικές ημέρες μετά τη συμμετοχή τους σε κινητοποίηση γυναικών στην αφγανική πρωτεύουσας, που διαμαρτύρονταν ειδικά εναντίον της υποχρεωτικής ένδυσης με την μπούρκα, το πέπλο που δεν αφήνει να φαίνονται παρά μόνο τα μάτια, σύμβολο της καταπίεσης των γυναικών στο Αφγανιστάν.
Οι άλλες δύο, η Μουρσάλ Αγιάρ και η Ζεχρά Μοχαμαντί, συνελήφθησαν στις αρχές του Φεβρουαρίου.
Κάθε φορά, συλλαμβάνονταν επίσης συγγενείς των ακτιβιστριών.
Την απελευθέρωση της κυρίας Ιμπραχιμχέλ είχαν ήδη κάνει γνωστή την Παρασκευή συγγενείς της, διευκρινίζοντας πως «κρατείτο από το Ισλαμικό Εμιράτο», κατά την ονομασία που έχουν δώσει οι Ταλιμπάν στο καθεστώς τους.
Σε βίντεο που αναρτήθηκε σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης προτού τη συλλάβουν, η κυρία Παργιανί ζητούσε απεγνωσμένα βοήθεια μέσα στη νύχτα: «Σας παρακαλώ, βοηθήστε με! Οι Ταλιμπάν ήρθαν στο σπίτι μας (...) Οι αδελφές μου είναι εδώ», δήλωνε με εμφανή αγωνία.
Ακούγεται να μιλάει στους άνδρες στην άλλη πλευρά της πόρτας, να τους καλεί να μην μπουν στο σπίτι της. «Αν θέλετε να συζητήσουμε, θα συζητήσουμε αύριο. Δεν μπορώ να σας δω μέσα στη νύχτα, με τα κορίτσια (στο σπίτι). Δεν μπορώ (να ανοίξω) (...) Σας παρακαλώ! Βοηθήστε με, βοηθήστε με!».
Οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν ότι είχαν ανάμιξη στην εξαφάνιση των ακτιβιστριών και διαβεβαίωσαν πως διενεργούσαν έρευνα. Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησής τους, ο Ζαμπιουλά Μουτζάχιντ, είχε ωστόσο σημειώσει πως οι αρχές «έχουν δικαίωμα να συλλαμβάνουν και να απαγγέλλουν κατηγορίες σε διαφωνούντες και (...) όσους παραβιάζουν τον νόμο».
Οι φονταμενταλιστές ισλαμιστές διαβεβαιώνουν ότι έχουν εκσυγχρονιστεί από την προηγούμενη φορά που άσκησαν την εξουσία, από το 1996 ως το 2001, όταν είχαν καταπατήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ωστόσο, αφότου ανέκτησαν την εξουσία τον Αύγουστο, καταστέλλουν κάθε αντιπολίτευση. Διέλυσαν επανειλημμένα διαδηλώσεις ακτιβιστριών για τα δικαιώματα των γυναικών, συνέλαβαν φωνές που επέκριναν το καθεστώς τους, ξυλοκόπησαν ή συνέλαβαν αρκετούς δημοσιογράφους.
Οι φονταμενταλιστές ισλαμιστές έδιωξαν εξάλλου τις έφηβες από κολλέγια και λύκεια, επέβαλαν στις γυναίκες να συνοδεύονται από άνδρα στενό συγγενή τους όταν βγαίνουν από το σπίτι, ενώ τις απέκλεισαν από τις περισσότερες θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα.
Την Παρασκευή, οι Ταλιμπάν απελευθέρωσαν επίσης δύο ξένους δημοσιογράφους, που είχαν συλληφθεί στην Καμπούλ ενώ βρίσκονταν σε αποστολή για την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), όπως και αφγανοί συνάδελφοί τους.
Ο ένας τους είναι ο Άντριου Νορθ, ανεξάρτητος βρετανός δημοσιογράφος, πρώην ανταποκριτής του BBC στην Καμπούλ.
«Αρκετοί» Βρετανοί εξάλλου είναι κρατούμενοι στο Αφγανιστάν επί του παρόντος, ανακοίνωσε το Σάββατο το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών, προσθέτοντας πως «αναφέρθηκε» στην κατάστασή τους στις συνομιλίες με τους Ταλιμπάν, χωρίς να διευκρινίσει τον αριθμό τους.
Ανάμεσα στους βρετανούς κρατούμενους είναι ο Πίτερ Τζούβεναλ, πρώην δημοσιογράφος που έγινε επιχειρηματίας, που έχει διπλή, γερμανική και βρετανική υπηκοότητα και έχει συλληφθεί από τις αρχές Δεκεμβρίου, σύμφωνα με ανακοίνωση που διένειμαν φίλοι του.
Παντρεμένος με Αφγανή, ο κ. Τζούβεναλ μπορεί να «τέθηκε υπό κράτηση κατά λάθος», καθώς βρισκόταν στο Αφγανιστάν στο πλαίσιο επαφών για επενδύσεις στον τομέα των μεταλλείων της χώρας, πρόσθεσαν.
«Κρατείται χωρίς να του έχουν απαγγελθεί κατηγορίες και χωρίς ουδεμία δυνατότητα να επικοινωνήσει, ούτε με την οικογένειά του ούτε με τους δικηγόρους του».
Το Αφγανιστάν είναι αντιμέτωπο με βαθιά ανθρωπιστική κρίση και η διεθνής κοινότητα, που μέχρι σήμερα δεν έχει αναγνωρίσει το καθεστώς των Ταλιμπάν, χαρακτηρίζει την τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προϋπόθεση για την πιθανή επανέναρξη της διεθνούς βοήθειας, που αντιπροσώπευε περίπου το 75% του αφγανικού προϋπολογισμού προτού ανακαταλάβουν την εξουσία οι Ταλιμπάν.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP