Από την έντυπη έκδοση
Σε κινητοποιήσεις -για μια ακόμη χρονιά- κατέρχονται οι αγρότες του θεσσαλικού κάμπου, σύμφωνα με τους οποίους τα επτά μέτρα στήριξης, ύψους 150 εκατ. ευρώ που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση «αποτελούν ψίχουλα κοροϊδίας» και όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα που προβάλλουν και δεν λύνουν κανένα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, αλλά δεν προσφέρουν καν μια μικρή ανακούφιση, σύμφωνα συγκεκριμένα με τη Συντονιστική Επιτροπή του Μπλόκου της Νίκαιας. Και διεκδικούν από την πλευρά τους κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής για το ρεύμα και όχι κάλυψη του 80% για το διάστημα από τον Αύγουστο μέχρι τον Δεκέμβρη του 2021 και του 50% για τον Γενάρη και τον Φλεβάρη του 2022, διάστημα που -όπως επισημαίνουν- οι αρδευτικές ανάγκες είναι πολύ μικρότερες, άρα λιγότερη και η κατανάλωση ρεύματος, καθώς επίσης και αφορολόγητο πετρέλαιο και όχι «επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης».
Σήμα SOS εκπέμπει την ίδια ώρα και η ελληνική κτηνοτροφία, με τον ΣΕΚ (Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας) με επιστολή του προς τον πρωθυπουργό να ζητά άμεσες οικονομικές ενισχύσεις στους κτηνοτρόφους, με την καταβολή ποσού ενίσχυσης ανά ζώο, αλλά και την ευνοϊκή ρύθμιση τραπεζικών χρεών, τονίζοντας ότι η κτηνοτροφία αντιμετωπίζει καταστροφή συνεπεία των πληθωριστικών πιέσεων και των μεγάλων προβλημάτων που συσσωρεύτηκαν στην πρωτογενή παραγωγή.
Η διεξαγωγή αγροτικών κινητοποιήσεων τέτοια εποχή κάθε χρόνο, σχεδόν ανελλιπώς από τη δεκαετία ακόμη του 1990, είναι αλήθεια ότι έχει κουράσει την κοινή γνώμη, ιδιαίτερα καθόσον κάποιες φορές οι αποκλεισμοί δρόμων προκαλούσαν την ταλαιπωρία όχι των κυβερνώντων, αλλά άλλων εργατικών τάξεων και των απλών πολιτών και συχνά αντιμετωπίζεται ως μια «παραδοσιακή» έως και γραφική ρουτίνα.
Φέτος, όμως, με την κατακόρυφη αύξηση του κόστους ενέργειας και των πρώτων υλών να προκαλεί έντονες αναταράξεις σε όλη την αλυσίδα παραγωγής, οι ιθύνοντες μάλλον οφείλουν να επιδείξουν περισσότερο ευήκοα ώτα. Διότι τα αιτήματα πλέον δεν έχουν καμία σχέση με συνθήματα τύπου «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά» άλλων δεκαετιών, αλλά δυστυχώς αφορούν πλέον την καρδιά-πυρήνα της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, δηλαδή πολύ απλά τη δυνατότητα συνέχισής της.