Το Venture Capital και η Διάσπαση

Τετάρτη, 02 Φεβρουαρίου 2022 14:19
UPD:14:26
Shutterstock
A- A A+

Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός
Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών
Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων
Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ
Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France

 

Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης

Οι καινοτομίες σπάνια προέρχονται από ειδικούς. Για παράδειγμα, ο Jeff Bezos δεν ήταν βιβλιοπώλης. Ο Elon Musk δεν προερχόταν από την αυτοκινητοβιομηχανία. Όταν πρόκειται για καινοτομία, ένας γνωστός επενδυτής επιχειρηματικού κεφαλαίου (venture capitalist) είπε ότι το μέλλον δεν μπορεί να προβλεφθεί, μπορεί μόνο να ανακαλυφθεί. Οι περισσότερες προσπάθειες ανακάλυψης αποτυγχάνουν, αλλά μερικές πετυχαίνουν σε τέτοια κλίμακα που υπερκαλύπτουν οτιδήποτε άλλο. Αυτό ο ακραίος δείκτης επιτυχίας και αποτυχίας είναι ο νομός ισχύος που οδηγεί τα επιχειρηματικά κεφάλαια (venture capital), τη Silicon Valley, τον τεχνολογικό τομέα, τον κόσμο.

Το venture capital (VC) ως θεσμός χρηματοδότησης ξεκίνησε αρχικά στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1940 και έκτοτε εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Το VC χρηματοδοτεί νέες επιχειρήσεις και ειδικά αυτές που αναπτύσσουν νέες τεχνολογίες και κατακτούν νέες αγορές. Παράλληλα όμως συμβάλλει στην ανάπτυξη του επιχειρηματικού πνεύματος. Τα οφέλη από τη χρησιμοποίηση του VC ως μέσου χρηματοδότησης είναι πολλαπλά και μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο επίπεδα: (1) στην οικονομία της χώρας, (2) στην αναπτυσσόμενη επιχείρηση.

Σε επίπεδο οικονομίας, το VC διευκολύνει την ίδρυση νέων επιχειρήσεων και ταυτόχρονα υποκινεί την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό υπαρχουσών επιχειρήσεων, βοηθώντας με τον τρόπο αυτό στην οικονομική ανάπτυξη και καταπολέμηση της ανεργίας. Σε επίπεδο αναπτυσσόμενης επιχείρησης, το VC επιτρέπει στην επιχείρηση να πραγματοποιήσει αναγκαίες επενδύσεις ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού χωρίς την επαύξηση του χρηματοοικονομικού κινδύνου λόγω δανεισμού (βλ. Κ. Ζοπουνίδης κ.α., καλό δάνειο, κακό δάνειο, Ναυτεμπορική, Παρασκευή 02 Αυγούστου 2019). Παράλληλα το VC, με τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων, προσθέτει αξία η οποία εκφράζεται με την υποστήριξή τους σε θέματα στρατηγικού προγραμματισμού, μάρκετινγκ, πωλήσεων, χρηματοοικονομικού προγραμματισμού (financial planning), ελέγχου, μεταφοράς τεχνογνωσίας και εισαγωγής σύγχρονων μεθόδων διοίκησης (βλ. C. Zopounidis, la gestion du capital risque, editions Economica, 1990).

To άρθρο αυτό βασίζεται στο πρόσφατο βιβλίο του χρηματοοικονομικού ιστορικού Sebastian Mallaby ο οποίος αφηγείται την ιστορία αυτής της παράξενης φυλής χρηματοοικονομικών που έχουν χρηματοδοτήσει τις πιο επιτυχημένες επιχειρήσεις του κόσμου, από την Google έως τη Space X και την Alibaba (βλ. S. Mallaby, the power law: venture capital and the art of disruption, Allain Lane/Penguin, 25 Jan. 2022, 477 p.).

Οι μεγάλες επιτυχίες

Ο συγγραφέας με ένα καθηλωτικό μείγμα αφήγησης και ανάλυσης, δίνει νόημα στη φαινομενική τυχαία επιτυχία στο επιχειρηματικό κεφάλαιο, μια βιομηχανία που βασίζεται, για καλό και για κακό, στο ένστικτο και την προσωπικότητα και όχι σε υπολογιστικά φύλλα και δεδομένα. Θεωρεί τους επενδυτές σε VC ενός νέου είδους χρηματοδότες ως «άπληστους», «δειλούς», «ύπουλους», «αλαζόνες»...

Αυτό σε καμία περίπτωση δεν τους εμπόδισε να επωφεληθούν από τα κέρδη τους. Μια εταιρεία VC κέρδισε 42 φορές την αρχική της επένδυση όταν η επιχείρηση που χρηματοδότησε, Genentech, εισήλθε στο χρηματιστήριο το 1980.

Περίπου 40 χρόνια αργότερα, οι επιχειρήσεις τεχνολογίας που απογείωσαν οι venture capitalistes έχουν κυριολεκτικά καταπιεί τη Wall Street. H Apple της οποίας η κεφαλαιοποίηση έφτασε τα 3000 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά και το Facebook, η Google ή η Tesla είναι σήμερα τα νέα blue chips των αμερικανικών αγορών. Και ένα κεντρικό ερώτημα: οι επενδυτές ρίσκου δημιουργούν επιτυχίες ή απλώς καρπώνονται τα οφέλη. Μάλλον λίγο και από τα δύο. Ο νόμος των επιχειρήσεων είναι γνωστός σε όλους: ένα πολύ μικρό μέρος των επενδύσεων παράγει το μεγαλύτερο μέρος των κερδών. Όπως οι Sequoia και η Kleiner Perkings, οι οποίοι επένδυσαν 24 εκατομμύρια δολάρια στη Google το 1999. Πέντε χρόνια αργότερα, όταν εισήλθε στο χρηματιστήριο, ο όμιλος αποτιμήθηκε στα 23 δισεκατομμύρια δολάρια...

Ένας άλλος κανόνας που ισχύει: οι επενδυτές VC επενδύουν σε ανθρώπους περισσότερο από ότι σε τεχνολογίες, η εγκυρότητα των οποίων είναι πιο δύσκολο να εκτιμηθεί. Τα στοιχήματα που έγιναν σε Zuckerberg, Bezos, Jobs, Brin ή Musk, έχουν αποδειχθεί κερδισμένα.

Συνολικά, οι επενδυτές VC άλλαξαν το πρόσωπο του χρηματοοικονομικού καπιταλισμού.

Συμπερασματικά, παρά την κάπως αντίθετη εικόνα, είχαν, ως ομάδα, θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία και την οικονομία. Και αν η δύναμή τους συσχετιστεί με τις περιουσίες που έχουν δημιουργήσει για τους ίδιους και για άλλους μετόχους, η επιρροή τους στις τεχνολογικές επιλογές του αύριο δεν κινδυνεύει να μειωθεί. Τα μεγάλα κατορθώματα που δημιούργησε η τεχνολογική διάσπαση σε όλους τους τομείς είναι ήδη παρόντα (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Γ. Ατσαλάκης, Ι. Ατσαλάκη, τεχνολογική διάσπαση και παραδείγματα, Πολυτεχνείο Κρήτης, 30/01/2020).

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή