Η θεραπεία με πλάσμα αίματος από ιαθέντες ασθενείς με Covid-19 φέρνει αποτελέσματα μόνο σε μερικές περιπτώσεις σε ασθενείς με ενεργή λοίμωξη, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη, που επιβεβαιώνει προηγούμενες.
Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχει ένα μικρό χρονικό «παράθυρο» που η συγκεκριμένη θεραπεία, η οποία βασίζεται σε αντισώματα από αναρρώσαντες, μπορεί να «δουλέψει». Αφορά κυρίως ασθενείς αρκετά σοβαρά για να χρειάζονται νοσηλεία, οι οποίοι δεν έχουν όμως ακόμη νοσήσει τόσο βαριά, ώστε να έχουν ανάγκη εισαγωγής σε ΜΕΘ ή διασωλήνωσης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια βιοστατιστικής Αντρέα Τρόξελ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «JAMA Network Open», ανέλυσαν στοιχεία (μετα-ανάλυση) από οκτώ έρευνες με θεραπεία πλάσματος ιαθέντων, οι οποίες αφορούσαν συνολικά 2.369 άτομα σε ΗΠΑ, Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Βραζιλία και Ινδία.
Η μελέτη συμπέρανε ότι κατά μέσο όρο η εν λόγω θεραπεία αύξησε κατά 6% την πιθανότητα ανάρρωσης των νοσηλευομένων με Covid-19 ασθενών. Η πιθανότητα βελτίωσης ήταν καλύτερη, όταν η χορήγηση της θεραπείας είχε γίνει σε αρχικό στάδιο της νοσηλείας και σε ασθενείς με λιγότερο βαριά νόσο. Όσοι είχαν λάβει πλάσμα αίματος ιαθέντων λίγο μετά την είσοδό τους στο νοσοκομείο, είχαν 15% μικρότερη πιθανότητα θανάτου μέσα στον επόμενο μήνα από την αρχική διάγνωση, σε σχέση με όσους δεν είχαν κάνει τη θεραπεία ή είχαν πάρει εικονικό φάρμακο (πλασίμπο). Η θεραπεία φάνηκε να ωφελεί κυρίως εκείνους με ομάδες αίματος Α ή ΑΒ.
«Η μελέτη μας έδειξε ότι ενώ το πλάσμα αναρρωσάντων δεν έχει ισχυρό ευεργετικό αποτέλεσμα κατά μέσο όρο, υπάρχουν υπο-ομάδες ασθενών στους οποίους η θεραπεία φαίνεται να βοηθάει. Πρόκειται για ασθενείς με λιγότερο σοβαρή νόσο και με άλλα υποκείμενα νοσήματα όπως διαβήτη, καρδιοπάθεια ή παθήσεις των πνευμόνων», δήλωσε η δρ Τρόξελ. «Αν οι ασθενείς ήδη νοσηλεύονται και νοσούν βαριά, πιθανώς είναι πολύ αργά για να φέρει αποτέλεσμα το πλάσμα αναρρωσάντων. Οι ασθενείς με υποκείμενη ασθένεια είναι πιθανότερο να εμφανίσουν βελτίωση από το πλάσμα, πιθανώς επειδή έχουν τη μεγαλύτερη δυσκολία να παράγουν αντισώματα για να καταπολεμήσουν τη λοίμωξη. Το μεταγγιζόμενο πλάσμα ενισχύει την ικανότητα του σώματός τους να πολεμά τον ιό, όμως μόνο στο αρχικό στάδιο της νόσου Covid-19 και προτού αυτή κατακυριεύσει το σώμα», πρόσθεσε.
Το πλάσμα αναρρωσάντων έχει χρησιμοποιηθεί εδώ και πάνω από έναν αιώνα ως θεραπευτική μέθοδος για διάφορες αρρώστιες. Μολονότι είχαν δημιουργηθεί μεγάλες ελπίδες για αξιοποίηση του και κατά της Covid-19, διάφορες μελέτες έχουν μετριάσει αυτές τις προσδοκίες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν το συστήνει στις περισσότερες περιπτώσεις, ενώ η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων(FDA)των ΗΠΑ θεωρεί ακόμη πειραματική τη θεραπεία και συνιστά τη χρήση της κυρίως σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. Το πλάσμα, που χορηγείται μέσω μετάγγισης, πρέπει να δοθεί στο αρχικό στάδιο της λοίμωξης σε νοσηλευόμενους ασθενείς, μέσα σε επτά μέρες το πολύ από την αρχική διάγνωση της Covid-19.
Οι ερευνητές στις ΗΠΑ δημιούργησαν έναν χρήσιμο δείκτη βαθμολόγησης, με βάση τον οποίο οι γιατροί μπορούν να αποφασίζουν αν η χορήγηση πλάσματος θα βοηθήσει έναν ασθενή. Ο δείκτης βρίσκεται στη διεύθυνση εδώ
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση εδώ
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ