Στην πρώτη ποιητική συλλογή της, με τίτλο «Ο Διέξοδος Έρωτας» (Κάπα Εκδοτική), η Ευτυχία Αλεξανδροπούλου «πέρασε» όπως μας λέει η ίδια, «από την επιβίωση στην επιτακτική υποχρέωση για Ζωή, με όχημα έναν Έρωτα».
Ερχόμενη σε επαφή με την ψυχοθεραπεία και την ποίηση, καταλαβαίνει πως ο κόσμος συνεχίζει να υπάρχει, πως παραμένει δικός της μα δεν θα ’ναι ποτέ ο ίδιος.
Μέσα απ’ τη σταδιακή βελτίωση μα και την παλινδρόμησή της ενίοτε, συνειδητοποιεί πως όλα αυτά είναι η ανθρώπινη πορεία.
Ένας Έρωτας τη συντονίζει ψηλά και την απομακρύνει από τους χαμηλούς κραδασμούς του περιβάλλοντός της. Ένας Έρωτας -που τον βιώνει με απίστευτη ένταση- μ’ ένα ερωτικό υποκείμενο, ασθενές και απέναντι (ποτέ δίπλα, ποτέ εδώ), καθρέφτης ενός εξιδανικευμένου και ταυτόχρονα παθολογικού εαυτού, παρουσιάζεται μπροστά της.
Δυο αρνήσεις θα κάνουν μια κατάφαση. Ένα νέο τραύμα θα αρχίσει να διορθώνει το παλιό. Ένας αγείωτος, ανεκπλήρωτος Έρωτας, εξαιρετικά εξαρτητικός και συνδεδεμένος με το παραμύθι (η Χιονάτη και ο ψηλός Νάνος) γίνεται ποιητική συλλογή και οδηγεί αυτός πια την πρωταγωνίστρια στη διέξοδο. Κι εύχεται η καταγεγραμμένη εμπειρία μιας τέτοιας ερωτικής ιστορίας να γίνει και για τους αναγνώστες, ΔΙΕΞΟΔΟΣ.
Ιατρική και ποίηση
Η Ευτυχία Αλεξανδροπούλου μας είπε για το πόνημά της: «Η ιατρική, ως γνώση είναι επιστήμη, μα ως πράξη, είναι τέχνη. Λίγα και πάλι γνωρίζουμε για τον άνθρωπο παρά τη μεγάλη πρόοδο και καλούμεθα να ασκούμε ιατρική, στα πλαίσια ημιμάθειας και περιορισμένης οπτικής (λόγω ειδικοτήτων ) και να αυξάνουμε ένα βάθος μειώνοντας το πλάτος του.
Μα πώς; Πώς να βάλω την υπέροχη μοναδικότητα ενός ανθρώπου, πάσχοντα, σε στατιστικές ιατρικές μελέτες, πώς να τεμαχίσω την ολότητά του, πώς να δω την παθολογία οργάνων ανθρωπίνων, ξεκομμένων από το συναίσθημα τους;
Ελλειμματικές αντιστοιχίσεις να με γεμίζουν ερωτηματικά και άγχος για την άλλη ανθρώπινη ζωή , που είχα στα χέρια μου. Και να μην προβλέπεται το αποτέλεσμα των θεραπευτικών μου αποφάσεων βάσει αποδείξεων. Και τότε, πολύ πίσω, ήρθε η τέχνη - ασυνείδητα - να σώσει εμένα και τον ασθενή μου.
Μια διαίσθηση, μια ασυνείδητη κεραία, μια παρατήρηση που δεν άπτεται λογικών διαδικασιών σε βοηθά να μεταφράσεις αυτό που ο άλλος δε μπορεί να σου πει με λόγια και έτσι μαθαίνεις να παρατηρείς και τη ζωή και τη μαγεία της και αυτό σε κάνει ποιητή.
Η συνειδητοποίηση της συγκλονιστικής μοναδικότητας του ανθρώπου μ’ έκανε τότε ως γιατρό , ποιητή και ένας αγείωτος , εξαρτητικός και συνδεδεμένος με το παραμύθι Έρωτας, μ’ έκανε τώρα ως άνθρωπο, “έγχαρτο” ποιητή.»
naftemporiki.gr