Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός
Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών
Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων
Επίτιμος Δρ. Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France
Υποψήφια Δρ. Μαριάννα Εσκαντάρ
Μέλος του Εργαστηρίου Financial Engineering
Πολυτεχνείο Κρήτης
Δρ. Αιμίλιος Γαλαριώτης
Καθηγητής Χρηματοοικονομικής
Αντιπρύτανης Έρευνας
Audencia Business School, France
Ο Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης
Η κοινωνική ή ηθική επένδυση, όπως λέγεται, έχει οριστεί ως «. . . ένα σύνολο προσεγγίσεων που περιλαμβάνουν κοινωνικούς ή ηθικούς στόχους ή περιορισμούς καθώς και πιο συμβατικά χρηματοοικονομικά κριτήρια στις αποφάσεις για την απόκτηση, κατοχή ή διάθεση μιας συγκεκριμένης επένδυσης» (Cowton, Christopher J., ‘Playing by the Rules: Ethical Criteria at an Ethical Investment Fund’, Business Ethics: A European Review, January 1999 ). Η κοινωνική επένδυση περιλαμβάνει μια σειρά από δραστηριότητες, όπως οι κοινοτικές επενδύσεις (δηλαδή, η επένδυση σε πρωτοβουλίες τοπικής ανάπτυξης) και ο ακτιβισμός των μετόχων (π.χ. αποφάσεις μετόχων).
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η συγκεκριμένη επενδυτική μορφή έχει αναπτυχθεί αρκετά. Οι τρέχουσες εκτιμήσεις είναι ότι πάνω από δύο τρισεκατομμύρια δολάρια έχουν επενδυθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες σε κοινωνικές επενδύσεις, που αποτελούν περίπου το 13% του συνόλου των κεφαλαίων υπό επαγγελματική διαχείριση. Υπάρχουν πλέον πάνω από πενήντα ηθικά ή κοινωνικά αμοιβαία κεφάλαια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στον Καναδά, υπολογίζεται ότι έχουν επενδυθεί τριακόσια δισεκατομμύρια δολάρια από πεντακόσιες χιλιάδες επενδυτές σε τουλάχιστον δεκατέσσερα διαφορετικά ηθικά ή κοινωνικά αμοιβαία κεφάλαια. Στην Ευρώπη έχουν επενδυθεί περίπου 11 δισεκατομμύρια λίρες. Άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ιδρύσει ηθικά ή κοινωνικά αμοιβαία κεφάλαια περιλαμβάνουν τη Σουηδία, Ελβετία, Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία, Νορβηγία, και Φινλανδία. Εκτός από την ανάπτυξη ηθικών αμοιβαίων κεφαλαίων, έχουν καθιερωθεί ορισμένοι δείκτες κοινωνικής ευθύνης, συμπεριλαμβανομένου του δείκτη βιωσιμότητας Dow Jones στις Ηνωμένες Πολιτείες, του κοινωνικού δείκτη Jantzi στον Καναδά και του FTSE4Good στη Βρετανία.
Από τη δεκαετία του 1980, διάφοροι παράγοντες έχουν συμβάλει στην τεράστια πρόσφατη ανάπτυξη των κοινωνικών ή ηθικών επενδύσεων, όπως:
• αυξανόμενες ανησυχίες των επενδυτών για θέματα όπως το περιβάλλον, η εργασία, τα κατασταλτικά καθεστώτα, η ασφάλεια των προϊόντων και ο καπνός,
• ανάπτυξη του κινήματος της επιχειρηματικής ηθικής και της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης,
• αυξανόμενα στοιχεία ότι τα ηθικά κεφάλαια παράγουν ελκυστικές αποδόσεις για επενδυτές (ή τουλάχιστον παράγουν παρόμοιες αποδόσεις),
• αύξηση της διαφήμισης ηθικών αμοιβαίων κεφαλαίων,
• μεγαλύτερη έκθεση των media,
• ανάπτυξη δεικτών βιωσιμότητας που περιλαμβάνουν μόνο κοινωνικά υπεύθυνες εταιρείες και,
• ανάπτυξη των εθνικών οργανισμών κοινωνικών επενδύσεων και των συναφών δραστηριοτήτων τους.
Ηθική ή συμφέρον;
Μια από τις σημαντικότερες πιθανές ανησυχίες σχετικά με τον κλάδο των ηθικών αμοιβαίων κεφαλαίων είναι η δημιουργία δεοντολογικών προβολών σχετικά με την προώθηση νέων προϊόντων. Είναι πράγματι ηθικές τέτοιες κινήσεις; Μπορούν να δικαιολογηθούν ηθικά;
Αν υποθέσουμε ότι η εθιστική φύση του προϊόντος εξαναγκάζει ένα άτομο να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το προϊόν (ή καθιστά εξαιρετικά δύσκολη τη διακοπή της χρήσης του προϊόντος χωρίς ειδική μεταχείριση), τότε δεν μπορούμε να πούμε ότι το άτομο κάνει συνετή χρήση. Εάν το προϊόν είναι πραγματικά εθιστικό, τότε ο χρήστης δεν διαθέτει πλέον επαρκή έλεγχο σχετικά με τη χρήση του. Ωστόσο, η παροχή ενός προϊόντος που είναι εθιστικό στη φύση αλλά όχι σωματικά επικίνδυνο, δεν είναι απαραίτητα ανήθικο. Δυνητικά εθιστικές δραστηριότητες, όπως υπολογιστές ή βιντεοπαιχνίδι δεν έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν σωματική βλάβη στο χρήστη και επομένως η παροχή υπολογιστών ή βιντεοπαιχνιδιών δεν θα θεωρούνταν ανήθικα αυτά καθαυτά σύμφωνα με τα κριτήρια που προσδιορίζουν ένα “ηθικό” προϊόν. Μόνο μέσω του συνδυασμού των δύο αυτών παραγόντων, του σωματικού κινδύνου και του εθισμού (π.χ. κινητό τηλέφωνο), τότε οι πάροχοι τέτοιων προϊόντων είναι ηθικά υπεύθυνοι, καθώς από τη στιγμή που ο χρήστης χρησιμοποιεί το προϊόν δεν έχει πλέον την ικανότητα να αντισταθεί στη συνεχιζόμενη χρήση, οδηγώντας αναγκαστικά σε σοβαρούς σωματικούς τραυματισμούς.
Ο τρίτος παράγοντας (ηθική αιτιολόγηση) μπορεί να λάβει υπόψη προϊόντα όπως η μαριχουάνα, η οποία όταν χρησιμοποιείται για ιατρικούς σκοπούς μπορεί να θεωρηθεί ηθικά δικαιολογημένη. Επομένως, θα εξαιρούνται οι εταιρείες που παράγουν προϊόντα από το φυτό αυτό τα οποία προορίζονται για ιατρικούς λόγους. Ως εκ τούτου, τα παραπάνω κριτήρια δεν θα περιλαμβάνουν εταιρείες που παράγουν για παράδειγμα μοτοσικλέτες, ανεμόπτερα χειρός, εξοπλισμό σκι ή ακόμη και αυτοκίνητα. Διότι, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει ότι η κατασκευή τέτοιων προϊόντων είναι ανήθικη καθώς η χρήση τέτοιων προϊόντων οδηγεί αναπόφευκτα σε τραυματισμό ή ακόμα και απώλεια ζωής για ένα ορισμένο ποσοστό χρηστών. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, θα πρέπει τα κριτήρια να εξαιρούν εταιρείες οι οποίες παρέχουν προϊόντα που επηρεάζουν αρνητικά την υγεία ή την ευημερία του χρήστη κάθε φορά που χρησιμοποιείται (ακόμη και αθροιστικά και μακροπρόθεσμα), σε αντίθεση με το χαμηλό κίνδυνο σοβαρού τραυματισμού (ακόμη και εάν είναι άμεσο) λόγω της χρήσης του προϊόντος, προκειμένου να αποκλειστεί. Με άλλα λόγια, τέτοια προϊόντα δεν οδηγούν απαραίτητα σε σωματικό τραυματισμό. Το πιο σημαντικό από την άποψη των κριτηρίων, τέτοια προϊόντα δεν θεωρούνται εθιστικά, ή μπορεί να θεωρηθούν ηθικά δικαιολογημένα (όπως στην περίπτωση των αυτοκινήτων όσον αφορά το κοινωνικό όφελος που επιτυγχάνεται μέσω της χρήσης τους).
Ωστόσο από ηθικής πλευράς θα πρέπει να γίνει μια καλύτερη εξέταση σε κλάδους όπως τηλεπικοινωνία, καπνός, αλκοόλ, τζόγος και στρατιωτικές δαπάνες. Αυτοί οι κλάδοι όπως και άλλοι θα πρέπει να εξεταστούν με προσοχή ώστε να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον πολίτη, την κοινωνία και το περιβάλλον (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, η ηθική στις επιχειρήσεις, Ναυτεμπορική, Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2021). Πρέπει να εξεταστούν οι επενδυτικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων εταιρειών, επενδυτών κτλ., ώστε να αξιολογηθεί καλύτερα εάν οι ηθικές επενδυτικές κινήσεις είναι όντως «ηθικής» φύσης, δηλαδή αφορούν μόνο προϊόντα και υπηρεσίες που δεν είναι επιβλαβή και έχουν αξία για τα άτομα ή την κοινωνία.