Ολοκληρώθηκαν, σύμφωνα με τη θετική γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και την απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού οι προκαταρτικές και διερευνητικές εργασίες για το έτος 2021 στο Ναυάγιο των Αντικυθήρων.
Το νέο πενταετές ερευνητικό πρόγραμμα της υποβρύχιας έρευνας, πραγματοποιείται από την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή, υπό τη διεύθυνση της Δρ Αγγελικής Γ. Σίμωσι, προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ευβοίας, και του Lorenz E. Baumer, καθηγητή κλασικής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Με βάση τα αποτελέσματα της φετινής έρευνας, θα καταρτιστεί λεπτομερές πρόγραμμα για τα έτη που θα ακολουθήσουν (2022-2025), σε συνεργασία με τους αρμόδιους και εμπλεκόμενους φορείς. Οι στόχοι της φετινής σύντομης αποστολής επιτεύχθηκαν στο μέγιστο βαθμό παρά τις εν μέρει δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Η αποστολή της πρώτης περιόδου του δεύτερου πενταετούς προγράμματος πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 1-10 Οκτωβρίου και επικεντρώθηκε στη λεπτομερή αποτύπωση του χώρου του ναυαγίου των Αντικυθήρων και στη δημιουργία ενός πλήρους φωτογραμμετρικού τρισδιάστατου μοντέλου του σε υψηλή ανάλυση. Η αποτύπωση επιτρέπει, αφενός μια πολύ ακριβέστερη ανάλυση της κατανομής των ευρημάτων στο υποθαλάσσιο έδαφος, η οποία είναι θεμελιώδης για την ακριβή αναπαράσταση της βύθισης του πλοίου τον 1ο αιώνα π.Χ., και αφετέρου την παρουσίαση ενός νέου εργαλείου αιχμής για τον ακριβή σχεδιασμό της περαιτέρω έρευνας.
Η διαδοχική ενσωμάτωση νέων και παλαιότερων ευρημάτων στο μοντέλο θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη τεκμηρίωση του ναυαγίου. Επίσης, παρέχει την δυνατότητα για εικονική πρόσβαση στον χώρο ακόμη και μέσω του διαδικτύου. Η φετινή αποστολή, κατέγραψε επίσης, ένα μεγαλύτερο μέρος του περιβάλλοντος χώρου του ναυαγίου, παρέχοντας νέες και σημαντικές πληροφορίες που θα διερευνηθούν σε μελλοντικές αποστολές
Παρά την πληθώρα των ευρημάτων που έχουν ανελκυστεί από το ναυάγιο από το 1900 μέχρι σήμερα, η πρόσφατη έρευνα των ετών 2014-2019 αποδεικνύει ότι η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται στα πρόθυρα της αποκάλυψης και άλλων σημαντικών αρχαιολογικών τεκμηρίων που θα βοηθήσουν στην πληρέστερη κατανόηση του χώρου, απαντώντας καίρια ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα για περισσότερο από 100 χρόνια.
Σκοπός της έρευνας είναι η ολοκλήρωση της συλλογής των στοιχείων που είναι απαραίτητα για την εξαγωγή συμπερασμάτων σε σχέση με την ύπαρξη άλλων υπολειμμάτων του Μηχανισμού των Αντικύθηρων στον χώρο του ναυαγίου, με το φορτίο του ναυαγίου και το ίδιο το πλοίο που παραμένουν σκεπασμένα ως αποτέλεσμα κατολίσθησης, με την τυχόν σύνδεση των ναυαγίων Α και Β, καθώς και με τον αριθμό των ατόμων που επέβαιναν στο πλοίο του ναυαγίου Α. Εξίσου σημαντικός στόχος είναι η αποκάλυψη και περισυλλογή ευρημάτων, μεταξύ των οποίων ανθρώπινα σκελετικά υπολείμματα, τμήματα του πλοίου των Αντικυθήρων και του φορτίου του, τα οποία παραμένουν εκτεθειμένα και ευάλωτα σε πιθανές ανθρωπογενείς παρεμβάσεις και στην δυσμενή επίδραση του περιβάλλοντος.
Το σημαντικότερο εύρημα είναι ένα τμήμα ενός μαρμάρινου αγάλματος παγιδευμένο κάτω από έναν βαρύ ογκόλιθο. Η αρχική ανάλυση και τεκμηρίωση του αντικειμένου πραγματοποιήθηκε με επιτόπια φωτογραμμετρία, ενώ η περαιτέρω διερεύνησή του θα πραγματοποιηθεί εν ευθέτω χρόνω. Κατά τη διάρκεια της έρευνας ανασύρθηκαν κάποια μικρότερα ξύλινα και χάλκινα δομικά στοιχεία του πλοίου καθώς και κάποια θραύσματα κεραμικών που δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για τη χρονολόγηση και τη σύνθεση του φορτίου. Μαζί με τα άλλα ευρήματα που θα αποδώσει η μελλοντική ανασκαφή, θα συμβάλει στην πληρέστερη κατανόηση του πολύτιμου φορτίου που μετέφερε το πλοίο.
Τον συντονισμό των ομάδων πεδίου ανέλαβε ο αρχιπλοίαρχος Αλέξανδρος Παλατιανός και την διεύθυνση της υποβρύχιας έρευνας ο Αλέξανδρος Σωτηρίου, συνεργαζόμενος ερευνητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης, ενώ συμμετείχαν μέλη της Ομάδας Ειδικών Καταδύσεων της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών του Λιμενικού Σώματος οι οποίοι έκαναν χρήση συσκευών κατάδυσης μικτών αερίων, καθώς και ο καταδυόμενος αρχαιολόγος Ορέστης Μανούσος και η Ιταλίδα ερευνήτρια Δρ Elisa Costa του Πανεπιστημίου Ca' Foscari της Βενετίας.
Η έρευνα διεξάγεται από την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή υπό την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και με την χρηματοδότηση του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη και της Ελβετικής Ωρολογοποιίας Hublot. Το κοινωφελές Ίδρυμα Αθανασίου Κ. Λασκαρίδη διέθεσε το πλοίο Typhoon, ενώ η Cosmote στηρίζει τις τηλεπικοινωνιακές ανάγκες της έρευνας.
Η έρευνα τελεί υπό την αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου και στηρίζεται ενεργά από τον Δήμο Κυθήρων και τους κατοίκους των Αντικυθήρων.
[email protected]