Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Μια διαδεδομένη άποψη σχετικά με τη λειτουργία της δικαιοσύνης στη χώρα είναι να καταγγέλλονται συλλήβδην ως «αντιθεσμικοί» όσοι ασκούν κριτική σε δικαστικές αποφάσεις. Πρόκειται για μια τεράστια παρανόηση. Στις ανοιχτές και υγιείς δημοκρατίες οι αποφάσεις των δικαστηρίων είναι σεβαστές, αλλά ταυτόχρονα οι πολίτες διατηρούν κάθε δικαίωμα να σχολιάζουν ελεύθερα τη δράση κάθε εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης φυσικά της δικαστικής. Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις αποτέλεσε η απαράδεκτη απόφαση αποφυλάκισης του πυρηνάρχη Νίκαιας της Χρυσής Αυγής Γιώργου Πατέλη μόλις έναν χρόνο μετά την καταδίκη του σε δεκαετή κάθειρξη για συμμετοχή στη δράση της φερώνυμης εγκληματικής οργάνωσης.
Ο άνθρωπος που εκπαίδευε δολοφονικά τάγματα εφόδου και έδινε την ανατριχιαστική εντολή «ό,τι κινείται σφάζεται» κρίθηκε ότι δικαιούται να απολαύσει εντελώς πρόωρα το αγαθό της ελευθερίας, έχοντας εκτίσει μόνο τους 30 από τους 122 μήνες της ποινής του.
Δεν χρειάζεται να επαναληφθούν εδώ οι τεκμηριωμένες ενστάσεις που διατύπωσε ο νομικός κόσμος της χώρας για το σκεπτικό της αποφυλάκισης Πατέλη.
Αυτό που προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία είναι οι δημόσιες καταγγελίες ότι η συγκεκριμένη απόφαση ενδέχεται να ανοίξει τον δρόμο για την υπονόμευση του χαρακτήρα της καταδίκης των μελών της εγκληματικής οργάνωσης.
Κάτι τέτοιο θα έχει ως αποτέλεσμα οι ποινές δεκαετούς και υπερδεκαετούς κάθειρξης να μείνουν στα χαρτιά και τα βασικά στελέχη της νεοναζιστικής οργάνωσης να αρχίσουν να απελευθερώνονται πρόωρα το ένα μετά το άλλο.
Έναν χρόνο μετά τη μνημειώδη απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2020 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, που βρήκε ενωμένο το πολιτικό σύστημα, ένα κομμάτι της ελληνικής δικαιοσύνης δείχνει να παίζει με τη φωτιά. Με μυωπικό όσο και ανιστόρητο τρόπο βρίσκει ελαφρυντικά σε νεοναζιστές εγκληματίες και πλήττει αδικαιολόγητα το κύρος της στα μάτια των πολιτών.
Σε ένα κράτος δικαίου ο μόνος που μπορεί να βάλει τέλος σε αυτή την επικίνδυνη πορεία είναι η ίδια η δικαιοσύνη. Και γι’ αυτό είναι κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενη η παρέμβαση του Άρειου Πάγου για την εξέταση του ενδεχόμενου αναίρεσης.