Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Η εκλογική επιτυχία του SPD, λίγες εβδομάδες μετά την πρόσφατη επικράτηση του ομογάλακτου Εργατικού Κόμματος στις εκλογές στη Νορβηγία, ενισχύει τις ελπίδες για πολιτική αναβίωση του χώρου της Κεντροαριστεράς στην Ευρώπη, ενός χώρου που βρίσκεται σε διαρκή πολιτική υποχώρηση τα δέκα με δεκαπέντε τελευταία χρόνια. Είναι ωστόσο πολύ νωρίς για να θεωρηθεί η επικράτηση του SPD προάγγελος ευρύτερων ανακατατάξεων στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης.
Καταρχήν μένει να δούμε πόσο «αριστερό» θα είναι το πρόσημο μιας κυβέρνησης «φωτεινού σηματοδότη», η οποία θα κληθεί να συνταιριάξει το SPD με τους έχοντες αριστερά χαρακτηριστικά Πράσινους και τους νεοφιλελεύθερους του FDP. Ακόμη και αν ευοδωθεί τελικά η προσπάθεια για έναν τρικομματικό συνασπισμό, μένει να φανεί το πόσο λειτουργικός θα είναι. Η πιθανή κυβερνητική συνεργασία με τους Πράσινους και το FDP θα έχει ως αποτέλεσμα ο Σολτς να δέχεται πιέσεις από αριστερά και δεξιά, καθώς τα δύο προαναφερθέντα εκ διαμέτρου αντίθετα ιδεολογικά κόμματα θα προσπαθούν να είναι συνεπή προς την εκλογική τους βάση.
Οι Πράσινοι και το FDP, μαζί με το SPD, αύξησαν σημαντικά την εκλογική τους δύναμη. Το SPD επιστρέφει για πρώτη φορά στην εξουσία από το 2005, και αφότου μετά την εποχή Σρέντερ πέρασε μία μακρά περίοδο εσωστρέφειας, αναζητώντας τον κατάλληλο ηγέτη που θα μπορούσε να σταθεί ως αντίπαλο δέος στην παντοκρατορία της Μέρκελ. Το SPD στις προηγούμενες εκλογές κινδύνευσε με... εξαφάνιση, έχοντας το 2017 καταγράψει τη χειρότερη εκλογική του επίδοση στην ιστορία, με ποσοστό 20,5%.
Τώρα φιλοδοξεί να δώσει έναν διαφορετικό πολιτικό τόνο στις γερμανικές και κατ’ επέκταση ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις.
Τα όσα πέρασε το SPD και άλλα ομοειδή πολιτικά κόμματα κινδυνεύει τώρα να τα περάσει το συντηρητικό μπλοκ: η γερμανική χριστιανοδημοκρατία, που κατέγραψε το χειρότερό της εκλογικό ποσοστό, και χωρίς να έχει πια στο τιμόνι μια Μέρκελ.
Τα σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά κόμματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις ευρωπαϊκές εξελίξεις μεταπολεμικά, συμβάλλοντας στη συγκράτηση των κοινωνικών ανισοτήτων και την οικοδόμηση κράτους πρόνοιας. Ωστόσο εδώ και χρόνια έχουν εγκαταλείψει κάθε τι φιλοκοινωνικό ή χαρακτηριζόμενο ως υπερβολικά αριστερό πολιτικό τους χαρακτηριστικό.
Για να δημιουργήσουν ένα υπολογίσιμο ξανά πολιτικό ρεύμα που δεν θα αρκείται σε μια απλή εναλλαγή εξουσίας με ολίγη από υποσχόμενη κοινωνική πολιτική, χρειάζονται πολύ περισσότερα από τη λάμψη ενός Σολτς απέναντι στον άχρωμο διάδοχο της Μέρκελ, Άρμιν Λάσετ.