Τις θέσεις της σχετικά με τη λειτουργία των πανεπιστημίων κατά τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά επαναλαμβάνει και εξειδικεύει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΠΟΣΔΕΠ).
Ειδικότερα, η Εκτελεστική Γραμματεία της θεωρεί ότι, μετά από σχεδόν τρία εξάμηνα με τηλεδιδασκαλία και κλειστά τα πανεπιστήμια, «θα πρέπει να επανέλθουμε σε εκπαιδευτική διαδικασία με φυσική παρουσία των φοιτητών και των καθηγητών στα αμφιθέατρα, εξασφαλίζοντας την ποιότητα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
Η επιστροφή όμως στη "δια ζώσης εκπαίδευση" και το άνοιγμα των πανεπιστημίων θα πρέπει να γίνει με όρους ασφάλειας για όλους» επισημαίνει και εξηγεί πως απαιτείται η εφαρμογή όλων των υγειονομικών μέτρων και πρωτοκόλλων που οι επιτροπές των ειδικών προτείνουν. Να εφαρμοστούν όλα τα μέτρα προστασίας (μάσκες, χρήση αντισηπτικών, τήρηση αποστάσεων), να διαμορφωθούν κατάλληλα οι χώροι εκπαίδευσης, να εξασφαλιστεί ο καθαρισμός και ο εξαερισμός τους, με τη συντήρηση ή προμήθεια κατάλληλου εξοπλισμού όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο, και παράλληλα να βελτιωθούν οι συνθήκες στα μέσα μαζικής μεταφοράς για ασφαλέστερη μετακίνηση.
Κατά την Ομοσπονδία, ο προγραμματισμός και η εφαρμογή των δράσεων αυτών πρέπει να επισπευσθούν και τα πανεπιστήμια να
ενισχυθούν οικονομικά με την απαιτούμενη έκτακτη χρηματοδότηση.
Όπως τονίζει, «το απαραίτητο και πρωταρχικό μέσο για την ομαλή επαναλειτουργία των Α.Ε.Ι. αποτελούν οι εμβολιασμοί, διότι είναι το κύριο όπλο μας κατά της πανδημίας και για την ασφαλή λειτουργία των Ιδρυμάτων».
Η Ε.Γ. της ΠΟΣΔΕΠ προτρέπει και κάνει έκκληση σε όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας να εμβολιαστούν μέχρι τέλους Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, υπογραμμίζει πως «επειδή ο εμβολιασμός πρέπει να στηρίζεται στην πειθώ και όχι τον εξαναγκασμό», για τους φοιτητές που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν, είτε να διενεργούν τακτικά rapid ή μοριακό τεστ, ώστε να μπορούν να προσέρχονται στους χώρους των Ιδρυμάτων και να παρακολουθούν τα μαθήματα, προτείνεται να παρέχεται η δυνατότητα αναστολής φοίτησης πέραν των κειμένων διατάξεων λόγω Covid-19 για ένα εξάμηνο.
Η ΠΟΣΔΕΠ σημειώνει πως η εξαγγελία του υπουργείου για τη λειτουργία εμβολιαστικών κέντρων σε όλα τα campus των πανεπιστημίων έχει καθυστερήσει και πρέπει να υλοποιηθεί άμεσα. Παράλληλα, θα πρέπει να ενισχυθούν ή να εγκατασταθούν σε κατάλληλους χώρους κλιμάκια του ΕΟΔΔΥ, πιθανώς σε συνεργασία και με τις Ιατρικές Σχολές στα πανεπιστήμια που διαθέτουν, για τη διενέργεια συχνών δειγματοληπτικών τεστ (screening) σε ασυμπτωματικά άτομα, rapid ή μοριακών τεστ όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο, καθώς και ιχνηλάτησης των κρουσμάτων για τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας.
Η Ε.Γ. της ΠΟΣΔΕΠ διαπιστώνει την «απαράδεκτη καθυστέρηση» στη λήψη μέτρων και στη βελτίωση των υποδομών για τη διασφάλιση της καταλληλότητας των χώρων εκπαίδευσης και επισημαίνει τις σοβαρές ευθύνες τις πολιτείας και των διοικήσεων των πανεπιστημίων για τις ελλείψεις, καθώς «ήταν αναμενόμενο ότι η επιστροφή στη διδασκαλία με φυσική παρουσία θα επιδιωχθεί ενόσω η πανδημία συνεχίζεται».
Η ΠΟΣΔΕΠ θεωρεί «ακατανόητη και ανεδαφική» τη θέση του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για «διά ζώσης εκπαίδευση των φοιτητών (σε ποσοστό 100%) και στη μέγιστη πληρότητα των αιθουσών», όταν σε πολλές περιπτώσεις η πληρότητα ξεπερνά το 100% (με ορθίους στις αίθουσες), πολλές αίθουσες δεν έχουν εξαερισμό ή υπάρχει αδυναμία τακτικού καθαρισμού, και όταν σε άλλους χώρους συγκέντρωσης ατόμων ορίζεται πληρότητα 50-80% (όπως στα θεάματα).
Η Ε.Γ., τονίζοντας ότι τάσσεται ευθέως υπέρ της δια ζώσης εκπαίδευσης, ζητά να δίνεται ρητά η ευχέρεια εξ αποστάσεως ή μικτού τρόπου διδασκαλίας για την αντιμετώπιση τέτοιων δυσμενών συνθηκών που παραβιάζουν τους κανόνες υγιεινής και υπερβαίνουν τα όρια του λελογισμένου επιδημιολογικού ρίσκου. Επίσης ζητά να λαμβάνεται πρόνοια για εξαιρέσεις σε περιπτώσεις ατόμων ευάλωτων, με επιβαρυμένη υγεία.
Η ΠΟΣΔΕΠ, τέλος, πέραν των μέτρων εκείνων που αφορούν άμεσα τη λειτουργία των πανεπιστημίων, ζητά επίσης την εφαρμογή με συνέπεια ευρύτερων μέτρων και πολιτικών περιορισμού της μετάδοσης του ιού και αντιμετώπισης των επιπτώσεών του, τα οποία συμβάλλουν στη δημόσια υγεία. Παράλληλα, ζητά ενίσχυση του προσωπικού των Ιατρικών Σχολών οι οποίες έχουν συνεισφέρει σημαντικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας και ευρύτερα ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας.