Του Δημήτρη Παπαδημούλη*
Ο Κανονισμός για τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προβλέπει έξι τομείς δράσεων που θα χρηματοδοτηθούν σε κάθε χώρα: πράσινη μετάβαση, ψηφιακός μετασχηματισμός, έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και απασχόληση, κοινωνική και εδαφική συνοχή, υγεία και ανθεκτικότητα, πολιτικές για την επόμενη γενιά, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων.
Αν και οι τέσσερις πυλώνες του κυβερνητικού σχεδίου της ΝΔ (πράσινη μετάβαση – ψηφιακή μετάβαση – απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή – ιδιωτικές επενδύσεις και οικονομικός και θεσμικός μετασχηματισμός) είναι τυπικά συμβατοί με τον κανονισμό, το πραγματικό περιεχόμενό του δεν πείθει ότι εξυπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Οι θετικά χρωματισμένες λέξεις και οι διακηρύξεις του προσπαθούν να εξωραΐσουν το πραγματικό του περιεχόμενο: την άσκηση ακραία νεοφιλελεύθερων πολιτικών προς όφελος κυρίως λίγων και ισχυρών.
Συγκεκριμένα, στις πρώτες κιόλας σελίδες του, το σχέδιο της ΝΔ διακηρύττει ότι θα δημιουργήσει ένα ποιοτικό και αποτελεσματικό δίκτυο κοινωνικής προστασίας, προσβάσιμο σε όλους, μειώνοντας τις κοινωνικές και εδαφικές ανισότητες, τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Η πραγματικότητα όμως είναι ριζικά διαφορετική καθώς περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις και δράσεις που, με βάση την διεθνή αλλά και την ελληνική εμπειρία, οδηγούν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, στην αύξηση δηλαδή των ανισοτήτων.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του νόμου Χατζηδάκη για τα εργασιακά που υπερψηφίστηκε μόνο από την ΝΔ. Πέρα από την κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων (π.χ. efood), αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση του εισοδήματος και της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Επιπλέον, ενώ αρκετά κονδύλια διοχετεύονται στον τομέα αναβάθμισης δεξιοτήτων του ενεργού πληθυσμού (κατάρτιση και επανακατάρτιση), τα χρηματοδοτούμενα εκπαιδευτικά προγράμματα δεν συνδέονται με τα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας, ώστε να είναι εγγυημένη η ποιότητά τους. Αντίθετα, το σχέδιο της ΝΔ κατευθύνει πολύ περισσότερα κονδύλια στα ιδιωτικά Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης απ’ ότι στα δημόσια πανεπιστήμια!
Στον τομέα της υγείας, το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει δράσεις μόλις 1,4 δισ. ευρώ από τα συνολικά 30,5 δισ. που θα λάβει η Ελλάδα, κάτω δηλαδή από το 5% του συνόλου των κονδυλίων, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι υπερδιπλάσιος, στο 10%. Πρόκειται για σαφή επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ που απαξιώνει τις ανάγκες του δημόσιου συστήματος υγείας και υπηρετεί το σχέδιο της ΝΔ για βαθμιαία ιδιωτικοποίηση της υγείας.
Την ίδια στιγμή, το ελληνικό σχέδιο παραλείπει να ακολουθήσει το καλό παράδειγμα άλλων χωρών, οι οποίες επενδύουν σε δράσεις με έντονο κοινωνικό αποτύπωμα, όπως για παράδειγμα στην κοινωνική κατοικία (Πορτογαλία, Ισπανία, Λετονία, Λουξεμβούργο, Σλοβενία) και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας με την προώθηση των ενεργειακών κοινοτήτων (Ισπανία, Ουγγαρία). Και όλα αυτά, σε μια εποχή που οι μεγάλες ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά και η εκρηκτική άνοδος του ενεργειακού κόστους δίνουν ένα ακόμη ισχυρό χτύπημα στην ελληνική κοινωνία, πλήττοντας με σφοδρότητα τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Στη μακροσκελή λίστα των αρνητικών του κυβερνητικού σχεδίου, προστίθεται το γεγονός ότι, ενώ το ελληνικό σχέδιο κάνει συχνά λόγο για ενίσχυση της εδαφικής συνοχής, δεν περιλαμβάνει, κανένα σχέδιο με συγκεκριμένη κατανομή των πόρων στις περιφέρειες της χώρας.
Το σχέδιο της ΝΔ επίσης, ενώ διατυμπανίζει την αλλαγή οικονομικού υποδείγματος προς ένα πιο εξωστρεφές, ανταγωνιστικό και πράσινο παραγωγικό μοντέλο, δεν περιλαμβάνει μετρήσιμους στόχους σε κρίσιμους τομείς, όπως αυτός των εξαγωγών, ενώ το συντριπτικό ποσοστό των πόρων κατευθύνεται στις εισαγωγές. Αντίθετα, άλλες χώρες δράττονται της ευκαιρίας του Ταμείου Ανάκαμψης για να αυξήσουν την εγχώρια παραγωγή και απασχόληση και να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις εισαγωγές. Στον τομέα της ενέργειας, για παράδειγμα, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Ισπανία, Αυστρία επενδύουν σε έργα και μεταρρυθμίσεις για την κατασκευή εξοπλισμού πράσινου υδρογόνου και για την ανάπτυξη νέων, πράσινων τεχνολογιών, ενισχύοντας έτσι την σταδιακή ενεργειακή απεξάρτησή τους από άλλες χώρες.
Παράλληλα, ενώ στην Ευρώπη οι αναδυόμενες βιομηχανικά χώρες εφαρμόζουν τα τελευταία χρόνια προγράμματα κλαδικών πολιτικών και ρίχνουν κρατικά κεφάλαια στην ανάπτυξη της βιομηχανίας τους, χρησιμοποιώντας τον κλαδικό σχεδιασμό ως ένα βασικό εργαλείο οικονομικής πολιτικής, η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι βιομηχανία, αγροτικός τομέας και τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών θα αναπτυχθούν αυτόματα, χάρη σε «οριζόντιες» επενδύσεις (ενέργεια, οδικοί άξονες, δίκτυα 5G) και μεταρρυθμίσεις.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η επιλογή της κυβέρνησης να διοχετεύσει το σύνολο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης (12,7 δισ. ευρώ) αποκλειστικά σε μεγάλες, αξιόχρεες επιχειρήσεις, η επιλογή των οποίων θα γίνεται από τις εμπορικές τράπεζες αποκλειστικά με κριτήρια της αγοράς, αποκλείοντας κυνικά και συνειδητά την συντριπτική πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Ακόμη και στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, η ελληνική κυβέρνηση επενδύει ελάχιστα, και συγκεκριμένα, μόνο 444 εκατ. ευρώ, όταν οι εθνικοί πόροι που είχαν επιστρατευτεί επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για τη χρηματοδότηση έρευνας μέσω του ΕΛΙΔΕΚ ήταν 300 εκατ. ευρώ, ενώ το πρόγραμμα Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ είχε χρηματοδοτηθεί από το ΕΣΠΑ με παραπάνω από 550 εκατ. ευρώ.
Η αναξιοπιστία της κυβέρνησης της ΝΔ και η ανακολουθία μεταξύ όσων υπόσχεται, με τυμπανοκρουσίες, στον ελληνικό λαό και των πραγματικών της προτεραιοτήτων και πολιτικών, αποτυπώνεται και στα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας του Ευρωβαρόμετρου. Το 53% των Ελλήνων δεν εμπιστεύεται την κυβέρνηση της ΝΔ για την ορθή χρήση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ το 89% των ερωτηθέντων ζητούν διαφάνεια και αποτελεσματικό έλεγχο στον τρόπο με τον οποίο δαπανώνται οι πόροι. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει επανειλημμένως προτείνει τη συγκρότηση μιας Επιτροπής της Ελληνικής Βουλής, με τη συμμετοχή και κοινωνικών οργανώσεων, η οποία θα ασκεί, με όρους διαφάνειας, διαρκή έλεγχο και εποπτεία που θα πάνε αυτά τα χρήματα, ώστε να πιάσουν τόπο, μακριά από πελατειακά κυκλώματα, διαφθορά και πριμοδότηση λίγων και ισχυρών ‘’φίλων’’ του κυβερνώντος κόμματος.
* Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Συντονιστής της Ευρωομάδας της Αριστεράς (Τhe Left) στην Επιτροπή Προϋπολογισμών (BUDG), σκιώδης εισηγητής για το Ταμείο Ανάκαμψης και μέλος της Ομάδας Εργασίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον έλεγχο εφαρμογής του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.