Τα γραπτά μηνύματα που αντάλλαξε η προέδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον επικεφαλής της Pfizer έχουν κινήσει το ενδιαφέρον της Ευρωπαίας διαμεσολαβήτριας Έμιλι Ο Ράιλι η οποία ζητάει να μάθει περισσότερα για την επικοινωνία.
Υπενθυμίζεται ότι τον Απρίλιο, οι New York Times ανέφεραν σε δημοσίευμά τους ότι η Φον ντερ Λάιεν είχε ανταλλάξει κλήσεις και μηνύματα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά.
Όταν υποβλήθηκε αίτημα για πρόσβαση στα μηνύματα, η Κομισιόν είπε ότι δεν είχε κανένα αρχείο για αυτά τα μηνύματα. Όπως είχε υποστηριχθεί, τα μηνύματα κειμένου διαρκούν λίγο και εξαιρούνται από την τήρηση αρχείων.
Ως εκ τούτου, η άρνηση της Κομισιόν να παραχωρήσει την πρόσβαση στα μηνύματα οδήγησε στην καταγγελία στην διαμεσολαβήτρια.
Η κίνηση έρχεται σε μια περίοδο που εντείνονται οι συζητήσεις για το κατά πόσο υπάρχει επαρκής λογοδοσία σχετικά με τη χρήση γραπτών μηνυμάτων από ανώτερους αξιωματούχους και πολιτικούς κατά τη διεξαγωγή επίσημων εργασιών.
Η ίδια η Φον ντερ Λάιεν επικρίθηκε το 2019 μετά τις αποκαλύψεις ότι μηνύματα σβήστηκαν από κινητό τηλέφωνο που θεωρείτο βασικό στοιχείο στο σκάνδαλο των εξωτερικών συμβούλων του γερμανικού υπουργείου Άμυνας, του οποίου επικεφαλής ήταν η ίδια.
Ο Διαμεσολαβήτρια είπε ότι η ομάδα της θα ζητήσει επίσης εξηγήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με το «αν, και αν ναι πώς και πού, έψαξε για πιθανά μηνύματα κειμένου που εμπίπτουν στο αίτημα της καταγγέλλουσας».
Η Ο Ράιλι έχει ήδη ξεκινήσει μια ευρύτερη πρωτοβουλία για τα μηνύματα, ανακοινώνοντας τον Ιούνιο ότι εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί της ΕΕ καταγράφουν κείμενα και άμεσα μηνύματα, με στόχο τον εντοπισμό ορθών πρακτικών.
«Η διοίκηση της ΕΕ, όπως κάθε άλλη δημόσια διοίκηση, χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο μέσα σύγχρονης ηλεκτρονικής επικοινωνίας στην καθημερινή της εργασία», δήλωσε η διαμεσολαβήτρια σε επιστολή της προς τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οργανισμούς το καλοκαίρι.
«Η κρίση COVID-19 και οι σχετικές ρυθμίσεις τηλεργασίας, αύξησαν περαιτέρω τη χρήση τους», σημείωσε, προσθέτοντας ότι «ενώ δεν είναι ούτε εφικτό ούτε επιθυμητό για τα μέλη του προσωπικού να καταγράφουν όλα τα κείμενα και τα άμεσα μηνύματα που αποστέλλονται ή λαμβάνονται με την επαγγελματική τους ιδιότητα, η διοίκηση της ΕΕ απαιτείται από τη νομοθεσία της ΕΕ να συντάσσει και να διατηρεί έγγραφα που αφορούν τις δραστηριότητές της, στο μέτρο του δυνατού και με μη αυθαίρετο και προβλέψιμο τρόπο».
«Η απόφαση να καταγραφεί μια ορισμένη πληροφορία στο σύστημα διαχείρισης εγγράφων της διοίκησης δεν θα πρέπει, σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ, να εξαρτάται από το μέσο - είτε πρόκειται για επιστολή, email, κείμενο ή άμεσο μήνυμα - αλλά από το περιεχόμενό του». εξήγησε.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Politico