Ο Πούτιν διεκδικεί για τη Ρωσία ρόλο εξισορροπιστικής των ΗΠΑ δύναμης, θέλει να ανταγωνιστεί οικονομικά με ίσους όρους τις πιο ανεπτυγμένες χώρες και δεν δέχεται υποδείξεις. Οι λόγοι ξεκινούν από τις ιστορικές παραδόσεις και φτάνουν στο τραύμα από την απώλεια της αυτοκρατορίας, περνώντας από την επαγγελματική εμπειρία του Πούτιν στις υπηρεσίες ασφαλείας της πρώην Σοβιετικής Ενωσης.
Το 2001 ο Πούτιν πρότεινε στην Ουάσινγκτον να δημιουργήσουν από κοινού μια αντιπυραυλική ασπίδα. Και μετά την 11η Σεπτεμβρίου βοήθησε τους Αμερικανούς να εγκατασταθούν στην Κεντρική Ασία. Ο Γκριγκόρι Γιαβλίνσκι, ένας φιλελεύθερος πολιτικός που έχει επικρίνει πολλές φορές την επίσημη ρωσική πολιτική, θεωρεί πρόκληση την τοποθέτηση των ραντάρ αντιπυραυλικής άμυνας κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία. «Αν υπάρχει απειλή, και η απειλή δεν είμαστε εμείς, τότε πρέπει να κατασκευάσουμε μαζί αυτή την ασπίδα. Στον κόσμο υπάρχει σήμερα ένα σύστημα ημισυνεργασίας και ημισύγκρουσης το οποίο είναι επικίνδυνο και ασταθές, γιατί είτε υπάρχει συνεργασία με σεβασμό της διαφοράς, είτε υπάρχει μια γενικευμένη σύγκρουση».
«Οι διαφορές ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση έχουν συσσωρευτεί, και ο λόγος είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ δεν λαμβάνουν υπόψη τους τα ρωσικά συμφέροντα», τονίζει ο Σεργκέι Ρόγκοφ, διευθυντής του Ινστιτούτου για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά. «Αυτό φαίνεται καθαρά με την αποχώρηση των Αμερικανών από τη συνθήκη για τους αντιβαλλιστικούς πυραύλους και με την εγκατάσταση του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας κοντά στα σύνορά μας».
Οι ΗΠΑ αντιτείνουν ότι οι πύραυλοι στην Τσεχία και την Πολωνία, αποτελούν ένα αμυντικό μέτρο έναντι της ιρανικής απειλής. Εάν ήταν έτσι, αναρωτιέται η ρωσική πλευρά, γιατί δεν εγκαθιστούν οι ΗΠΑ το σύστημα αυτό στην Τουρκία;
Η γερμανική προεδρία της Ε.Ε. θεωρεί ότι το θέμα θα πρέπει να συζητηθεί στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και να συμμετέχει στη συζήτηση και η Ρωσία, αλλά υπάρχουν χώρες στην Ε.Ε. που πιστεύουν ότι οι αποφάσεις για θέματα ασφαλείας, πρέπει να συμφωνούνται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Το θέμα δεν περιλήφθηκε καν, στην ημερήσια διάταξη της εαρινής Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε., και η γερμανίδα καγκελάριος επικρίθηκε από ευρωβουλευτές που το 'θαψε. Ο ΥΠΕΞ του Λουξεμβούργου, Jan Asselborn θεωρεί ότι «η Ε.Ε θα πρέπει να κάνει τα πάντα, για να αποτρέψει την εγκατάσταση αυτού του συστήματος. Η Ευρώπη δεν πρόκειται να αποκτήσει σταθερότητα, αν στριμώξουμε τους Ρώσους στη γωνία».
Ο Γερμανός πολιτειολόγος, Αλεξάντερ Ραρ, θεωρεί ότι τα σχέδια της αμερικανικής κυβέρνησης αντανακλούν την επιθυμία να πάρει τη ρεβάνς για τις αποτυχίες στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ο πρόεδρος Μπους, θέλει απλώς να ανακτήσει το χαμένο έδαφος στην Ανατολή με τη βοήθεια του μετασοβιετικού χώρου στη Δύση. Μάλιστα οι κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Τσεχίας έχουν καταληφθεί από «ρωσικό σύνδρομο» και γι' αυτό αποδέχονται τις αμερικανικές προτάσεις.
Οπως και να 'χει η αμερικανική πολιτική κατόρθωσε να ενσπείρει τη δυσπιστία και την διχόνοια στους κόλπους της Ε.Ε. ενώ στην Τσεχία προκαλεί πονοκέφαλο στο νέο τριμερή κεντροδεξιό κυβερνητικό συνασπισμό το αίτημα που διατύπωσαν αρχές Ιανουαρίου οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς θα είναι δύσκολο για την κυβέρνηση να αποσπάσει την έγκριση της τσέχικης Βουλής.
Η πλειοψηφία των βουλευτών ανήκει σε κόμματα που είτε απορρίπτουν κατηγορηματικά την εγκατάσταση αμερικανικής βάσης είτε απαιτούν τη διενέργεια σχετικού δημοψηφίσματος, του οποίου πάλι η έκβαση θεωρείται πως θα ήταν αρνητική, αφού ήδη σε πρώτες δημοσκοπήσεις γύρω από το θέμα αυτό, οι Τσέχοι πολίτες στην πλειονότητά τους τάσσονται κατά (Στη φωτογραφία συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην Πράγα στις 12 Μαρτίου).
K.T.