Επιχειρήσεις-Υπερδυνάμεις: Η Ηγεμονία τους πλησιάζει στο τέλος;

Σάββατο, 10 Ιουλίου 2021 16:47
UPD:11/07/2021 07:45
Shutterstock
A- A A+

Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός

Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France

Apple, Ikea, Huawei, Amazon, Walmart, Microsoft, κ.α.,   λιγότερο από χίλιες εταιρείες στον κόσμο μπορούν να θεωρηθούν ως επιχειρήσεις «σούπερ στάρ». Διευρύνουν την υπεροχή τους, με την ισχύ τους στην αγορά, τα κέρδη τους, την παραγωγικότητά τους, τους μισθούς που πληρώνουν.

Το άρθρο αυτό στηρίζεται στο βιβλίο του Γάλλου οικονομολόγου Francois Leveque, Les entreprises  hyper-puissantes, Geants et Titans, la fin du modele global, Odile Jacob, 7/4/2021, σελ. 240.

Χαρακτηριστικά

Οι παγκόσμιες επιχειρήσεις δεν ήταν ποτέ τόσο ισχυρές. Οι παγκόσμιοι γίγαντες που ενώνονται με μια χούφτα ψηφιακών τητάνων κυριαρχούν τώρα στην πλανητική οικονομία.

Ο οικονομολόγος Francois Leveque, δεινός αναλυτής του ανταγωνισμού, διακρίνει τους παγκόσμιους γίγαντες που προέρχονται από την παλιά οικονομία, από τους ψηφιακούς τιτάνες. Αυτοί οι τελευταίοι είναι πιο επίφοβοι, επειδή ελέγχουν τα δεδομένα μας και επωφελούνται από τα εφέ του δικτύου, γεγονός που τους εξασφαλίζει μια πιο διαρκή κυριαρχία.

Για πολύ καιρό, το μεγάλο μέγεθος έχει αποδείξει τα πλεονεκτήματά του όσον αφορά την οικονομική αποτελεσματικότητα: το χαμηλότερο κόστος μετακυλίθηκε στις τιμές, προς όφελος των καταναλωτών και της παγκόσμιας ανάπτυξης. Αλλά αυτό το μεγάλο μέγεθος έγινε πολύ μεγάλο; Ο στόχος αυτού του βιβλίου είναι να εξετάσει αυτή την αλλαγή, δηλαδή όταν το πολύ μεγάλο γίνεται εξαιρετικά πολύ μεγάλο.

Αρνητικές επιπτώσεις

Ο συγγραφέας αναφέρεται με έμφαση στις αρνητικές επιπτώσεις. Αρχικά, οι επιχειρήσεις σούπερ στάρ συμβάλλουν στην αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των νοικοκυριών. Τα υψηλά τους κέρδη ωφελούν αυτούς που έχουν χρήματα, για να επενδύσουν και δεν χρειάζονται να ξοδέψουν ολόκληρο τον προυπολογισμό τους για καταναλωτικές δαπάνες.

Η αύξηση της ανισότητας των μισθών οφείλεται κυρίως στην αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ του μέσου μισθού των εταιρειών με τις υψηλότερες αποδοχές από αυτόν των εταιρειών με τις χαμηλότερες αποδοχές.

Δεύτερον, οι γιγάντιες επιχειρήσεις διεισδύουν σε όλες τις πτυχές της καθημερινής μας ζωής, ενώ οι ψηφιακοί τιτάνες έχουν γίνει κύριοι των δεδομένων μας. Γνωρίζουν τα πάθη μας, καθώς και τους εθισμούς μας και τα διατηρούν. Ερεθίζουν την προσοχή μας και ρυθμίζουν την κατανάλωσή μας. Το φιλτράρισμα των πληροφοριών, η μόνιμη παρότρυνση για εμπλοκή με βάση τα συναισθήματα και τις απόψεις μας, την ενίσχυση των πεποιθήσεων, τους χειρισμούς που επιτρέπουν, αποτελούν μια απτή απειλή για τις δημοκρατίες.

Τρίτον, η δύναμη της επιρροής των υπερδύναμων επιχειρήσεων στην πολιτική εξουσία αυξάνεται με την ισχύ της αγοράς τους. Όχι μόνο μέσω των άμεσων δαπανών του λόμπινγκ, αλλά και μέσω της ικανότητάς τους να καθοδηγούν τη συζήτηση για νέες ιδέες, να κινητοποιούν εμπειρογνώμονες και ειδικούς. Αυτός ο μηχανισμός όπου η οικονομική δύναμη και η πολιτική δύναμη των επιχειρήσεων αλληλοενισχύονται, ονομάζεται «φαύλος κύκλος των Μεδίκων».

Τέταρτον, η ευφάνταστη και δημιουργική ικανότητα των υπερδύναμων επιχειρήσεων να μεταφέρουν κέρδη σε χώρες με χαμηλότερη φορολογία, τους επιτρέπει να μειώσουν ή να αποφύγουν τους φόρους, οδηγώντας σε μείωση των κρατικών εσόδων για τη χρηματοδότηση συλλογικών αγαθών και υπηρεσιών χρήσιμων για τους πληθυσμούς τους.

Αυτές οι τέσσερις αρνητικές επιπτώσεις, καθεμιά από τις οποίες αξίζει να προσδιοριστεί και να συζητηθεί υπό το φως των πιο πρόσφατων οικονομικών ερευνών, θα μπορούσε να μας οδηγήσει να πιστέψουμε ότι στον αγώνα τους ενάντια στους γίγαντες και τους τιτάνες, τα κράτη, ηττήθηκαν. Αυτό, όμως απέχει πολύ από το να συμβαίνει. Στις διφορούμενες και συγκρουόμενες σχέσεις που έχουν με τις υπερδύναμες επιχειρήσεις, τα κράτη δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη. Στοχεύουν στον έλεγχο των πλατφορμών, νέους φορολογικούς κανονισμούς, ενίσχυση των κανόνων κατά της συγκέντρωσης και γενικά πλήθος προστατευτικών μέτρων βρίσκονται στις πολιτικές αντζέντες τους. Πρόσφατα, έγινε το πρώτο βήμα για μια ευρύτερη παγκόσμια συμφωνία για την επιβολή ελάχιστου εταιρικού φόρου 15% (στη συμφωνία κατέληξαν οι χώρες-μέλη του G7). Ο ελάχιστος εταιρικός φόρος θα επιβληθεί και στους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς όπως Amazon, Apple, Facebook, Microsoft.

Συμπερασματικά, κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια, η άνοδος των υπερδύναμων επιχειρήσεων έλαβε χώρα με φόντο την αυξανόμενη διεθνή οικονομική ολοκλήρωση, την παγκόσμια τεχνολογική διάδοση και μερικές φορές τη συμπαιχνία των κρατών. Η απελευθέρωση του εμπορίου επέτρεψε σε αυτές τις επιχειρήσεις να επεκτείνουν τις αγορές τους και να απλώσουν τα πλοκάμια τους στις παγκοσμιοποιημένες αλυσίδες εφοδιασμού. Η ψηφιακή τεχνολογία τους επέτρεψε να αποκτήσουν σχεδόν παγκόσμια μονοπώλια. Αλλά καθώς αυτή η υπερδύναμη φαίνεται να έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της, η παγκοσμιοποίηση ασθμαίνει και υποχωρεί. Με ανομοιογενή σθένος, αλλά παντού, τα κράτη επιδιώκουν να συγκρατήσουν την εταιρική υπερδύναμη μέσω κανονισμών ή νομοθεσιών, είτε είναι αντιμονοπωλιακή, φορολογική, οικονομική, κοινωνική ή άλλη. Σε αυτό το πρώτο εμπόδιο στη συνεχιζόμενη επέκταση των γιγαντιαίων επιχειρήσεων, προστίθεται τώρα ένα δεύτερο: η αποπαγκοσμιοποίηση.

Η σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας δεν είναι η μόνη που συγκλονίζει σήμερα τον κόσμο και περιορίζει ή περιπλέκει την  πρόσβαση των επιχειρήσεων σε ολόκληρες περιοχές του πλανήτη. Τα τελευταία χρόνια, οι εμπορικές διαφορές με φόντο πολιτικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό πολλαπλασιάστηκαν. Κάθε διαφορά είναι μια συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά αποτελούν μέρος ενός μεγαλύτερου κινήματος. Για παράδειγμα, το τέλος της διεθνούς οικονομικής ολοκλήρωσης, η μείωση της παγκοσμιοποίησης, η αύξηση του προστατευτισμού, η επέκταση του μερκαντιλισμού. Η αποπαγκοσμιοποίηση βρίσκεται σε εξέλιξη, ο κόσμος που αλλάζει πρόσωπο και συρρικώνεται και η επέκταση των γιγάντων και τιτάνων εισέρχεται σε μια φάση επιβράδυνσης.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή