Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Υπάρχει τελικά ένας παράγοντας τον οποίο δεν είχαν λάβει υπόψη τους οι κεντρικές τράπεζες στο αφήγημα του πληθωρισμού. Μπορεί να επαναλαμβάνουν ότι ο πληθωρισμός είναι κάτι προσωρινό, με μεγαλύτερη έμφαση η ΕΚΤ, όμως ποια κεντρική τράπεζα περίμενε το αδιέξοδο στους κόλπους του ΟΠΕΚ+;
Οι τιμές πετρελαίου οδεύουν ολοταχώς προς τα 80 δολάρια το βαρέλι, με το αργό να αγγίζει τα 77 δολάρια την Τρίτη, επίπεδο που είχε να επαναληφθεί από τον Νοέμβριο του 2014, μετά τη μετωπική σύγκρουση των Ηνωμένων Αραβικών με τη Σαουδική Αραβία. Οι διενέξεις στους κόλπους του ΟΠΕΚ+ δεν είναι κάτι καινούργιο, καθώς και πέρυσι είχε συγκρουστεί η Σαουδική Αραβία με τη Ρωσία, με τη διαφορά ότι η τότε διελκυστίνδα δεν είχε καταλήξει σε αύξηση των τιμών. Τώρα υπάρχει ήδη δυναμική, καθότι από τις αρχές του έτους έως σήμερα οι τιμές πετρελαίου έχουν κάνει ράλι 50%, στη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση σε διάρκεια άνω των 40 ετών.
Ο ΟΠΕΚ διοχέτευσε 25,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως τον Μάιο, λιγότερα από τον μέσο όρο των 29,3 εκατ. βαρελιών του 2019. Το «μεγάλο έλλειμμα» στην αγορά πετρελαίου προϋποθέτει ότι η παγκόσμια παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί επιπλέον κατά 5 εκατ. βαρέλια ημερησίως για να καλύψει τη ζήτηση, σύμφωνα με την Goldman Sachs, η οποία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι χωρίς την αύξηση της προσφοράς, τα παγκόσμια αποθέματα θα καταρρεύσουν σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα.
Εάν οι τιμές επιμείνουν στα σημερινά επίπεδα ή ανεβούν ακόμη περισσότερο, ο πληθωρισμός πιθανόν να αποδειχτεί πιο μόνιμος απ’ ό,τι αναμενόταν αρχικά, καθιστώντας πιο δύσκολη τη ζωή για τις κεντρικές τράπεζες, τους διαμορφωτές πολιτικής, αλλά και τους καταναλωτές, οι οποίοι θα περιορίσουν τις δαπάνες τους.
Οι ανησυχίες αυτές αποτυπώνονται στη νέα παρέμβαση που έκαναν οι ΗΠΑ, οι οποίες έχουν αρχίσει διαβουλεύσεις με το Ριάντ και το Αμπου Ντάμπι και παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, όπως ενημέρωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι. Αντίστοιχη παρέμβαση είχε γίνει και επί κυβερνήσεως Ντόναλντ Τραμπ στον «πόλεμο τιμών» μεταξύ Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας.
Αυτήν τη φορά όμως τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, καθώς η διένεξη στους κόλπους του ΟΠΕΚ δεν έχει να κάνει τόσο με την πετρελαϊκή πολιτική όσο με ζητήματα επιρροής. Το θέμα είναι ότι διακυβεύεται η ανάκαμψη της οικονομίας μετά την απρόσμενη κρίση του κορονοϊού και η τσέπη του καταναλωτή, που τελικά θα κληθεί να «πληρώσει το μάρμαρο» εάν δεν τα βρουν οι μεγάλοι πετρελαιοπαραγωγοί. Την ώρα που η μετάλλαξη Δέλτα μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα.