Το λιώσιμο των πάγων της Ανταρκτικής μπορεί να προκαλέσει «δραματική άνοδο της στάθμης της θάλασσας» εάν οι χώρες δεν καταφέρουν να διατηρήσουν την υπερθέρμανση του πλανήτη κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου (3,6 Φαρενάιτ), θέτοντας σοβαρή απειλή για τις περιοχές που βρίσκονται σε χαμηλό υψόμετρο και κοντά στις ακτές, όπως το Μπαγκλαντές, ανέφεραν σήμερα ερευνητές.
Εάν ξεπεραστεί ο στόχος της ανώτερης θερμοκρασίας που ορίζεται στη Συμφωνία του Παρισιού, το λιώσιμο του πολικού πάγου της Ανταρκτικής θα μπορούσε να προκαλέσει ετήσια μέση άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά 0,18 εκατοστά παγκοσμίως το 2060 και μετέπειτα, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό Nature.
Βάσει της Συμφωνίας του Παρισιού του 2015, περισσότερες από 190 χώρες συμφώνησαν να διατηρήσουν την παγκόσμια μέση αύξηση της θερμοκρασίας πολύ κάτω των 2 βαθμών Κελσίου σε σύγκριση με την προ-βιομηχανική εποχή και να προσπαθήσουν να την περιορίσουν στον 1,5 βαθμό Κελσίου. Η υπερθέρμανση των 3 βαθμών Κελσίου - ένα σενάριο που είναι πιο συνεπές με τις τρέχουσες πολιτικές - μπορεί να αυξάνει το επίπεδο της θάλασσας κατά 0,2 καταστροφικές ίντσες σε ετήσια βάση παγκοσμίως μετά το 2060, προστίθεται στη μελέτη.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα μοντέλο βασισμένο σε δορυφορικές παρατηρήσεις, κλιματικά δεδομένα και μηχανική εκμάθηση για να προβλέψουν την απώλεια πάγου της περιοχής υπό διαφορετικές παγκόσμιες πολιτικές για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινομένου θερμοκηπίου.
«Η κατάρρευση των στρωμάτων πάγου είναι μη αναστρέψιμη για χιλιάδες χρόνια και αν το παγοκάλυμμα της Ανταρκτικής γίνει ασταθές, θα μπορούσε να συνεχίσει να υποχωρεί για αιώνες» δήλωσε ο Ντάνιελ Μ. Γκίλφορντ, ένας από τους συντάκτες της μελέτης, του Rutgers Earth System Science & Policy Lab. «Αυτό ανεξάρτητα από το εάν χρησιμοποιούνται στρατηγικές μείωσης των εκπομπών, όπως η απομάκρυνση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα» πρόσθεσε σε δήλωση.
Κάλυψη της γης από αλμυρό νερό
Οι χώρες που βρίσκονται σε χαμηλό υψόμετρο όπως το Μπανγκλαντές, που ήδη υποφέρουν από ακραίες καταιγίδες και πλημμύρες, είναι πιο ευάλωτες στις επιπτώσεις της αύξησης των θερμοκρασιών και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, δήλωσε ο Ατίκ Ραχμάν, επικεφαλής του μη κερδοσκοπικού κέντρου προηγμένων μελετών του Μπανγκλαντές. Στην επίπεδη νότια περιοχή του Μπανγκλαντές «μια μικρή αύξηση της στάθμης της θάλασσας μεταφέρεται σε μια πολύ μεγαλύτερη γραμμική ή οριζόντια αύξηση της κάλυψης της γης από αλμυρό νερό» εξήγησε ο Ραχμάν, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
«Σταδιακά, όσοι βρίσκονται τώρα σε περιοχές υφάλμυρου νερού, που είναι αλμυρό και γλυκό νερό, το έδαφός τους θα γίνει αλατούχο και η γεωργική παραγωγικότητά τους θα μειωθεί».
Αναγκαστική μετανάστευση
Το αποτέλεσμα θα είναι μεγαλύτερος εκτοπισμός, με ανθρώπους που εξαναγκάζονται να μετακινηθούν σε αστικές περιοχές, οι οποίες ήδη προσπαθούν να φιλοξενήσουν αυξανόμενους πληθυσμούς, όπου πολλοί θα έχουν μια κακή ποιότητα ζωής μακριά από τις οικογένειές τους, δήλωσε ο Ραχμάν. Οι παράκτιες κοινότητες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν με απλά μέτρα όπως η καλλιέργεια λαχανικών σε γλάστρες μακριά από το αλμυρό νερό. «Οι άνθρωποι προσπαθούν να προσαρμοστούν, αλλά η προσαρμογή έχει όρια», πρόσθεσε.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε από την Αμερικανική Γεωφυσική Ένωση, μια διεθνή επιστημονική ομάδα, προέβλεψε τον περασμένο μήνα ότι η αυξανόμενη στάθμη της θάλασσας θα μπορούσε να προκαλέσει κύματα μετανάστευσης σε ολόκληρο το Μπανγκλαντές, επηρεάζοντας περισσότερους από 1,3 εκατομμύριο ανθρώπους έως το 2050.
Τόσο ο Γκίλφορντ όσο και ο Ραχμάν τόνισαν την ανάγκη για μεγαλύτερες διεθνείς προσπάθειες για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων παγκόσμιων θερμοκρασιών, ενόψει των συνομιλιών της διάσκεψης COP26 του ΟΗΕ για το κλίμα τον Νοέμβριο.
«Η μόνη σοβαρή απάντηση από την παγκόσμια κοινότητα είναι η ταχεία μείωση των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου», δήλωσε ο Ραχμάν στο Thomson Reuters Foundation, το φιλανθρωπικό σκέλος του Thomson Reuters, που καλύπτει τη ζωή ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που αγωνίζονται για να ζήσουν ελεύθερα ή δίκαια.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Thomson Reuters Foundation