Μια ολόκληρη πόλη βρίσκεται κάτω από τα αβαθή νερά του κόλπου Ελούντας. Ο αρχαίος Ολούντας βυθίστηκε «παίρνοντας» μαζί του την ιστορία της πόλης που για χιλιάδες χρόνια ήκμαζε ως λιμάνι με στρατηγική θέση, ελέγχοντας το πέρασμα στην νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Το μυστήριο της βυθισμένης πόλης Ολούς στις αλυκές της Ελούντας καλείται να λύσει η Εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων, μέσα από την έρευνα που πραγματοποιεί τα τελευταία χρόνια.
Χρησιμοποιώντας πρωτοποριακές μεθόδους, drones και νέες τεχνολογίες, η ομάδα των γεωφυσικών προχωρά στην τρισδιάστατη απεικόνιση των κτηριακών δομών αλλά και των πλούσιων ευρημάτων που υπάρχουν στον βυθό του κόλπου της Ελούντας.
Αρχαιολογική ομάδα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και ομάδα γεωφυσικών από το Εργαστήριο Δορυφορικής Τηλεπισκόπησης του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών (ΙΤΕ), καθώς και εθελοντές δύτες και επιστήμονες άλλων ειδικοτήτων, για τέταρτη χρονιά, συνέχισαν την υποβρύχια γεωαρχαιολογική έρευνα στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου της Ελούντας, αναζητώντας, διερευνώντας και αποτυπώνοντας τεκμήρια της βυθισμένης πόλης του αρχαίου Ολούντος και της επικράτειάς της. Το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε και φέτος, κυρίως στην περιοχή του Πόρου. Συγκεκριμένα, συνεχίστηκε ο επιφανειακός καθαρισμός από άμμο και βλάστηση στη συνέχεια μεγάλης επιμήκους κατασκευής που ανήκει πιθανότατα στο τείχος της αρχαίας πόλης, αν και δεν αποκλείεται η ερμηνεία του ως λιμενοβραχίονα.
Συνεχίστηκε η αποτύπωση υποβρυχίως και από αέρος βυθισμένων αρχαίων δομών που ανήκουν είτε σε κτήρια, είτε σε άλλες κατασκευές και βρίσκεται σε εξέλιξη η ψηφιακή επεξεργασία των δεδομένων που συλλέχθηκαν για την εκπόνηση σχεδίων και τρισδιάστατων απεικονίσεων, τα οποία θα τροφοδοτηθούν στη συνέχεια στην ψηφιακή βάση γεωχωρικών δεδομένων (GIS), ώστε να κατανοηθούν καλύτερα οι μεταξύ τους σχέσεις. Στην ίδια περιοχή, βόρεια και νότια του ισθμού του Πόρου, συνεχίστηκε, από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών, η γεωφυσική διασκόπηση του υποστρώματος του βυθού, με την εφαρμογή ηλεκτρικής και μαγνητικής τομογραφίας.
Με τη μέθοδο αυτή τεκμηριώνεται η ύπαρξη αρχαίων δομών στον υποπυθμένα, οι οποίες φτάνουν σε βάθος μέχρι 1.5 μ. Η εφαρμογή της μεθόδου σε συγκεκριμένους χώρους βοηθάει, επίσης, στην ερμηνεία δομών, τμήματα των οποίων είναι ορατά στην επιφάνεια. Πέραν του Πόρου, συνεχίστηκε η υποβρύχια έρευνα στον όρμο του Κριού, στα ανατολικά της χερσονήσου της Κολοκύθας, όπου εντοπίστηκε διάσπαρτη κεραμική, μάρτυρας της χρήσης του όρμου ως αγκυροβολίου.
Διερευνήθηκε, επίσης, το τμήμα από το ακρωτήριο, απέναντι από τη νησίδα Σπιναλόγκα, μέχρι τον όρμο Βαθύ, στη δυτική πλευρά της Κολοκύθας, με παρόμοια αποτελέσματα. Στον όρμο Βαθύ, έγινε τα προηγούμενα χρόνια αποτύπωση και τεκμηρίωση βυθισμένου κτηριακού συγκροτήματος, ενώ στην παραλία εντοπίστηκε διαμορφωμένη πηγή υφάλμυρου πλέον νερού και μινωική κεραμική, ανάμικτη με πλήθος οστρέων πορφύρας. Στην απέναντι πλευρά του κόλπου, στην περιοχή Τσιφλίκι εντοπίστηκαν και αποτυπώθηκαν από αέρος βυθισμένα κατάλοιπα κτηρίων και επιμήκης κατασκευή, γνωστή στους ντόπιους ως δρόμος. Θυμίζει, όντως, τα παραδοσιακά μονοπάτια στην Κολοκύθα, με ξερολιθιές στις δύο πλευρές, τα οποία αντιστοιχούν, πιθανότατα, στους αρχαίους δρόμους που οδηγούσαν στους όρμους με τα βυθισμένα σήμερα κτηριακά συγκροτήματα.
Η σύνθεση των δεδομένων με αυτά των προηγούμενων ετών, σε συνδυασμό με τη μελέτη των πηγών και των αποτελεσμάτων προηγούμενων σωστικών ή συστηματικών αρχαιολογικών ερευνών στην ευρύτερη περιοχή, αποσαφηνίζει σταδιακά την εικόνα της αρχαίας πόλεως και της επικράτειάς της.