Λίγοι ηγέτες άφησαν τόσα ίχνη στην πολιτική της χώρας τους, αλλά και σπάνια η άσκηση των πρωθυπουργικών καθηκόντων, άφησε τόσα ίχνη στην εμφάνιση ενός πολιτικού όσο ο τέως Βρετανός πρωθυπουργός.
«Κάποιοι υποτιμούν την πολιτική. Ομως εξακολουθεί να είναι η αρένα που κάνει τις καρδιές να χτυπούν λίγο πιο γρήγορα... «Εύχομαι σε όλους σας, φίλους ή εχθρούς, καλή τύχη. Αυτό ήταν - είναι το τέλος», δήλωσε συγκινημένος ο Τόνι Μπλερ κατά την τελευταία γι' αυτόν συνεδρίαση της Βουλής, ενώ κατά την αποχώρησή του οι βουλευτές όλων των κομμάτων σηκώθηκαν από τα έδρανά τους και τον χειροκροτούσαν.
Παρά τις διαφορές, η βρετανική αστική ευγένεια και η χαρισματικότητα του «Τεφλόν Τόνι», υποχρέωσαν τους πολιτικούς αντιπάλους του να αναγνωρίσουν «το εξαιρετικό κατόρθωμά του να παραμείνει πρωθυπουργός για δέκα χρόνια» και τις «σημαντικές προσπάθειες που έφερε εις πέρας στον τομέα των δημόσιων υπηρεσιών», αλλά και τη δρομολόγηση της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Βόρεια Ιρλανδία και την πρόοδο που επετεύχθη υπέρ των αναπτυσσόμενων χωρών. Τους επαίνους επιδαψίλευσε ο αρχηγός των Τόρις, Ντέιβιντ Κάμερον.
Ο Τόνι Μπλερ παρέμεινε ο «κυρίαρχος του παιχνιδιού» στη Βρετανία για μια δεκαετία. Μπορεί ο ίδιος να χαρακτήρισε την Νταϊάνα «πριγκίπισσα του λαού», αλλά κι η δική του δημοφιλία τουλάχιστον μέχρι το 2003 δικαιολογούσε το χαρακτηρισμό «πρίγκιπας Τόνι».
Ο ιστορικός Eric Hobsbawm αναφέρει «τουλάχιστον θα τον θυμούνται, εν αντιθέσει με άλλους πρωθυπουργούς, που αφορούν μόνο όσους κάνουν PhDs. Οχι μόνο γιατί κέρδισε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά γιατί αντιπροσωπεύει μια μετα-θατσερική περίοδο. Αν εξαιρέσουμε το Ιράκ, θα τόν θυμούνται ως έναν νουνεχή, ρεαλιστή πρωθυπουργό, επιπέδου Harold Macmillan. Αλλά το Ιράκ δεν ήταν ένα ατύχημα, μία σύμπτωση. Τον Μπλερ θα τον θυμούνται για το Ιράκ».
Το στίγμα του Ιράκ θα τον ακολουθεί, αλλά ο «Τεφλόν Τόνι» -όπως τον αποκαλούσαν λόγω της ικανότητάς του να μην αφήνει τίποτα να κολλάει, όπως στα αντικολλητικά σκεύη, στην εικόνα του- επιμένει ότι η ιστορία θα κάνει την τελική αποτίμηση για την πολιτική του στο Ιράκ. Ενα πράγμα όμως είναι ήδη σίγουρο: το Ιράκ είναι αυτή τη στιγμή σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι επί Σαντάμ. «Πρόκειται μάλιστα για τη μεγαλύτερη καταστροφή στην εξωτερική πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας, από την εποχή της κρίσης στο Σουέζ, το 1956». (φύλλο της 11ης Μαϊου 2007 της ιταλικής "La Repubblica")
Η αποχώρησή του σηματοδοτεί εκτός των άλλων και το τέλος του Τρίτου Δρόμου. Ο Μπλερ και οι μέντορές του Πίτερ Μάντελσον και Αντονι Γκίντενς, προσπάθησαν να εφαρμόσουν και να διαμορφώσουν στα δικά τους μέτρα, στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, τον Τρίτο Δρόμο, που θα συνέδεε τις οικονομικές επιτυχίες του νεοφιλελεύθερου θατσερισμού με τις «ευλογίες» του κοινωνικού κράτους. «Είμαστε κράτος συμπόνιας αλλά με σκληρό περίβλημα», είχε τονίσει ο Μπλερ στο συνέδριο των Εργατικών το 1997, εννοώντας ότι δεν θα είναι εύκολο να εκμεταλλευθούν τα «παράσιτα» τις καλές προθέσεις της κυβέρνησής του.
Μέχρι σήμερα ο Μπλερ συνιστά διεθνώς το διασημότερο παράδειγμα πρωταγωνιστή στη διαδικασία του υποσκελισμού και της διάλυσης των ιδεολογιών στα αριστερά κόμματα.
K.T.