Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού - Ερευνητή
[email protected], www.stadiodromia.gr
Στο προηγούμενο άρθρο μας είδαμε πως θα λειτουργήσει το διπλό Μηχανογραφικό και τα πιθανά προβλήματα που μπορεί να δημιουργηθούν. Ποιο είναι, όμως, το πρόβλημα που προσπαθεί να λύσει το Υπουργείο Παιδείας με την καθιέρωση του διπλού Μηχανογραφικού; Το πρόβλημα είναι, σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, ότι οι υποψήφιοι δηλώνουν πολλές σχολές στο Μηχανογραφικό τους Δελτίο, περνούν κάπου κατά τύχη, δεν τους αρέσει η σχολή της επιτυχίας τους και στην πορεία εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Μάλιστα όσοι εγκαταλείπουν τις σπουδές τους είναι το 30% των εισακτέων.
Ας δούμε τα πράγματα ως έχουν. Πράγματι το ποσοστό εγκατάλειψης είναι μεγάλο. Το 30% είναι ο πραγματικός αριθμός. Οφείλεται, όμως, στον τρόπο που δηλώνουν τις σχολές οι υποψήφιοι, είναι δηλαδή τεχνικό το θέμα, οπότε λύνεται με τη ρύθμιση του Υπουργείου Παιδείας ή μήπως είναι πιο σύνθετο το θέμα;
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα χρησιμοποιήσαμε τα στοιχεία των Πανελλαδικών Εξετάσεων του 2020, που μπορείτε να δείτε στον πίνακα. Βλέπουμε ότι 14.189 επιτυχόντες πέτυχαν στη σχολή της πρώτης τους επιλογής. Το ποσοστό τους είναι 21,07% στο σύνολο των επιτυχόντων. Δηλαδή ένας στους πέντε υποψηφίους πετυχαίνει και σχολή και πόλη. Θα μπορούσε αυτό το ποσοστό να είναι υψηλότερο; Φυσικά και θα μπορούσε, όμως η ανάπτυξη της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα έγινε με τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται υψηλός αριθμός φοιτητών που μεταναστεύουν εσωτερικά με σκοπό να έχουμε μεταφορά πόρων από το κέντρο προς την περιφέρεια. Έτσι σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε, για να φτάσουμε στο κάθε πόλη και Πανεπιστήμιο κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ. Σκοπός που δεν έχει καμία σχέση με την Εκπαίδευση, αλλά με την Οικονομία. Έτσι λοιπόν πάλι καλά που ένα στα πέντε παιδιά πετυχαίνει στη σχολή και την πόλη που θέλει, τις σπουδές των ονείρων του, δηλαδή.
Οι υπόλοιποι τέσσερις στους πέντε φοιτητές πετυχαίνουν το αντικείμενο σπουδών σε άλλη πόλη ή δεν πετυχαίνουν ούτε το αντικείμενο ούτε την πόλη. Όσοι εισάγονται από τη δεύτερη μέχρι και την έκτη επιλογή τους μπορούμε να πούμε ότι πέτυχαν τη σχολή αλλά όχι την πόλη. Πρόκειται για 27.936 επιτυχόντες που αντιπροσωπεύουν το 41,48% των επιτυχόντων. Αυτό σημαίνει ότι συνολικά το 62,55% των επιτυχόντων έχει πιάσει τουλάχιστον το αντικείμενο σπουδών που επιθυμεί.
Αλλά και από τους υπόλοιπους που εισάγονται σε σχολή μετά την 6η επιλογή τους δεν έχουν όλοι πετύχει σε άσχετο αντικείμενο. Απλά πολλές φορές δεν είναι εφικτό να πετύχουν στο αντικείμενο σπουδών που επιθυμούν γιατί δεν υπάρχουν αρκετές θέσεις, αφού ο αριθμός των θέσεων είναι συγκεκριμένος και περιορισμένος. Ένας υποψήφιος που συγκέντρωσε το 2020 17.400 μόρια πέτυχε στην Ιατρική Αλεξανδρούπολης, που ήταν η έβδομη επιλογή του, αλλά πέτυχε το αντικείμενο σπουδών που ήθελε. Κάποιος που πέτυχε στο Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης στη Ρόδο που είχε ως ένατη επιλογή, αφού εννέα είναι τα Παιδαγωγικά Τμήματα έχει πετύχει το αντικείμενο σπουδών, αλλά όχι την πόλη.
Ας μείνουμε, όμως, μόνο στο 62,55% που πετυχαίνει σε μία από τις πρώτες του επιλογές και ας αφήσουμε όσους από το υπόλοιπο 37,55% πέτυχαν και αυτοί σε μία από τις πρώτες τους επιλογές γιατί δεν μπορούμε να μετρήσουμε πόσοι είναι, λόγω έλλειψης στοιχείων. Το Υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει μόνο τις 6 πρώτες επιλογές των επιτυχόντων, τις υπόλοιπες επιλογές και τις συνολικές.
Το ποσοστό επιτυχίας στις σχολές επιθυμίας είναι, όπως διαπιστώνουμε, πολύ καλό, γιατί τουλάχιστον οι επτά στους δέκα σπουδάζουν αυτό που θέλουν. Το πρόβλημα εγκατάλειψης των σπουδών από το 30% των υποψηφίων παραμένει. Ποια είναι η πραγματική αιτία;
Η πραγματική αιτία του προβλήματος είναι ότι πολλοί υποψήφιοι, ακόμη και από όσους εισάγονται στην πρώτη τους επιλογή, διαπιστώνουν ότι έκαναν λάθος επιλογή σπουδών. Οι δυνατότητες να αλλάξουν σπουδές δεν είναι πολλές, όπως θα δούμε στη συνέχεια, όποτε η καθυστέρηση ή τελικά η εγκατάλειψη των σπουδών είναι η λογική κατάληξη. Το πρόβλημα δεν είναι δηλαδή τεχνικό, που θα μπορούσε να λυθεί με αλλαγή της διαδικασίας υποβολής του Μηχανογραφικού, αλλά ουσιαστικό, αφού οι υποψήφιοι επιλέγουν σπουδές με λάθος κριτήρια. Αν το θέμα λυνόταν με το να δηλώνουν αυτό που επιθυμούν, τότε η λύση θα ήταν πολύ απλή: Κατάθεση των Μηχανογραφικών Δελτίων το Μάρτιο, όπως παλιά, που οι υποψήφιοι δεν γνώριζαν τη βαθμολογία τους και, συνεπώς, δηλώναν την πραγματική τους επιθυμία. Και οι βάσεις θα μπορούσαν να ανακοινώνονται στις 10 Ιουλίου και να μην υπάρχει η αναμονή που τσακίζει νεύρα και το τρέξιμο να βρεις σπίτι τέλος Αυγούστου με άδεια από τη δουλειά.
Το ερώτημα είναι γιατί κάνουν λάθος επιλογή σπουδών. Η απάντηση δεν είναι απλή. Κάποιοι δηλώνουν σχολές γνωρίζοντας ελάχιστα στοιχεία γι’ αυτές ή έχοντας μία εικόνα για τη σχολή που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Άλλοι πιέζονται από τον κοινωνικό περίγυρο να δηλώσουν σχολές υψηλού κύρους, ανεξάρτητα αν τους αρέσουν αυτές οι σπουδές. Το μεγαλύτερο ποσοστό των υποψηφίων δεν κοιτάζει το πρόγραμμα σπουδών της σχολής, τι θα διαβάζει στο Πανεπιστήμιο, δηλαδή. Αυτό είναι κρίσιμο γιατί αν δεν σου αρέσει αυτό που διαβάζεις, απλά δεν το διαβάζεις και εγκαταλείπεις τις σπουδές σου.
Έχω δει πολλούς υποψηφίους με περισσότερα από 19.000 μόρια να επιτυγχάνουν σε σχολές όπως η Νομική και οι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί και να τις εγκαταλείπουν απογοητευμένοι ένα χρόνο μετά γιατί δεν ήταν αυτό που ήθελαν. Με την κατηγορία του 10% υπέβαλλαν μόνο Μηχανογραφικό και άλλαξαν σχολή, έχοντας χάσει ένα χρόνο γιατί επέλεξαν πτυχίο κύρους και όχι αυτό που πραγματικά ήθελαν.
Αν ένας υποψήφιος διαπιστώσει ότι έκανε λάθος επιλογή σπουδών μπορεί να υποβάλει Μηχανογραφικό, χωρίς να δώσει Πανελλαδικές Εξετάσεις. Το δικαίωμα αυτό το έχει για δύο χρόνια μετά την τελευταία του εξέταση στις Πανελλαδικές. Ειδικό ποσοστό, διαφορετικές βάσεις. Αυτή είναι η μόνη δυνατότητα οριζόντιας μετακίνησης που δίνουμε σε όσους έκαναν λάθος επιλογή. Τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αν γινόταν κάτι απλό: όποιος επιθυμεί να αλλάξει τμήμα να μπορεί να το κάνει την επόμενη χρονιά, μόνο αν είχε πιάσει τη βάση του τμήματος τη χρονιά που εξετάστηκε στις Πανελλαδικές και το δικαίωμα αυτό να το έχει για δύο χρόνια. Αν δεν είχε πιάσει τη βάση του τμήματος να εξεταστεί ξανά στις Πανελλαδικές.
Κάποιοι άλλοι υποψήφιοι επιλέγουν σχολές που ανήκουν στο Επιστημονικό τους Πεδίο, αλλά δεν έχουν τις γνώσεις να παρακολουθήσουν τις σπουδές τους. Τα τμήματα Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης για παράδειγμα είναι εξαιρετικά τμήματα Μηχανικών, η ένταξή τους, όμως, και στο 4ο Πεδίο δημιουργεί προβλήματα στους φοιτητές τους που εισάγονται από το 4ο Πεδίο, γιατί δεν γνωρίζουν Φυσική και Μηχανικός χωρίς Φυσική δεν γίνεται. Αυτά είναι λάθη του Υπουργείου Παιδείας στην ένταξη τμημάτων στα Πεδία.
Πολλά είναι τα λάθη που κάνουν οι υποψήφιοι στην επιλογή σπουδών και οδηγούν στην εγκατάλειψη των σπουδών. Αν η λύση στην εγκατάλειψη των σπουδών ήταν το διπλό Μηχανογραφικό θα ήταν πολύ καλά, γιατί η λύση θα ήταν πολύ εύκολη. Αλλά δυστυχώς δεν είναι.
Οι προτιμήσεις των επιτυχόντων στις Πανελλαδικές 2020 |
| Αριθμός Επιτυχόντων |
1η Προτίμηση | 14.189 |
2η Προτίμηση | 8405 |
3η προτίμηση | 6465 |
4η προτίμηση | 5220 |
5η προτίμηση | 4271 |
6η προτίμηση | 3575 |
Σύνολο 6 πρώτων προτιμήσεων | 42.125 |
Άλλη σειρά προτίμησης | 25.213 |
Επιτυχόντες | 67.338 |
Ποσοστό 6 πρώτων Προτιμήσεων στο σύνολο των εισακτέων | 62,55% |
Μελέτη: Στράτος Στρατηγάκης |