Ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να έχει αναχωρήσει από τον Λευκό Οίκο και την Ουάσινγκτον, έχει όμως αφήσει τα σημάδια του στην διαιρεμένη αμερικανική κοινωνία. Το ίδιο και στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα από τους κόλπους του οποίου αναδύθηκε στην εξουσία πριν από τέσσερα χρόνια.
Έχοντας φέρει τα πάνω-κάτω (και) στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ο Τραμπ δημιούργησε τελικά τρεις τύπους Ρεπουμπλικανών. Υπάρχουν αυτοί που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν. Υπάρχουν αυτοί που παραμέρισαν τις φυλετικές διαιρέσεις που παρήγαγε ο λόγος τους αγκαλιάζοντας τις συντηρητικές πολιτικές του. Και υπήρχαν και αυτοί που δεν δίσταζαν να εκφραστούν και να προωθήσουν τον Τραμπ βοηθώντας τον να κερδίσει 10 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από όσες συγκέντρωσε το 2016.
Οι ποτέ τραμπικοί
Έγραψαν ανοιχτά γράμματα, σνόμπαραν δύο φορές το εθνικό συνέδριο των Ρεπουμπλικανών, έκαναν podcasts , άνοιξαν ιστότοπους και συγκέντρωσαν εκατομμύρια δολάρια για τις προσπάθειές τους να τον νικήσουν.
Η προοπτική μιας προεδρίας Τραμπ φαινόταν πάντα ανησυχητική για μία πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών οι οποίοι θεωρούσαν πως η υψηλή αυτοεκτίμηση και η απάθειά του σχετικά με τα όρια της πολιτικής δύναμης θα συνιστούσε καταστροφή. Και καθώς ο Τραμπ εκλέχτηκε τελικά πρόεδρος, στην ομάδα αυτή «παρεισέφρησαν» κάποια ονόματα- έκπληξη, όπως ο Τζορτζ Κόνγουει του οποίου η σύζυγος, Κελυάν Κόνγουεϊ, συμμετείχε ως σύμβουλος στην πρώτη εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ παραμένοντας μάλιστα πιστή σε αυτόν ως το τέλος της προεδρίας του.
Ο Κόνγουεϊ βρήκε εκεί συντροφιά σε άλλους Ρεπουμπλικανούς, μια ομάδα που η φιλοτραμπική πτέρυγα χαρακτήρισε «ίδρυμα». Η ομάδα τους «Lincoln Project» προσπάθησε τα τελευταία δύο χρόνια να πείσει του Αμερικανούς ψηφοφόρους ότι ο Τραμπ αποτελούσε πλήγμα για τους Ρεπουμπλικανούς.
Οι νέοι «RINO»
Ο όρος RINO σημαίνει Republicans In Name Only, μόνο κατ' όνομα Ρεπουμπλικανοί, και δύσκολα χαρακτηρίζει κάποιον όπως τον Μαρκ Μπρνόβιτς, τον συντηρητικό γενικό εισαγγελέα της Αριζόνα.
Ωστόσο αυτά ίσχυαν πριν έρθει ο Τραμπ στην πολιτική σκηνή και τα σαρώσει όλα, όπως και τον όρο RINO ο οποίος επαναπροσδιορίστηκε από τους πιστούς του Τραμπ ώστε να χαρακτηρίζει όποιον αξιωματούχο του Κόμματος δεν συντασσόταν με τις πολιτικές του.
Ο Μπρνόβιτς είναι πρώην εισαγγελέας της κομητείας Μαρικόπα που αγωνίστηκε για το δικαίωμα των πολιτών της Αριζόνα να εκκλησιάζονται κατά την διάρκεια της πανδημίας και διαφώνησε με την χαλάρωση των κανόνων για τις επιστολικές ψήφους. Ωστόσο, έστρεψε προς το πρόσωπό του την οργή των υποστηρικτών του Τραμπ όταν έλαβε αυτό που θεωρούσε ότι ήταν δύο απολύτως λογικές αποφάσεις ως αρχηγός επιβολής του νόμου της Πολιτείας του.
Πρώτον, διερεύνησε τις καταγγελίες σχετικά με ψηφοδέλτια που υποτίθεται ότι καταστράφηκαν από μελάνι, μια θεωρία συνωμοσίας που έγινε γνωστή ως «Sharpie-gate» στα μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με την θεωρία, οι ψηφοφόροι των Ρεπουμπλικανών αναγκάστηκαν στα εκλογικά κέντρα να χρησιμοποιήσουν στυλό Sharpie πάνω στα ψηφοδέλτια, κάτι που τελικά θα τα καταστούσε άκυρα. Αφού ρις διερεύνησε απεφάνθη πως δεν έστεκε καμία καταγγελία.
Στη συνέχεια αρνήθηκε να υπογράψει αγωγή από την πολιτεία του Τέξας, η οποία καλούσε το Ανώτατο Δικαστήριο να μην συμπεριλάβει εκατομμύρια ψήφους σε τέσσερις αμφίρροπες πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της Αριζόνα.
«Είναι τόσο απλό», είπε σε συνέντευξή του ο Μπρνόβιτς. «Πρόκειται για τον κανόνα του νόμου, όχι για τον κανόνα της πολιτικής σκοπιμότητας», πρόσθεσε. Και δεν είναι ο μόνος από την πτέρυγα της σκληρής δεξιάς οι οποίοι τώρα χλευάζονται από τους πιστούς υποστηρικτές του Τραμπ ως δειλοί και μαλακοί επειδή δεν υποστήριξαν τις προσπάθειές του να πιέσει τα κρατικά νομοθετικά σώματα και το Κογκρέσο ώστε να κηρύξουν τον Τραμπ νικητή των εκλογών που έχασε.
Στην Τζόρτζια, ο κυβερνήτης πολιτείας Μπρίαν Κεμπ και ο γενικός γραμματέας της πολιτείας Μπράντ Ράφενσπεργκερ έχουν πλέον στοχοποιηθεί, από τους υποστηρικτές του Τραμπ, για την ήττα καθώς ο Τραμπ τους κατηγόρησε πως δεν συντάχθηκαν μαζί του.
Η Λίζ Τσένι, η τρίτη στην ιεραρχία της ρεπουμπλικανικής ηγεσίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων- και κόρη του Ρεπουμπλικανού πρώην αντιπροέδρου Ντικ Τσέινι-, αντιμετωπίζει πλέον μία σημαντική πρόκληση για την ηγεσία καθώς ήταν ανάμεσα στους δέκα Ρεπουμπλικανούς που ψήφισαν υπέρ της παραπομπής Τραμπ.
Ακόμη και ο Μάικ Πενς έχει δεχτεί πυρά, ο οποίος ήταν τόσο πιστός στον Τραμπ ώστε οι αρκετοί επικριτές του τον χαρακτήριζαν ως υποτακτικό. Ο λόγος της επίθεσης αφορά την άρνηση του Πενς να παρέμβει στη επικύρωση του εκλογικού αποτελέσματος.
Έπειτα από τέσσερα χρόνια που κρατούσαν τις ενστάσεις του για τις πολιτικές του Τραμπ σιωπηλές, ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός Ρεπουμπλικανών υψώνει φωνή ενάντια στον αρχηγό του Κόμματος. Και αυτό που λένε είναι ότι ανησυχούν που δημιουργείται αυτό το προηγούμενο για τους εκλεγμένους αξιωματούχους να ζητάει κάποιος να παραβλέψουν τον νόμο όταν δεν του ταιριάζει πολιτικά.
«Ανησυχώ πολύ που χρησιμοποιούμε τα περίπλοκα και διακριτικά εργαλεία του νόμου για να λυγίσουμε αυτό που δεν πρέπει να λυγίσει προς μια κατεύθυνση που θεωρούμε πολιτικά προτιμότερη», δήλωσε ο Ντέιβ Γιοστ, γενικός εισαγγελέας του Οχάιο. Ως αξιωματούχοι των οποίων η εξουσία επί της εκλογικής διαδικασίας είναι σημαντική αν και συχνά παραβλέπεται, ο Γιοστ πρόσθεσε ότι αξιωματούχοι σαν αυτόν «πρέπει να αποδεχτούν ότι υπάρχουν περιορισμοί στα προτιμώμενα αποτελέσματά τους».
Οι τραμπικοί Ρεπουμπλικανοί
Ποτέ πριν δεν ήταν τόσο εμφανής η επιρροή του Τραμπ στους Ρεπουμπλικανούς νομοθέτες όσο κατά την διάρκεια της συγκέντρωσης του Τραμπ που προηγήθηκε των επεισοδίων στο Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου.
Ρεπουμπλικανοί από το Μισσούρι, τη Δυτική Βιρτζίνια, το Τενεσί και άλλες πολιτείες ήταν μεταξύ εκείνων που συγκεντρώθηκαν για να τον χειροκροτήσουν.
Σε ένα περιστατικό που πολλοί Ρεπουμπλικανοί χαρακτηρίζουν ως ιδιαίτερα ανησυχητικό, ένας πολιτικός βραχίονας της Γενικής Ένωσης Ρεπουμπλικανών Δικηγόρων, γνωστός ως Ταμείο Άμυνας του Κράτους του Δικαίου, πλήρωσε για robocalls πριν από τις 6 Ιανουαρίου καλώντας «πατριώτες σαν εσένα» στο Καπιτώλιο να αναγκάσουν το Κογκρέσο να «σταματήσει την κλοπή».
Οι κλήσεις αυτές, για τις οποίες έκτοτε αρκετοί Ρεπουμπλικανοί δικηγόροι έχουν κρατήσει αποστάσεις λέγοντας πως δεν γνώριζαν, υπογραμμίζουν τον βαθμό στον οποίο οι σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές του Τραμπ στηριζόταν σε εκλεγμένους αξιωματούχους για να υποστηρίξουν τους ψευδείς ισχυρισμούς του για εκλογική απάτη.
Δύο άτομα με άμεση γνώση των τεταμένων συζητήσεων που διεξήχθησαν μεταξύ των γενικών εισαγγελέων μετά τη διαρροή των κλήσεων, δήλωσαν ότι τις είχε ζητήσει ένας δωρητής ο οποίος έκανε μια δωρεά με την προϋπόθεση των κλήσεων.
«Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου υπάρχουν τόσα πολλά άτομα με μεγάλο πλούτο που θα υποστηρίξουν ακόμη και τις πιο αφελείς ιδέες και υποψηφίους», δήλωσε ο Ρίτσαρντ Φ. Χολτ, ένας Ρεπουμπλικανός που συγκεντρώνει χρήματα για τους προεδρικούς υποψήφιους από τον Ρίτσαρντ Νίξον και μετά.
Οι ηγέτες του Κόμματος και οι μεγάλοι δωρητές του βλέπουν τώρα ότι μπορεί να αντιμετωπίσουν απειλές από σκοτεινούς αλλά καλά χρηματοδοτούμενους υποψηφίους των οποίων το κύριο κίνητρο για την αξίωση μιας θέσης είναι ότι είναι θλιμμένοι για την ήττα του Τραμπ.
Ενώ η ακροδεξιά ήταν πάντα μια σημαντική για τους Ρεπουμπλικανούς στις εκλογές, η εξουσία της συνήθως αποδυναμώνονταν από τις κυρίαρχες επιρροές. Σήμερα, ωστόσο, αποδυναμώνεται λιγότερο, σημειώνει ο ιστορικός Τζέφρι Μ. Καμπασερβίς.
Και ποιος νικάει;
Σίγουρα όχι οι «ποτέ Τραμπ». Ο πόλεμος θα κριθεί ανάμεσα στους νέους «RINO» και τους τραμπικούς.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από New York Times