Το μυθιστόρημα «Η απατηλή ζωή των ενηλίκων» της Έλενα Φερράντε κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση Δήμητρας Δότση.
«Δυο χρόνια πριν φύγει από το σπίτι, ο πατέρας μου είπε στη μητέρα μου ότι ήμουν πολύ άσχημη. Τη φράση αυτή την είπε ψιθυριστά, στο διαμέρισμα που είχαν αγοράσει οι γονείς μου, νιόπαντροι ακόμα, στο Ριόνε Άλτο, στο τέρμα της οδού Σαν Τζάκομο ντέι Κάπρι. Τα πάντα –η Νάπολη, το μπλε φως ενός ψυχρού Φεβρουαρίου, τα λόγια εκείνα– πάγωσαν. Εγώ πάλι κατάφερα να ξεγλιστρήσω και εξακολουθώ να ξεγλιστρώ ακόμη και τώρα μέσα από αυτές τις γραμμές που θέλουν να αποτυπώσουν την ιστορία μου, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα, τίποτα δικό μου, τίποτα που να έχει αρχίσει στ’ αλήθεια ή να έχει στ’ αλήθεια ολοκληρωθεί: Μονάχα ένα κουβάρι που κανείς, ούτε καν αυτή που ετούτη τη στιγμή γράφει, δεν ξέρει αν περιέχει το σωστό νήμα της αφήγησης ή αν είναι μονάχα ένας συγκεχυμένος πόνος, δίχως λυτρωμό».
Το όμορφο παιδικό πρόσωπο της Τζοβάννα έχει αλλοιωθεί, σιγά σιγά μεταμορφώνεται σε μια άσχημη, επιθετική έφηβη. Άραγε, έτσι έχουν στ’ αλήθεια τα πράγματα; Και σε ποιον καθρέφτη πρέπει να κοιταχτεί για να ξαναβρεί τον εαυτό της και να σωθεί; Μετά την ευτυχισμένη όψη των παιδικών της χρόνων, η Τζοβάννα αναζητά ένα νέο πρόσωπο, ακροβατώντας ανάμεσα σε δύο γειτονιές της Νάπολης στις οποίες κυλά το ίδιο αίμα, δυο γειτονιές που φοβούνται και απεχθάνονται η µία την άλλη: τη Νάπολη ψηλά στον λόφο, που φορά το εκλεπτυσμένο της προσωπείο, και τη Νάπολη χαμηλά, που παριστάνει την αχαλίνωτη, την αγοραία.
Η Τζοβάννα παραπαίει από τα ψηλά στα χαμηλά, άλλοτε πέφτοντας µε ορμή κι άλλοτε σκαρφαλώνοντας σιγά σιγά, σαστισμένη μπροστά στο γεγονός πως, είτε πάνω είτε κάτω, η Νάπολη μοιάζει μια πόλη δίχως απαντήσεις, δίχως διαφυγή.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]