Το 2020 ήταν ένα από τα θερμότερα χρόνια από τότε που μετράται στατιστικά στην Αυστρία η θερμοκρασία.Μόνο ο Μάιος ήταν φέτος σχετικά δροσερός,ενώ στα πεδινά της χώρας, όπου η σειρά των μετρήσεων χρονολογείται από το 1768, ήταν η πέμπτη θερμότερη χρονιά, δήλωσε σήμερα ο Αλεξάντερ ΄Ορλικ, από το Κεντρικό Ινστιτούτο Μετεωρολογίας και Γεωδυναμικής.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στα ορεινά, το 2020 ήταν στην πραγματικότητα η πιο ζεστή χρονιά στην ιστορία των μετρήσεων (στο ίδιο επίπεδο το 2015), με την σειρά των μετρήσεων σε αυτές τις περιοχές να έχει ξεκινήσει πολύ αργότερα, συγκεκριμένα από το 1851.
Οι 15 πιο θερμές χρονιές που έχουν καταγραφεί στα πεδινά της Αυστρίας- όλες από το 1994 και μετά - είναι με σειρά κατάταταξης : 2018, 2014, 2019, 2015, 2020, 1994, 2007, 2016, 2000, 2002, 2008, 2017, 2011, 2012, 2009", ανέφερε ο Αλεξάντερ Όρλικ.
Σε σύγκριση με ένα τυπικό έτος κατά την περίοδο 1961 έως 1990, το 2020 ήταν δύο βαθμούς θερμότερο, σε σύγκριση με το 1981 έως το 1990 κατά 1,2 βαθμούς θερμότερο, που σημαίνει ότι το κλίμα έχει γίνει πολύ πιο ζεστό τα τελευταία χρόνια.
Οι μήνες Ιανουάριος, Φεβρουάριος, Απρίλιος, Αύγουστος και Δεκέμβριος συνέβαλαν σημαντικά για την πέμπτη θέση του 2020 στη σειρά των θερμότερων ετών.
Ο Φεβρουάριος 2020, για παράδειγμα, δείχνει ένα θετικό τεσσάρων βαθμών σε σύγκριση με τον μέσο όρο, ο Απρίλιος ήταν κατά δύο βαθμούς πιο θερμός, ο Δεκέμβριος κατά περίπου 1,6 βαθμούς, ανέφερε σήμερα το Κεντρικό Ινστιτούτο Μετεωρολογίας και Γεωδυναμικής.
Ενώ τα προηγούμενα τρία χρόνια είχαν υψηλή ξηρασία, το 2020 έφερε ένα υψηλότερο μέσο υγρασίας καθώς ήταν ένα από τα 25 πιο υγρά χρόνια από την αρχή της σειράς μέτρησης, και στην αξιολόγηση σε όλη την Αυστρία, υπήρχε το 2020 κατά 10% περισσότερη βροχόπτωση από τον μέσο όρο (1981-2010).
Το 2020 ήταν επίσης ένα από τα δέκα πιο ηλιόλουστα χρόνια από τότε που ξεκίνησε η σειρά μέτρησης του ήλιου το 1925, και ο ήλιος έλαμψε μέσα στη χρονιά που φεύγει κατά 9% περισσότερο από ό, τι σε ένα μέσο έτος.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση, οι δέκα χειρότερες καιρικές καταστροφές προκάλεσαν αυτή τη χρονιά σε παγκόσμια κλίμακα τον θάνατο 3.500 ανθρώπων και τον εκτοπισμό 13,5 εκατομμυρίων, προξενώντας ζημιές ύψους περίπου 123 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πηγή: ΑΜΠΕ