Από την έντυπη έκδοση
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Καμιά αντίρρηση. Η διεύρυνση της Ένωσης ήταν και ακόμα είναι αναγκαία. Χρειάζεται μελέτη όμως, σταθμίσεις και κυρίως βαθύτερη γνώση των λαών που καλούνται να συμμετάσχουν στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ένα κομμάτι της Ευρώπης, αντί να γνωρίσει την ανάπτυξη, την ευημερία και τη δημοκρατική διακυβέρνηση των χωρών που σχημάτισαν την αρχική Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, βρέθηκε υπό τη σοβιετική κομμουνιστική κυριαρχία και τη βία της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι από το 1950 έως το 1985, ήτοι σε λιγότερα από 40 χρόνια, στο ευρωπαϊκό υπό σοβιετική κατοχή κομμουνιστικό μπλοκ σημειώθηκαν τέσσερις λαϊκές εξεγέρσεις, στη Γερμανία (το 1953), στην Ουγγαρία (1956), στην Τσεχοσλοβακία (1968) και στην Πολωνία (στις αρχές της δεκαετίας του 1980), τις οποίες κατέπνιξαν τα σοβιετικά τανκς και μια στρατιωτική δικτατορία στην Πολωνία.
Η ιστορική εμπειρία, έτσι, μας λέει ότι ο εθνικισμός στις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης, ως αντίδραση στη σοβιετική κατοχή, είναι πάντα ζωντανός και ισχυρός.
Σε πλήρη αντίθεση με τη Δύση, οι χώρες του Ανατολικού Μπλοκ δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να αναλογιστούν τις ακρότητες του δικού τους εθνικισμού, κατά τη διάρκεια του πολέμου, διότι για πολλές απ’ αυτές ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει πραγματικά ποτέ: η ναζιστική κατοχή απλώς αντικαταστάθηκε το 1945 από τη σοβιετική κατοχή. Έτσι, η Ουκρανία και τα Βαλτικά κράτη συνέχισαν να διεξάγουν πολέμους εθνικής απελευθέρωσης έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ενώ η παθητική αντίσταση απέναντι στους Σοβιετικούς συνεχίστηκε τις δεκαετίες του 1960, 1970 και 1980.
Τελικά δε, όταν ο σοβιετικός ολοκληρωτισμός έπεσε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες έσπευσαν να ενταχθούν στην Ε.Ε., αλλά αυτό δεν σήμαινε πως ήθελαν να εγκαταλείψουν τον εθνικισμό τους. Μάλλον το αντίθετο: πολλοί θεωρούσαν την ένταξη στην Ε.Ε. σαν μια πολιτική εξασφάλισης έναντι οποιασδήποτε μελλοντικής επίθεσης από τη Μόσχα κατά της νεοαποκτηθείσας ανεξαρτησίας τους.
Θυμάμαι το φθινόπωρο του 1998, στη Βαρσοβία, τον πρόεδρο της Πολωνίας Αλεξάντερ Κβασνιέφσκι να μου τονίζει με έμφαση ότι η ένταξη στην Ε.Ε. θα παρείχε «ασφάλεια σε κάθε πολωνική πόλη και χωριό, σε κάθε πολωνική οικογένεια».
Μέσα σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, όπως γράφει ο Keith Lowe στο συγκλονιστικό βιβλίο του «Ο φόβος και η Ελευθερία» (Εκδόσεις Ψυχογιός), η διεθνιστική φιλοσοφία του ευρωπαϊκού σχεδίου στις πρώην κομμουνιστικές διά της βίας χώρες, δεν ρίζωσε ποτέ σωστά.
Όπως αυτό συνέβη στο ξεκίνημα της ΕΟΚ, η ιδέα ότι τα έθνη - κράτη έπρεπε να απεμπολήσουν μέρος της κυριαρχίας τους σε έναν υψηλότερο φορέα, στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη ξυπνούσε δυσάρεστες μνήμες από το παρελθόν. Αρκεί κανείς να σκεφτεί μερικά από τα συνθήματα που χρησιμοποιούσαν οι ευρωσκεπτικιστές στις διάφορες εκστρατείες τους πριν από τα δημοψηφίσματα, για να δει πόσο φοβούνταν κάποιοι λαοί το ευρωπαϊκό σχέδιο. «Χθες η Μόσχα, αύριο οι Βρυξέλλες», προειδοποιούσαν συντηρητικοί στην Πολωνία. «Ε.Ε. = Σοβιετική Ένωση», ισχυρίζονταν αφίσες στη Λετονία, ενώ στη Δημοκρατία της Τσεχίας ευρωσκεπτικιστές έφτιαξαν ένα σύμβολο της Ε.Ε. μπλεγμένο με σφυροδρέπανο. Μαζί με τις μνήμες των Σοβιετικών, οι εθνικιστές έχουν ξυπνήσει και μνήμες των ναζί.
Στο πλαίσιο αυτό, πολλοί Ανατολικοευρωπαίοι, ευρωσκεπτικιστές και πρώην κομμουνιστές, τους αρέσει να παρουσιάζονται ως φιλελεύθεροι, οι οποίοι ναι μεν μάχονται για τα δικαιώματα του ατόμου, αλλά έχουν και πρόβλημα μήπως στην πολυπολιτισμική Ε.Ε. χάσουν δικαιώματα και ελευθερίες και τελικά αφομοιωθούν από τον δυτικοευρωπαϊκό τρόπο ζωής.
Και ως «τρόπο ζωής» στην ουσία εννοούν, όχι βέβαια τις επιδοτήσεις, αλλά το ευρωπαϊκό κράτος δικαίου, όπως αυτό διαμορφώθηκε με αφετηρία την ελληνική φιλοσοφία, το ρωμαϊκό δίκαιο και τις μεγάλες ανατροπές του Διαφωτισμού και του βιομηχανικού τρόπου παραγωγής πλούτου. Στην ουσία, αυτό που δεν τους πάει είναι ο ορθός λόγος. Δικαίως όμως ύστερα από σαράντα χρόνια σοβιετικού τύπου πλύση εγκεφάλου.
Δυστυχώς, στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι λίγοι αυτοί που αγνοούν ότι ο παραπάνω ευρωπαϊκός τρόπος ζωής στον πρώην κομμουνιστικό κόσμο ήταν το απόλυτο «κακό». Και με βάση την αρχή αυτή γεννήθηκαν και μεγάλωσαν τρεις ή και τέσσερις γενιές ανθρώπων. Κατά συνέπεια, στη διευρυμένη από το 2004 Ένωση, διευρύνθηκε και ένα πολιτιστικό χάσμα που προϋπήρχε και για το οποίο οι ευθύνες της ευρωπαϊκής ηγεσίας συνολικά είναι τεράστιες.
Εμποτισμένοι μέχρι το κόκαλο με την κοινοτική καμαρίλα, οι ηγέτες της Ένωσης αδυνατούν να καταλάβουν ότι για να υπάρξει πολιτική, οικονομική και νομισματική Ένωση στη σημερινή μετά το Brexit E.E., τεράστια αλλά αφανής προϋπόθεση είναι η ύπαρξη μιας πολιτιστικής ταυτότητας της Ευρώπης. Η οποία κάθε άλλο παρά ορατή είναι...