Με την αλλαγή ενοίκου στο Λευκό Οίκο, αφαιρείται ένα προπύργιο για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, πρώην υπουργός και τώρα καθηγητής της Σχολής Διεθνών Σχέσεων Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts της Βοστώνης, κατά την τοποθέτησή του σε διαδικτυακή συζήτηση που οργάνωσε το Ινστιντούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής. στην «καρδιά» της προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ. Κεντρικό θέμα της συζήτησης η «σημασία των αμερικανικών εκλογών για τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και τον κόσμο».
Ο κ. Αρβανιτόπουλος, συνεχίζοντας να αναλύει το «αποτύπωμα» των αμερικανικών εκλογών στην χώρα μας επεσήμανε ωστοσο πως το επόμενο μεσοδιάστημα μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμο παράθυρο ευκαιρίας για την Τουρκία, η οποία είχε εκμεταλλευθεί, όπως θύμισε, και το Watergate.
Ο πρώην υπουργός παρατήρησε πάντως πως οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδό τους εδώ και δεκαετίες, γεγονός που οφείλεται κυρίως στο ότι ΗΠΑ και Δύση εν γένει αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία είναι αναξιόπιστος σύμμαχος, που προβάλλει ηγεμονικές, αναθεωρητικές αξιώσεις. Αυτό δεν σημαίνει, διευκρίνισε, άμεσο αναπροσανατολισμό της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έναντι της Τουρκίας, αλλά πάντως η Ελλάδα αποκτά σημαίνουσα αξία. Σε κάθε περίπτωση.
«Ο Ερντογάν θα έχει πρόβλημα, όχι η Ελλάδα» επεσήμανεαπό την πλευρά του και ο Δημήτρης Καιρίδης, βουλευτής της ΝΔ και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο,
Η «ανατομία» της μάχης
Την εκδήλωση άνοιξε ο διευθυντής του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου, Πάνος Σταθόπουλος, που έκανε μια ενδελεχή παρουσίαση των δημοσκοπήσεων από τον περασμένο Μάιο ακόμη, μέσα από την πορεία των οποίων καταδεικνύεται το άνοιγμα της ψαλίδας υπέρ του Τζο Μπάιντεν. Και, παρότι θεωρητικώς όλα μπορούν να συμβούν στις εναπομείνασες δύο εβδομάδες, από την άλλη ο Π. Σταθόπουλος εστίασε σε ορισμένα στοιχεία: Πρώτον, αν και οι αναποφάσιστοι έχουν μειωθεί στο 4%, από πουθενά όμως δεν προκύπτει ότι θα μπορούσαν να μετακινηθούν μαζικά υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου. Θα μοιραστούν, εκτίμησε ο διευθυντής του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου, αλλά είναι -ελάχιστα -πιο κοντά στον Μπάιντεν.
Βεβαίως, υπάρχει πάντα η περίπτωση της έκπληξης, κάτι που θα συμβεί στην περίπτωση που οι δημοσκοπήσεις δεν έχουν «διαβάσει» σωστά το εκλογικό σώμα, ανέφερε επίσης ενώ προέβλεψε ότι θα υπάρξει μεγάλο θέμα αν ο Τζ. Μπάιντεν με ποσοστό άνω του 51%, δεν καταφέρει να πάρει την πλειοψηφία στους εκλέκτορες.
Συνεχίζοντας με τις ιδιαιτερότητες αυτής της αναμέτρησης, ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, υπογράμμισε ότι πρώτη φορά παρατηρείται τέτοια πόλωση σε αμερικανικές εκλογές. Τα «στρατόπεδα» χωρισμένα, αστικά κέντρα υπέρ Μπάιντεν, αγροτικές και εργατικές περιοχές υπέρ Τραμπ, και αυτό που έχει μείνει προς διεκδίκηση, είναι η ψήφος των κατοίκων των προαστίων, και δη των γυναικών σε αυτά. Ο νυν Πρόεδρος τώρα είναι αντιμέτωπος με μια μεγαλύτερη διαφορά από εκείνη που τον χώριζε από την Χ. Κλίντον, όμως ο Τζ. Μπάιντεν έχει επιλέξει να μην φάει γκολ, δεν πολυεμφανίζεται, δεν θέλει να κάνει το λάθος, αφήνει τον αντίπαλό του να εκτίθεται.
Σύμφωνα με τον Κ. Αρβανιτόπουλο, ο Πρόεδρος Τραμπ ακολουθεί «αλλοπρόσαλλη τακτική», έχει «παραληρηματικό λόγο», έφθασε μέχρι του σημείου να επιτεθεί στον δόκτορα Φάουτσι, που απολαμβάνει αποδοχή 86% σε ό,τι αφορά την πιστότητα των λόγων του. Εξάλλου ο Τζ. Μπάιντεν είναι εκείνος που μπορεί να αντιμετωπίσει την τριπλή αμερικανική κρίση (οικονομία, πανδημία, εσωτερικός διχασμός), ανέφερε ο πρ. υπουργός υπογραμμίζοντας συγχρόνως βαθιά δομικά προβλήματα, όπως είναι οι μεγάλες ανισότητες. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές του Ντ. Ρέηγκαν και η 4η Βιομηχανική Επανάσταση εκτόξευσαν τις ανισότητες, σημείωσε χαρακτηριστικά -και αυτά είναι ζητήματα που δεν αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο μιας τετραετίας, επέμεινε.
Τον Κ. Αρβανιτόπουλο διαδέχθηκε στο διαδικτυακό «βήμα» ο βουλευτής της ΝΔ Δημήτρης Καιρίδης ο οποίος ξεκίνησε από την αρχή της Προεδρικής θητείας του Ντ. Τραμπ. Ήταν Πρόεδρος της μειοψηφίας και δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να γίνει Πρόεδρος της πλειοψηφίας. Δεν ήθελε να κάνει διεύρυνση προς το Κέντρο, αντιθέτως αυτό που έκανε με μεγάλη επιτυχία, ήταν να «μπετονάρει» την εκλογική του βάση που όμως ήταν μεταξύ του 40% και 42%, πότε πάνω από το 46%. Λευκοί, χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου, που ζουν μακριά από τα αστικά κέντρα, ήταν κυρίως οι ψηφοφόροι του.
Ο Δ. Καιρίδης, που ακολούθησε στο διαδικτυακό βήμα, αφού είπε ευθέως πως είναι κατά του Ντ. Τραμπ, επιχειρηματολόγησε για την επιλογή του αυτή λέγοντας πως όσοι πιστεύουν στη διεθνή συνεργασία θεωρούν ότι η ήττα του απομονωτισμού, εθνοκεντρισμού και εθνικισμού είναι προϋπόθεση για την επίλυση των θεμάτων. Είναι, άλλωστε, θέμα ιδεολογίας, εξήγησε: για τους φιλελεύθερους, ο Τραμπ είναι μια καταστροφή, έδωσε, μάλιστα, «αέρα» σε ένα σκληρό εθνολαϊκισμό και στην Ευρώπη, φέρνοντας τα παραδείγματα της Μ. Βρετανίας, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, και είναι γνωστός ο θαυμασμός που επιδεικνύει στους αυταρχικού ηγέτες του κόσμου. Στον αντίποδα, ο Μπάιντεν θέλει να φτιάξει μια Ένωση Δημοκρατιών, που, παρότι δεν είναι ακόμη σαφές τι εννοεί, ως όραμα συνάδει με αυτό που και η Νέα Δημοκρατία θέλει. Ο Ερντογάν θα έχει πρόβλημα, όχι η Ελλάδα, τόνισε ο ίδιος.
Στις αρχές του έτους έδειχνε να έχει ισχυρές πιθανότητες επανεκλογής, αφενός λόγω της πορείας της οικονομίας αφετέρου λόγω του «εμφυλίου» στο κόμμα των Δημοκρατικών. Αίφνης όμως, συνέχισε ο βουλευτής της ΝΔ, στο μεν Δημοκρατικό Κόμμα συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του Τζ. Μπάιντεν, ενώ προέκυψε και ο κορονοϊός, θέμα που, όπως εκτίμησε, οδηγεί τον Ντ. Τραμπ στην ήττα. Αν συμβεί η ανατροπή, θα είναι η μεγαλύτερη που έχει γίνει ποτέ, ανέφερε διευκρινίζοντας πως μιλά μόνο για το Κολέγιο των Εκλεκτόρων, κι όχι για τη λαϊκή ψήφο που αυτή έχει κριθεί, όπως είπε. Παράλληλα, ο Δ. Καιρίδης περιέγραψε τον υποψήφιο των Δημοκρατικών ως έναν καλό γνώστη της πολιτικής -είναι από το 1972 στην πολιτική σκηνή-, συμπαθή, που δεν προκαλεί αντισυσπειρώσεις ενώ, όπως είπε οκ. Καιρίδης «ο μετριοπαθής Κεντρώος πολιτικός μπορεί να αποδειχθεί ο πιο ριζοσπάστης Πρόεδρος της Αμερικής από εποχής Λίντον Τζόνσον», όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στα εξωτερικά.
Και, εν κατακλείδι, μια Αμερική που γύρισε σπίτι της, δεν ισοδυναμεί με έναν καλύτερο, σταθερότερο και ειρηνικότερο κόσμο, αντιθέτως η εκλογή Μπάιντεν θα συμβάλει στην επανασταθεροποίηση ενός ταραγμένου κόσμου, δήλωσε ο βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος.
«Έχασε την ελίτ»
Ένα άλλο πρόβλημα που έχει αντιμετωπίσει ο Πρόεδρος Τραμπ ανέδειξε ο Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και καθηγητής του Πάντειου Πανεπιστημίου επίσης. Ο νυν Πρόεδρος μπορεί να «κλείδωσε» την εκλογική του βάση, πλην όμως έχασε στην ελίτ, έχασε διανοούμενους, στρατηγούς, πρώην υπουργούς κ.α. στους οποίους παραδοσιακά το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είχε προπύργια. Ενώ για τον Τζ. Μπάιντεν παρατήρησε πως ακόμη κι αυτές οι… γκάφες που κάνει, μπορεί να γίνονται επίτηδες, με σκοπό να τον καταστήσουν περισσότερο συμπαθή στους πολίτες.
Κλείνοντας την εκδήλωση ο Χ. Παπασωτηρίου χαρακτήρισε κρίσιμες τις επικείμενες εκλογές γιατί, όπως επιχειρηματολόγησε, οι ΗΠΑ πρέπει να ξεπεράσουν τη «σκοτεινή» πλευρά τους και να συνεχίσουν τη φιλελεύθερη πορεία τους. Και στην εξωτερική πολιτική, ο Ντ. Τραμπ δεν κατάλαβε ότι οι ΗΠΑ έχουν τεράστιες συμμαχίες στη Δύση, αν αυτές δε, οι συμμαχίες διαλυθούν, θα υπάρξει αστάθεια στο διεθνές στερέωμα.