Ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η κούρσα για το εμβόλιο κατά του Covid-19, με τους ειδικούς μάλιστα να είναι αισιόδοξοι πως θα βρεθούν αρκετά μέσα στο 2021, η πιθανότητα να πορευτούμε για χρόνια με τον νέο κορωνοϊό αυξάνει την ανάγκη εύρεσης μιας θεραπείας για όσους τελικά ασθενούν.
Κοιτώντας πίσω στην ιστορία και την μάχη της ανθρωπότητας κόντρα στους ιούς, στην αντιμετώπισή τους τα εμβόλια έχουν αποδειχτεί πολύ πιο αποτελεσματικά από τις φαρμακευτικές θεραπείες. Στην πραγματικότητα, η σύγχρονη ιατρική έχει αντιμετωπίσει με φαρμακευτική θεραπεία μία μόνο ιογενή λοίμωξη. Έτσι τη θεραπεία για πολλές σοβαρές λοιμώξεις συνιστά ένα κοκτέιλ πολλών φαρμάκων.
Οι ιοί, εξηγεί η καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας Πάουλα Κάνον, δεν μπορούν να ζήσουν μόνοι τους, δεν είναι ανεξάρτητοι, δεν μπορούν να βρουν φαγητό ή οξυγόνο και δεν μπορούν να αναπαραχθούν χωρίς το σύστημα στου οποίου τα ζωντανά κύτταρα παρασιτούν.
Γιατί όμως δημιουργούν τόσα προβλήματα στον άνθρωπο; Πολλοί ιοί όταν βρίσκονται εκτός του ανθρώπινου σώματος μπορούν να καταπολεμηθούν με ένα απλό πλύσιμο των χεριών. Όταν όμως βρεθούν μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό, αυτό που τους πολεμάει είναι η μνήμη του ανοσοποιητικού συστήματος. Πρόβλημα επομένως δημιουργείται όταν ένας ιός είναι πρωτοεμφανιζόμενος. Όπως ακριβώς συνέβη δηλαδή με τον SARS-CoV-2, με τις ελπίδες για τη μάχη κατά του οποίου να έχουν πέσει στο εμβόλιο το οποίο δύναται να σταματήσει τις μολύνσεις προτού λάβουν χώρα. Στην πραγματικότητα δηλαδή το εμβόλιο κόβει δρόμο προς την ανοσία του οργανισμού στον ιό.
«Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές μολύνσεις διαρκούν περίπου δύο εβδομάδες. Αυτός είναι ο χρόνος που χρειάζεται για να ξεκινήσει το ανοσοποιητικό σύστημα», εξηγεί η Κάνον προσθέτοντας ότι «το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι η καλύτερη βιομηχανία φαρμάκων».
«Τα αντισώματα αποτελούν βιολογικά φάρμακα που φτιάχνουμε οι ίδιοι», συνεχίζει εξηγώντας πως έπειτα από μία λοίμωξη το ανοσοποιητικό θυμάται τον ιό διατηρώντας για χρόνια ίχνη των αντισωμάτων που είναι έτοιμα να παραχθούν ξανά σε νέα απειλή λοίμωξης- χωρίς αυτή τη φορά να χρειάζονται οι 14 μέρες. Αυτήν ακριβώς τη διαδικασία μιμείται το εμβόλιο ενώ σε αυτό το σκεπτικό βασίζονται διάφορες θεραπείες που χορηγούνται σε βαριά ασθενούντες ασθενείς με κορωνοϊό.
Στην περίπτωση όμως που δεν έχουμε ανοσία και αρρωστήσουμε, τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα. Επειδή οι ιοί δεν μπορούν να επιβιώσουν από μόνοι τους, εισβάλλουν στα ανθρώπινα κύτταρα για να πολλαπλασιαστούν. Από αυτή την παρασιτική τους συμπεριφορά και εξάρτηση πηγάζει και η δυσκολία αντιμετώπισής τους χρησιμοποιώντας παραδοσιακές φαρμακευτικές θεραπείες. Ένας ιός είναι τόσο ταυτισμένος με τον ξενιστή του που είναι δύσκολο να βλάψει κανείς τον ένα χωρίς να βλάψει και τον άλλο. Ο SARS-CoV-2, για παράδειγμα, μολύνει τους αναπνευστικές οδούς και τους πνεύμονες, ό,τι δηλαδή χρειάζεται ο άνθρωπος για να αναπνεύσει.
Να σημειωθεί ότι υπάρχουν εκατοντάδες ιοί που προκαλούν αναπνευστικές λοιμώξεις, και αρκετοί από αυτούς είναι κορωνοϊοί. Ο λόγος που δεν έχει βρεθεί κάποια θεραπεία για αυτούς είναι αφενός το γεγονός πως η φύση του κάθε ιού είναι αρκετά εξατομικευμένη, αφετέρου το γεγονός πως η παραγωγή φαρμάκων κοστίζει σημαντικά- και χρειάζεται χρόνο, με αποτέλεσμα τα οικονομικά κίνητρα να μην υποστηρίζουν την παραγωγή θεραπείας για ένα ιό που μέχρι να βρεθεί η θεραπεία θα έχει υποχωρήσει. Τα οικονομικά κίνητρα των φαρμακοβιομηχανιών, ωστόσο, άλλαξαν με τον κορωνοϊό λόγω της ευρείας διάδοσης το ιού και των καταστροφικών συνεπειών του στην υγεία εκατομμύρια ανθρώπων μεταμορφώνοντας σε κοινωνική αναγκαιότητα την αντιμετώπισή του.
Κάποια εμβόλια, όπως αυτό για την ιλαρά, έχουν επιτύχει αυτό που ονομάζουμε «ανοσία της αγέλης», με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντέξει και να εξαπλωθεί στον πληθυσμό ο ιός. Άλλα εμβόλια, όπως αυτό για την ευλογιά, έχουν οδηγήσει την ασθένεια σε αφανισμό.
Η θεραπεία όμως μιας ενεργούς λοίμωξης είναι άλλη υπόθεση. Μέχρι στιγμής υπάρχει μόνο μία φαρμακευτική αγωγή για ιό, και αυτός ο ιός ονομάζεται ηπατίτιδα C. Εξαιτίας μάλιστα της σχέσης αλληλεξάρτησης μεταξύ του ανθρώπινου σώματος και του ιού που οποιαδήποτε θεραπεία μπορεί να βλάψει και τα δύο μέρη, η καλύτερη επιλογή αναδεικνύεται η επιβράδυνση του ιού ώστε το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπινου σώματος να μπορέσει μόνο του να κάνει τη δουλειά.
«Εφόσον δεν μπορούμε να σκοτώσουμε τον ιό, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τον εμποδίσουμε να αναπαραχθεί», υποστηρίζει ο πρόεδρος του Αναπνευστικού Ινστιτούτου της Κλινικής Κλίβελαντ στο Οχάιο, Ράιντ Ντόικ. «Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συντομεύσουμε την περίοδο μόλυνσης, όχι να θεραπεύσουμε τον ίο. Ακόμα και όταν η λοίμωξη τελειώνει, ο ασθενής αναρρώνει, δεν θεραπεύεται», συνεχίζει.
Το Remdesivir, το οποίο είναι το μοναδικό φάρμακο ευρείας χρήσης που στοχεύει στον ίδιο τον SARS-CoV-2, λειτουργεί ακριβώς έτσι, προσπαθώντας να «πειράξει» την ικανότητα αναπαραγωγής του ιού. Κλινικές δοκιμές έχουν δείξει ότι το remdesivir μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς με Covid-19 να ανακάμψουν πιο γρήγορα. Ωστόσο, δεν αποτελεί θεραπεία για τον ιό- και ούτε αναμένεται σύντομα μία.
Στο μέλλον θα χορηγείται πιθανότητα στους ασθενείς με Covid-19 ένα κοκτέιλ φαρμάκων που θα επιτίθεται στον ιό και ό,τι τον βοήθησε να σταθεροποιηθεί.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Bloomberg