Το Global Media Forum της Deutsche Welle φέτος διεξάγεται σε ψηφιακό περιβάλλον εξαιτίας του κορωνοϊού. Ένα από τα θέματα είναι και η ενίσχυση του ρόλου των παραδοσιακών ΜΜΕ απέναντι σε νέα δίκτυα παραπληροφόρησης.
Το 11% των Γερμανών πιστεύει σε κάποια θεωρία συνομωσίας – Αυτό είναι το αποτέλεσμα πρόσφατης έρευνας του Ιδρύματος Κόνραντ Αντενάουερ. Στην ίδια έρευνα το 2% των ερωτηθέντων θεωρούν «σίγουρα λάθος» ότι η κλιματική αλλαγή οφείλεται και στον άνθρωπο και το 6% ως «πιθανώς λάθος». Οι θεωρίες συνομωσίας δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Αλλά όσο αυξάνεται η ποσότητα και η ταχύτητα μετάδοσης πληροφοριών στο διαδίκτυο, έτσι αυξάνεται και ο κίνδυνος παραπληροφόρησης. Από την αρχή της πανδημίας θεωρίες συνομωσίας και ψευδείς ειδήσεις έκαναν τον γύρο του διαδικτύου. Συχνά επρόκειτο για καλά ενορχηστρωμένες εκστρατείες. Τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όσο και η ΕΕ κρούουν τον κώδωνα για κίνδυνο «infodemic» κατά το «pandemic».
Πώς όμως μπορεί η εμπεριστατωμένη δημοσιογραφία να κερδίσει και πάλι τον πρώτο λόγο στο ψηφιακό περιβάλλον; Αυτό είναι ένα από τα θέματα που απασχολούν το φετινό, ψηφιακό Global Media Forom, που διοργανώνει κάθε χρόνο η DW στη Βόννη. Φέτος για πρώτη φορά αποκλειστικά ονλάιν λόγω της πανδημίας, με πάνελ διαδικτυακών συζητήσεων που θα διαρκέσουν μέχρι το τέλος του 2020.
Η παραπληροφόρηση ως πολιτικό εργαλείο
«Η παραπληροφόρηση δημιουργείται με συντονισμένο τρόπο και έχει τον ξεκάθαρο στόχο να αποσπάσει την κοινωνία από τα πραγματικά προβλήματα, να επιτεθεί σε θεσμούς, μειώνοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών για παράδειγμα απέναντι στα θεσμικά όργανα της ΕΕ» ανέφερε η Bέρα Γιούροβα, αντιπρόεδρος της Κομισιόν. «Δεν μιλάμε έτσι μόνο για έναν αγώνα στο πεδίο της ελευθερίας της γνώμης αλλά και για έναν αγώνα στον τομέα της ασφάλειας». Όπως παρατηρεί η Γιούροβα, συνήθως χώρες προέλευσης της παραπληροφόρησης θεωρούνται η Ρωσία, η Κίνα ή η Τουρκία. «Δεν μπορούμε να πούμε ότι (οι δημιουργοί της παραπληροφόρησης) ελέγχονται από τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών, αλλά (εκστρατείες παραπληροφόρησης) δημιουργούνται στο έδαφος αυτών των χωρών» σημειώνει η Γιούροβα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Κίνα ξόδεψε 10 δις δολάρια το 2017 για να βελτιώσει την εικόνα της στο εξωτερικό. Η Ρωσία φαίνεται να δίνει πάνω από ένα δις δολάρια το χρόνο σε δίκτυο ΜΜΕ «που δρα παγκοσμίως και συχνά διαδίδει ψευδείς πληροφορίες», αναφέρει η επίτροπος. Αλλά και εντός της ΕΕ, υπάρχουν χώρες στις οποίες η Κομισιόν «θα ήθελε να δει ισχυρότερα και ανεξάρτητα ΜΜΕ», όπως στην περίπτωση της Ουγγαρίας.
Μακρύς δρόμος για ένα καλύτερο διαδικτυακό περιβάλλον
«Πρέπει να βρούμε μια ισορροπία μεταξύ της προστασίας του σταθερού, δημοκρατικού συστήματος στην Ευρώπη και της προστασίας της ελευθερίας της έκφρασης», δήλωσε από την πλευρά του ο Τομπίας Σμιντ, υπεύθυνος για την εποπτεία των ΜΜΕ στο πολυπληθέστερο γερμανικό κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Την ίδια ώρα μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες, όπως το YouTube, το Facebook ή το Twitter έχουν κάνει βήματα στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης στο ίντερνετ, βοηθώντας τους χρήστες να εκτιμήσουν ποιες πηγές πληροφόρησης πρέπει να εμπιστεύονται. Πλατφόρμες όπως το Twitter μπορούν να διακρίνουν «ψευδείς ειδήσεις» ακόμη κι αν προέρχονται από κάποιον, όπως ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Ο Τομπίας Σμιντ θεωρεί θετικές αυτές τις προσπάθειες, πιστεύει όμως ότι η εποπτεία στα ΜΜΕ πρέπει να γίνεται βάσει νόμων και όχι εθελοντικών πρωτοβουλιών. Στο πλαίσιο αυτό η Βέρα Γιούροβα παρέπεμψε σε δύο ευρωπαϊκές νομοθετικές πρωτοβουλίες: την «Digital Services Act», που αποσκοπεί στη δημιουργία μιας θεμελιώδους ρυθμιστικής βάσης για τους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών πληροφόρησης, καθιστώντας τους υπεύθυνους για παραβιάσεις που σχετίζονται πχ. με τη διάδοση εξτρεμιστικού περιεχομένου, Η δεύτερη πρωτοβουλία αφορά το «European Democracy Action Plan», που στοχεύει στη διάκριση έγκυρης ενημέρωσης και παραπληροφόρησης.
Παραπληροφόρηση και κορωνοϊό
Γεγονός είναι πάντως ότι η παραπληροφόρηση απέκτησε νέα διάσταση την περίοδο της πανδημίας. Ο κορωνοϊός έδωσε τροφή σε πληθώρα θεωριών συνομωσίας κυρίως στο διαδίκτυο και ειδικότερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Βέβαια οι λόγοι για τους οποίους οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης επιλέγουν να μοιραστούν περιεχόμενο με άλλους χρήστες ποικίλουν. Σύμφωνα με τον Χέρμαν Βάσερμαν, καθηγητή ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν, πολύ συχνά οι άνθρωποι μοιράζονται διαδικτυακές αναρτήσεις χωρίς πολλή σκέψη, απλώς για να επικοινωνήσουν με άλλους ανθρώπους ή για να προειδοποιήσουν τους υπόλοιπους χρήστες για κάτι που έχουν διαβάσει. Όμως αυτό μπορεί να οδηγήσει συχνά σε μια αλυσίδα μετάδοσης ψευδών ή έστω ελλιπώς διασταυρωμένων πληροφοριών.
Nτέιβιντ Ελ
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη