Η ενότητα της Ευρώπης παίζεται στο Κοσσυφοπέδιο, όπου, ως φαίνεται, μπαίνουμε στην τελική ευθεία για τον οριστικό καθορισμό του καθεστώτος του. Στις 6 Σεπτεμβρίου οι υπουργοί Εξωτερικών της Βρετανίας, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, και της Γαλλίας, Μπερνάρ Κουσνέρ, προειδοποιούν σε κοινό άρθρο τους στη γαλλική εφημερίδα «Λε Μοντ» ότι «το Κόσοβο θα είναι μια σημαντική δοκιμασία για την κοινή μας εξωτερική πολιτική και την πολιτική της ασφάλειας».
Εκπρόσωποι της Σερβίας και των Αλβανόφωνων του Κοσσυφοπεδίου θα συναντηθούν και πάλι, στο Λονδίνο, αύριο, μαζί με εκπροσώπους των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και της Ρωσίας, της λεγόμενης τρόικας.
Το ζήτημα είναι ότι εκτός από την λογική και το καρότο της ένταξης της Σερβίας στους κόλπους της, η Ε.Ε., χρειάζεται μηχανισμούς πίεσης, που δεν διαθέτει. Εκείνο που απασχολεί την Ε.Ε. είναι ποια στάση θα τηρήσει σε περίπτωση που οι δύο εμπλεκόμενες πλευρές δεν καταλήξουν και πάλι σε κάποια συμφωνία. Ποιο θα ήταν το περιεχόμενο ενός συμβιβασμού μέσα στην ίδια την τρόικα;
Οι ΗΠΑ θα στήριζαν τους Αλβανούς, στην περίπτωση που κηρύξουν μονομερώς την ανεξαρτησία τους, κάτι που απορρίπτει κατηγορηματικά η Ρωσία, ενώ μια ομάδα κρατών - μελών της Ε.Ε. ίσως ακολουθήσει την αμερικανική στάση, μια άλλη ενδέχεται να ταχθεί εναντίον. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται ο κίνδυνος. Να διασπαστεί η Ενωμένη Ευρώπη στο θέμα του Κοσσυφοπεδίου, το τελευταίο πράγμα που θα χρειαζόταν αυτή τη στιγμή. Τα βλέμματα πέφτουν προς τη Ρωσία, που θέτει τις απαιτήσεις της σε ένα συνολικό πακέτο που περιλαμβάνει και το Κόσοβο, χωρίς απαραίτητα αυτό να βρίσκεται τόσο ψηλά στην ατζέντα όσο οι Ρώσοι, για λόγους τακτικής, το παρουσιάζουν.
Η Ρωσία δεν βιάζεται. Και δεν έχει λόγους να υποχωρήσει, ακόμη κι αν εξελιχθεί το Κόσοβο σε μία «frozen conflict». Αλλωστε, μονομερής αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσόβου από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. θα ήταν βούτυρο στο ψωμί του Κρεμλίνου, για να προχωρήσει στην αναγνώριση των ανεξάρτητων ρωσόφωνων μειονοτήτων στη Μολδαβία και τη Γεωργία.