Από την έντυπη έκδοση
Του Χαράλαμπου Γκότση*
INTIME NEWS
Βρισκόμαστε προφανώς προς το τέλος της πρώτης φάσης εκδήλωσης της πανδημίας και παρά την επιτυχή αντιμετώπισή της, οι κακές ειδήσεις για την οικονομία μας δεν έχουν τέλος. Τα σενάρια για το μέγεθος της ύφεσης όλων των εγνωσμένου κύρους ινστιτούτων και ερευνητικών κέντρων διεθνούς εμβέλειας αναφέρονται πλέον σε πτώση της οικονομικής δραστηριότητας για το 2020 άνω του 10%.
Κανείς δεν είναι βέβαια σε θέση να προβλέψει το ακριβές μέγεθος, αφού βασικοί παράγοντες που τελικά θα το διαμορφώσουν, όπως η χρονική διάρκεια της κοινωνικής αποστασιοποίησης, το μέγεθος και ο χρόνος παρέμβασης της δημοσιονομικής πολιτικής, καθώς και η συμπεριφορά επενδυτών και καταναλωτών, παραμένουν άγνωστοι. Η ανεργία προβλέπεται, από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, στο δυσμενές σενάριο να σκαρφαλώσει στο 21,6% για φέτος, προσθέτοντας ακόμη 265.000 ανέργους σε μια αγορά όπου η χώρα μας κατέχει ούτως ή άλλως την πρώτη αρνητική θέση στην Ευρώπη.
Οι επενδύσεις θα υποστούν μια υστέρηση κατά 30%, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση αποτελεί κινούμενη άμμο σε ένα καθεστώς μειωμένης απασχόλησης, ανεργίας και γενικότερης πτώσης των εισοδημάτων. Μόνη σανίδα σωτηρίας για την ανάσχεση της ύφεσης και την προσδοκώμενη ανάκαμψη αποτελεί ο κρατικός τομέας, ο οποίος με τις δράσεις του, αύξηση των δαπανών ή και μείωση των φόρων, είναι σε θέση να υποκαταστήσει ένα μέρος τουλάχιστον από την απώλεια ζήτησης των παραπάνω συντελεστών σχηματισμού του εθνικού εισοδήματος.
Συμμετοχή 26% στην απασχόληση
Ο τουρισμός αυτήν την περίοδο, χωρίς αμφιβολία, αποτελεί ένα λαμπρό πεδίο άσκησης εφαρμοσμένης οικονομικής πολιτικής, όχι μόνο επειδή επλήγη περισσότερο από κάθε άλλον από την κρίση, αλλά κυρίως επειδή καταγράφεται ως η σημαντικότερη οικονομική δραστηριότητα στη χώρα με μια συμβολή περί το 20% στο ΑΕΠ, αν συνυπολογίσει κανείς και τις συνέργειες με άλλους συνεργαζόμενους τομείς (μεταφορές, ενοικιάσεις, εστίαση, πολιτισμός, διασκέδαση, εμπόριο, διαφήμιση). Επίσης, επειδή πρόκειται για μια δραστηριότητα εντάσεως εργασίας, η συμμετοχή του στην απασχόληση ανέρχεται στο 26%, ενώ η κοινωνική του προσφορά είναι πολύ σημαντική.
Η υγειονομική κρίση χτύπησε αστραπιαία με την εμφάνισή της το τουριστικό προϊόν στον πυρήνα του, που είναι η ζήτηση. Ταξιδιωτικές οδηγίες, απαγορεύσεις πτήσεων, κλείσιμο συνόρων, απαγόρευση μετακίνησης, μένουμε στο σπίτι, lockdown και άλλες πρωτόγνωρες καταστάσεις, εξαφάνισαν από τους πολίτες ακόμη και τη σκέψη για ταξίδια και διακοπές. Πρόσφατες εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού ανεβάζουν τις απώλειες του τουριστικού προϊόντος για το 2020 στο 60% έως 80%. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η μεγαλύτερη προσπάθεια που πρέπει να καταβάλουμε είναι να πείσουμε τους δυνητικούς πελάτες ότι ακόμη και σε τέτοιους καιρούς αξίζει να απολαύσουν τις διακοπές τους, που είναι ανθρώπινη ανάγκη, σε αυτόν τον ξεχωριστό τόπο με τον καταπληκτικό καιρό, τους χαρούμενους ανθρώπους και τις ωραιότερες και καθαρότερες θάλασσες της Ευρώπης.
Σύνθεση η επανεκκίνηση
Η επανεκκίνηση του τουρισμού είναι χωρίς αμφιβολία μια σύνθετη υπόθεση, αφού πρόκειται για μια προσπάθεια που αγγίζει πολλούς τομείς ταυτόχρονα, αλλά και πολλές δράσεις που έχουν να κάνουν με διακρατικές συμφωνίες, συλλογικούς και επιχειρηματικούς φορείς ξένων χωρών. Το θετικό είναι ότι στην περίπτωσή μας δεν έχουμε προβλήματα με εφοδιαστικές αλυσίδες για να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις, συνεπώς θα πρέπει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στους παράγοντες που προσδιορίζουν τη ζήτηση.
Η τόνωση της ζήτησης πρέπει να περιλαμβάνει κινήσεις που συνδέονται αφενός με αντίστοιχες δράσεις των χωρών προέλευσης, κυρίως της Ευρώπης, αφετέρου με εθνικά μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων για την ομαλή επαναλειτουργία τους καθώς και για τη δημιουργία συνθηκών διευκόλυνσης του εσωτερικού τουρισμού.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάστηκε σχέδιο μιας κοινής στρατηγικής για την ανάκαμψη του τουρισμού το 2020. Σ’ αυτό προβλέπονται συγκεκριμένες δράσεις που περιλαμβάνουν: α) σταδιακή άρση των περιορισμών των μετακινήσεων εντός των κρατών-μελών, β) αποκατάσταση των μεταφορών με διασφάλιση των επιβατών και των πληρωμάτων, γ) επανέναρξη των τουριστικών επιχειρήσεων στη βάση πρωτοκόλλων υγιεινής. Οι προϋποθέσεις που τίθενται για τις χώρες υποδοχής, όπως είναι η Ελλάδα, είναι μια βελτιούμενη επιδημιολογική εικόνα, καθώς και η ικανότητά τους να εφαρμόσουν περιοριστικά μέτρα διασφάλισης της υγείας των επισκεπτών. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η αναφορά ότι το κράτος-μέλος που θα ανοίξει τα σύνορά του σε τουρίστες θα πρέπει να το κάνει καθολικά, χωρίς διακρίσεις.
Το πρόγραμμα «SURE»
Σε ό,τι αφορά ενδεχόμενες ευρωπαϊκές οικονομικές ενισχύσεις, παρά τις εκπεφρασμένες προθέσεις για στήριξη των τουριστικών επιχειρήσεων μέσω προγραμμάτων ενίσχυσης της ρευστότητας, το μόνο που υπάρχει σε φάση υλοποίησης είναι το πρόγραμμα «SURE» για τη διασφάλιση της απασχόλησης, με βάση το γερμανικό μοντέλο της «Kurzarbeit», με επιδότηση κατά 40% του μισθού και των ασφαλιστικών εισφορών, στο οποίο μπορούν να συμμετάσχουν και οι ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις. Ανοιχτή, αλλά με πολύ καλές προοπτικές, παραμένει και η παροχή βοήθειας των τουριστικών επιχειρήσεων μέσω του υπό διαμόρφωση Ταμείου Ανασυγκρότησης, που -αν όλα κυλήσουν ομαλά- θα αρχίσει να εφαρμόζεται μετά την 1η.1.2021.
Σε εθνικό επίπεδο ο σχεδιασμός για προσέλκυση τουριστών από τις χώρες της Ευρώπης θα πρέπει να στοχεύει στην ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας συμπεριλαμβανομένης και της πολύ χαμηλής διασποράς του κορονοϊού, χωρίς διακρίσεις μέσω διμερών τουριστικών πρωτοκόλλων με χώρες των Βαλκανίων, οι οποίες ούτως ή άλλως συμμετέχουν με ένα ελάχιστο ποσοστό στον συνολικό αριθμό των επισκεπτών. Χωρίς αυταπάτες, ο μεγάλος όγκος των τουριστών θα προέλθει από τις παραδοσιακές χώρες προέλευσης, οι οποίες αντιμετώπισαν σημαντικό πρόβλημα με την πανδημία. Επίσης, μπορεί η Ελλάδα να παρουσίασε μια καλύτερη εικόνα σε ό,τι αφορά την αναχαίτηση της διασποράς του ιού, όμως οι αναφορές στον ξένο Τύπο όταν πρόκειται για τις καλοκαιρινές διακοπές περιέχουν συλλήβδην όλους τους ανταγωνιστικούς προορισμούς, Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Τουρκία, Ελλάδα, χωρίς διακρίσεις.
Συνεπώς, είναι έργο της ελληνικής επικοινωνιακής πολιτικής να αναδείξει το στοιχείο αυτό, το οποίο αποτελεί σημαντικό κριτήριο επιλογής προορισμού, σε μια εποχή που ο φόβος κυριαρχεί στη σκέψη των Ευρωπαίων πολιτών. Στο επίκεντρο βέβαια αυτής της πολιτικής θα πρέπει να βρίσκεται η προσφορά ανέμελων διακοπών για διασκέδαση και όχι η αποστειρωμένη παραμονή σε συνθήκες νοσοκομείου σε ένα ξενοδοχείο. Με τις αναγκαίες προφυλάξεις, χωρίς αμφιβολία, αλλά μακριά από συνθήκες εκφοβισμού που κυριάρχησαν το προηγούμενο διάστημα.
Σε επίπεδο επιχείρησης τα μόνα μέτρα που έχουν υλοποιηθεί, μετά το κλείσιμο των ξενοδοχείων, είναι η ενίσχυση των εργαζομένων με ετήσια λειτουργία με το επίδομα των 800 ευρώ, καθώς και η παράταση του επιδόματος ανεργίας κατά δύο μήνες για τους εποχικά εργαζόμενους. Υπάρχει συνεπώς άμεση ανάγκη, αφού σχεδιάζεται το άνοιγμα ξενοδοχείων σε λίγες μέρες, για μια ολοκληρωμένη γενναία κρατική παρέμβαση με στόχο την επανεκκίνηση του σημαντικότερου τομέα της οικονομίας μας με μέτρα συγκυριακού αλλά και αναπτυξιακού χαρακτήρα.
Έλλειψη ρευστότητας
Το σημαντικότερο πρόβλημα που έχουν οι τουριστικές επιχειρήσεις, έπειτα από πολύμηνη απραξία, είναι η έλλειψη ρευστότητας. Η παροχή δανείων με την εγγύηση του κράτους και με ευνοϊκούς όρους για μια περίοδο 2-3 ετών αποτελεί σανίδα σωτηρίας για πολλές από αυτές. Είναι ανάγκη να κρατήσουμε στη ζωή όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις, κυρίως εκείνες που αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της πανδημίας, ενώ προηγουμένως ήταν βιώσιμες.
Μια σειρά ακόμη μέτρων που αγκαλιάζουν το σύνολο της τουριστικής δραστηριότητας, όπως η μείωση του ΦΠΑ στο 13%, η κατάργηση του τέλους διανυκτέρευσης, η αύξηση των κονδυλίων κοινωνικού τουρισμού, η επιδότηση των εισιτηρίων μετακίνησης, η επιδότηση εργοδοτικών εισφορών, η αναβολή πληρωμής υποχρεώσεων προς το Δημόσιο κ.ά. είναι αναγκαία για τη βελτίωση του ανταγωνιστικού προϊόντος της χώρας μας. Σημαντική συμβολή εξάλλου στην ανάκαμψη της οικονομίας θα είχε η ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων με την υλοποίηση έργων υποδομής στις τουριστικές περιοχές, κυρίως στα νησιά μας, που σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα υστερούν.
Είναι αυτονόητο ότι σε μια αγορά όπου με τους ποικιλόμορφους περιορισμούς συρρικνώνεται δραστικά η προσφορά υπηρεσιών, ενώ από την άλλη η τουριστική περίοδος έχει πολύ μικρότερη διάρκεια, ακόμη κι αν υπάρξει μια σχετική πληρότητα, όλος ο αγώνας γίνεται για το αύριο, αφού για φέτος το καλύτερο αποτέλεσμα θα ήταν να καταφέρουμε να προσελκύσουμε δέκα εκατομμύρια τουρίστες από τα τριάντα της περσινής χρονιάς, ώστε απλά να περιορίσουμε τις ζημιές.
*Ο Χαράλαμπος Γκότσης είναι καθηγητής Οικονομικών, τ. πρόεδρος της Επιτροπής
Κεφαλαιαγοράς