Σοκ έχει προκαλέσει στο σύνολο της φαρμακοβιομηχανίας η ενημέρωση από τον ΕΟΠΥΥ ότι οι υποχρεωτικές επιστροφές (clawback) για το 2019 θα ξεπεράσουν τα 800 εκατ. € στον ΕΟΠΥΥ και τα 430 εκατ.€ στα νοσοκομεία. Ενώ και τα πρώτα στοιχεία από το clawback για το 2020 είναι εξίσου απογοητευτικά όπως λένε.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) έστειλε άμεσα επιστολή στα υπουργεία Υγείας και Οικονομικών εκφράζοντας την έντονη ανησυχία των μελών του. «Τα ποσά αυτά είναι πέραν κάθε οικονομικής λογικής και δεν μπορούν να πληρωθούν» σημειώνει η ΠΕΦ.
Σύμφωνα με τη φαρμακοβιομηχανία, η υποχρηματοδότηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης σε επίπεδα τριτοκοσμικής χώρας και η –πέραν κάθε οικονομικής λογικής– επιβάρυνση του clawback οδηγεί σε υπερχρέωση και ουσιαστικά σε μαρασμό την ελληνική παραγωγική φαρμακοβιομηχανία, έναν κλάδο με στρατηγική σημασία και σημαντική οικονομική προστιθέμενη αξία για την Ελλάδα.
Για το 2019, η υποχρεωτική υπερφορολόγηση, μέσω του clawback και του rebate, αντιστοιχεί σχεδόν στο 45% του κύκλου εργασιών της φαρμακοβιομηχανίας, έναντι του 15%, που είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος στις –ελάχιστες– χώρες της Ευρώπης, που εφαρμόζουν παρόμοια πρακτική, δηλαδή τριπλάσια! Δηλαδή συνολική άμεση και έμμεση υπερφορολόγηση 70% .
Όπως εξηγούν οι άνθρωποι της φαρμακοβιομηχανίας, τα οικονομικά φάρμακα και τα γενόσημα που παράγονται κυρίως από τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, επιβαρύνονται για να προωθούνται οι εισαγωγές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο τζίρος των γενοσήμων στον ΕΟΠΠΥ εμφανίζει οριακή μεταβολή μεταξύ 2019 και 2018, η υποχρεωτική υπερφορολόγηση, μέσω του clawback στα γενόσημα θα είναι αυξημένη κατά 36%. Αυτό αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι η δαπάνη αυξάνεται, λόγω της υποκατάστασης των οικονομικών φαρμάκων από νέες ακριβότερες θεραπείες.
Από την άλλη έχουμε και τα δυσμενή στοιχεία που μας έρχονται για το 1ο τρίμηνο του 2020.
Σύμφωνα με αυτά, το clawback του 1ου τριμήνου του 2020, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019, προκαλούν δέος καθώς εκτιμάται ότι η αύξηση υπερβαίνει το 46%. Επιπλέον, η αναμενόμενη περαιτέρω αύξηση της δαπάνης στο 2020, λόγω των νέων ακριβών φαρμάκων, που μπαίνουν σε κυκλοφορία και της εκτιμώμενης αύξησης των εμβολίων, διαμορφώνουν ένα εφιαλτικό περιβάλλον, ειδικά για την ελληνική φαρμακοβιομηχανία.
Οι εταιρείες διατείνονται ότι αδυνατούν να πληρώσουν τέτοια ποσά. Επιπλέον, τίθεται θέμα βιωσιμότητας τους και πλήττεται η ανταγωνιστικότητα σε ένα πολύ δύσκολο διεθνές περιβάλλον. Επιπροσθέτως, όπως αναφέρουν, το κράτος στερεί από αυτές από αναγκαίους πόρους για να κάνουν επενδύσεις.
Τα μέλη της ΠΕΦ ζητούν άμεσα μέτρα από την πολιτεία όπως:
-
Την εξασφάλιση ρεαλιστικής επαρκούς χρηματοδότησης των φαρμακευτικών δαπανών του ΕΟΠΥΥ και των νοσοκομείων, ειδικά σε ότι αφορά στα εμβόλια και τους ανασφαλίστους.
-
Την δραστική ενίσχυση του ποσού των συμψηφισμών μεταξύ επενδύσεων και clawback, διότι δημιουργεί σημαντική προστιθέμενη αξία. Είναι ένα μέτρο στην σωστή κατεύθυνση αλλά πρέπει να ενισχυθεί.
-
Τον υπολογισμό του clawback σε τιμές ex-factory όπως αυτό αναλογεί.
-
Τη δικαιότερη κατανομή του clawback, ώστε να επιβαρύνονται αναλογικά εκείνοι οι οποίοι προκαλούν την αύξηση της δαπάνης.
Η όποια καθυστέρηση στην υλοποίηση αυτών, ισοδυναμεί όπως λένε, με απόφαση που θα επιφέρει την ανεπανόρθωτη συρρίκνωση της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας, τη ματαίωση των σημαντικών προγραμματισμένων επενδύσεων, την απώλεια θέσεων εργασίας και την ακύρωση της αναπτυξιακής προσπάθειας που πραγματοποιούν οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίας τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα θέτει σε άμεσο κίνδυνο την ομαλή τροφοδοσία της αγοράς με οικονομικά φάρμακα που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών των ασθενών.
«Η πανδημία υποχρέωσε την Ευρωπαϊκή Ένωση να σχεδιάζει την επαναφορά της παραγωγής φαρμάκων στην Ευρώπη. Είναι ώρα η Ελλάδα να πάψει να τιμωρεί την ελληνική φαρμακοβιομηχανία» επισημαίνει η ΠΕΦ.