Της Ανθής Αγγελοπούλου
Έπειτα από 10 ολόκληρα χρόνια οικονομικής κρίσης στις αρχές του 2020 η Ελλάδα έκανε τα πρώτα δειλά βήματα για να ανακάμψει και να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο. Οι αγορές εστίασαν στο μέλλον, στη νέα δεκαετία η οποία φαινόταν ναι μεν δύσκολη ωστόσο πολλά υποσχόμενη. Και κάπου εκεί, ήρθε η πανδημία να «κόψει» κυριολεκτικά τα φτερά όλων, να παγώσει το χαμόγελο στα χείλη και να αποσταθεροποιήσει όχι μόνο τις οικονομίες σε παγκόσμιο επίπεδο μα πάνω από όλα την ίδια τη ζωή μας, τουλάχιστον όπως την γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Σε όλη την περίοδο της οικονομικής κρίσης, εταιρείες «βούλιαξαν», περιουσίες χάθηκαν, θέσεις εργασίας έγιναν ανύπαρκτες και η ελπίδα για το μέλλον θάφτηκε κάπου μέσα μας. Πολλοί πίστεψαν ότι αυτή η οικονομική ανέχεια, η αβεβαιότητα για το αύριο και η ταλάντευση του σήμερα θα μας έκανε καλύτερους ανθρώπους. Δυστυχώς έμειναν με την προσδοκία. Λίγοι ήταν αυτοί που συνεισφέρανε στο κοινό καλό και στο κοινωνικό σύνολο και χωρίς να θέλω να «ευλογήσω τα γένια μου» όπως θα έλεγαν οι παλιοί, η φαρμακοβιομηχανία σχεδόν στο σύνολο της ήταν μέρος των αυτών που έβαλαν το δικό τους λιθαράκι για να κρατηθεί όρθια η αγορά.
Η πανδημία όμως έδωσε κυριολεκτικά ένα μεγάλο ταρακούνημα σε όλες τις κοινωνίες. Ένας ιός, ο γνωστός μας πια κορωνοϊός –Covid -19, μας έδειξε το πόσο σαθρές ήταν οι κοινωνίες που είχαμε χτίσει, πως όλα ήταν κυριολεκτικά ατμός. Δε σεβάστηκε σύνορα, ηλικίες, κοινωνικά στρώματα, οικονομίες και τίτλους. Σάρωσε ότι βρήκε στο πέρασμά του.
Ένας ιός έγινε η αιτία να ανακαλύψουμε βαθιά μέσα μας τη χαμένη ανθρωπιά. Να ανοίξουν όχι μόνο τα μάτια και τα μυαλά κάποιων ανθρώπων μα πάνω από όλα οι καρδιές. Και μαζί με αυτές άνοιξαν και τα ταμεία τους, προσέφεραν στο συνάνθρωπο που είχε ανάγκη αλλά και, στα συστήματα υγεία για να σταθούν όρθια, δεν είναι λίγες οι δωρεές υλικών και χρημάτων που δόθηκαν τόσο από φαρμακευτικές εταιρείες όσο και από εταιρείες του χώρου της Υγείας. Στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, έτσι όπως μας είχαν διδάξει οι ήρωες πρόγονοί μας, όπως μας είχαν μάθει οι δάσκαλοί μας στα σχολεία, όπως μας γαλούχησε η παλιά ελληνική οικογένεια.
Αγναντεύοντας το μέλλον μέσα από την καραντίνα βλέπω τελικά περισσότερο φως ακόμα και από αυτό της Ανάστασης που δεν κάναμε. Οι οικονομίες είναι περισσότερο διαλυμένες από ποτέ, τουλάχιστον από τότε που μπορούμε να θυμόμαστε εμείς οι νεότεροι που δεν ζήσαμε πολέμους, όμως ο σεβασμός στον άνθρωπο, στη ζωή, στο σύνολο ίσως τελικά μας μάθει να τις κάνουμε πιο δυνατές, πιο σταθερές, καλύτερες.
Μάθαμε πώς να επιβιώνουμε και μπορούμε να παλέψουμε να χτίσουμε από την αρχή ότι διαλύθηκε. Έχουμε τα υλικά, έχουμε τους εργάτες και η διάθεση δεν πρέπει να μας λείπει, απλά να χτίσουμε κοινωνίες πιο υγιείς. Να χτίσουμε βλέποντας τον ήλιο όχι προσπαθώντας να κρύψουμε τη λάμψη του. Να χτίσουμε σεβόμενοι τη φύση που μας δίνει ζωή όχι προσπαθώντας να την δαμάσουμε. Να χτίσουμε το αύριο για να το δανείσουμε στους επόμενους που δεν είναι άλλοι από τα παιδιά μας, όχι να το κατακτήσουμε. Τίποτα δεν κατακτιέται πραγματικά, ούτε το χρήμα, ούτε η υγεία, πόσο μάλλον η ζωή.
Το μεγάλο restart της ζωής μας έφτασε, τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο, ίσως ούτε και εμείς οι ίδιοι. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα νέα δεδομένα και να επιβιώσουμε. Η ανθρωποφαγία δεν μας έβγαλε πουθενά στο παρελθόν, ελπίζω να την μην συνεχίσουμε και στο μέλλον. Γιατί ένα πράγμα που μας δίδαξε τελικά αυτός ο ιός, είναι ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει μέλλον, υπάρχει μόνο τώρα, κάτι που δεν κατάφερε να μας διδάξει ούτε η οικονομική κρίση.
Καλή αρχή λοιπόν στην νέα μας ζωή!