Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Σε κινούμενη άμμο θα γίνει τώρα η πορεία ανοίγματος της οικονομίας, με προσεκτική, σταδιακή, ελεγχόμενη άρση των μέτρων Covid-19 κατά Τσιόδρα. Όμως το οικονομικό άνοιγμα θα επιχειρηθεί σε πολλαπλά υπονομευμένο έδαφος. Πρώτα-πρώτα, η ίδια η έκταση της ύφεσης στην οποία ήδη περιέρχεται η ελληνική οικονομία είναι χωρίς προηγούμενο και μάλιστα όπως έρχεται μετά μια δεκαετία πτώσης της εποχής των μνημονίων: από την ψαλίδα 4%-8% της πρόγνωσης Τράπεζας της Ελλάδος ή εκείνης 5%-9% ΙΟΒΕ ή το 5%-11,1% του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής και μέχρι το 10% κατά ΔΝΤ ή το 2,9% ανά μήνα κατά ΟΟΣΑ, η βουτιά ζαλίζει.
Ύστερα, τα μέτρα που έχουν ληφθεί -και συνεχώς διευρύνονται- έχουν παρά τις διαβεβαιώσεις όριο. Τριπλό: είναι οι περιορισμένοι πόροι των δημόσιων οικονομικών, είναι η αδυναμία του λυγισμένου από NPLs τραπεζικού συστήματος, είναι η επίγνωση ότι το φόρτωμα με πρόσθετο χρέος απειλεί να οδηγήσει σε βάθος χρόνου (18μηνου;) σε νέο αδιέξοδο στις αγορές - όσο κι αν σήμερα αυτό παρακάμπτεται. (Γι’ αυτό και ο Κ. Μητσοτάκης πασχίζει η όποια ευρωπαϊκή στήριξη να είναι σε grants).
Όσο κι αν η Ελλάδα έχει γίνει παράδειγμα καλής διαχείρισης/best practice στο υγειονομικό πεδίο, μόλις προέκυψε το πρώτο εμπόδιο στις συζητήσεις με τους θεσμούς για το θέμα της προστασίας πρώτης κατοικίας και των πλειστηριασμών, αναδύθηκαν αρνητικά αντανακλαστικά «τρόικας»! Τα ίδια αντανακλαστικά προκύπτουν με τα οριζόντια μέτρα στήριξης, που ήδη «μαζεύονται», να είναι εφεξής στοχευμένα (μετά τον Μάιο). Ενώ το ίδιο ισχύει και προκειμένου περί της δανειακής στήριξης των επιχειρήσεων, καθώς η τραπεζική λειτουργία στη μεταμνημονιακή Ελλάδα έχει εκπέσει σε γραφειοκρατική τήρηση κανόνων. Και… μην παραβλέπεται η επιβαρυντική λειτουργία των δικαστικών αποφάσεων για τα αναδρομικά των συνταξιούχων.
Αν η πορεία της Ελλάδας στον δρόμο προς άνοιγμα της οικονομίας θα προχωρήσει σε παρόμοια κινούμενη άμμο, δεν είναι και τόσο ασφαλέστερη η πορεία της «ευρωπαϊκής απάντησης». Η Κορυφή των «27» της περασμένης εβδομάδας δεν οδήγησε μεν σε αποδοχή αδιεξόδου -το πολιτικό κεφάλαιο που έχει επενδυθεί στο ευρωπαϊκό εγχείρημα δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο-, αλλά το ντενεκεδάκι κλοτσήθηκε για παρακάτω. Με πλήθος οργανωτικά σχήματα στο τραπέζι. Και αντίστοιχα ερωτήματα.
Δείτε: Το Ταμείο Ανάκαμψης -όλο ενσωματωμένο στον Προϋπολογισμό της Ε.Ε., σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα αλλά εμπροσθοβαρές (δηλαδή 3ετές 2021-23, έναντι του 7ετούς MFF 2021-17), με ύψος-στόχο 300 δισ. ευρώ- θα προέλθει από πρόσθετες συνεισφορές κρατώ-μελών (πέραν τρύπας Brexit…) ή από προσφυγή σε δανεισμό με εγγυήσεις των ως άνω κρατών-μελών; Πώς θα συσχετίζεται με την Πρωτοβουλία Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας - μετενσάρκωση του BICC/ (Εργαλείο του Προϋπολογισμού για Σύγκλιση και Ανταγωνιστικότητα) του CRI (Εργαλείο Μεταρρυθμίσεων), που ήδη είχε συζητηθεί το 2019 αλλά με τάξη μεγέθους τα 20 δισ., ενώ τώρα αναφέρονται 400 δισ.; Θα τηρηθεί μια λογική χρηματοδότησης αντιστρόφως ανάλογη προς την οικονομική ισχύ των δικαιούχων κρατών, πλην με απαίτηση εθνικών πόρων για 25% συγχρηματοδότηση; Πώς θα καλύπτονται οι χώρες Ε.Ε. που δεν είναι μέλη της Ευρωζώνης; Ακόμη πιο σημαντικό; ο Προϋπολογισμός Ε.Ε. (αναλήψεις υποχρεώσεων) είναι κάπου 176 δισ. ευρώ, αυτό δίνει ορίζοντα 3ετίας γύρω στα 500 δισ., MFF 7ετίας στο 1,2 τρισ. ευρώ. Πόσα λοιπόν ποσά θα είναι νέα, πόσα μετακινήσεις ή αναβαπτίσεις κωδικών; Πώς/πότε θα περάσουν όλα αυτά από τα εθνικά Κοινοβούλια;
Ούτως ή άλλως, από την αρχή την πραγματική ευθύνη συγκράτησης της ελεύθερης πτώσης των ευρωπαϊκών οικονομιών ανέλαβε η ΕΚΤ - κι ας ξεκίνησε με στραβοπάτημα η Κριστίν Λαγκάρντ, όταν είπε (αλλ’ έσπευσε να το διορθώσει) ότι δεν περιλαμβανόταν στην αποστολή της Τράπεζας η συγκράτηση των spreads των ομολόγων των χωρών της Ευρωζώνης (άρα… ακάλυπτη η Ιταλία που ήδη οι αγορές κοιτούσαν δύσπιστα). Πράγματι, η ad hoc κορονο-επέκταση του QE αντί για τα αρχικά 120 δισ. πήγε στα 750 δισ. ύστερα, με αφορμή την ελληνική περίπτωση, υπήρξε απομάκρυνση από την απαίτηση για «επενδυτική βαθμίδα» των κρατικών χαρτιών που θα είναι επιλέξιμα.
Τελικά, η ΕΚΤ αποτίναξε (για την ώρα) πλήρως και για όλους αυτόν τον όρο, αποδεχόμενη και junk bonds στο παράθυρό της. (Κάποιοι βιάστηκαν να γιορτάσουν «το τέλος της δυναστείας των rating agencies». Όμως το ταμπού του χρέους δεν έχει ακόμη ξηλωθεί στη γερμανική Ευρώπη.) Πάντως, η ίδια η Κριστίν Λαγκάρντ, απευθυνόμενη στους ηγέτες των «27», τους εγκάλεσε για too little, too late στη δημοσιονομική πλευρά των μέτρων αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας του Covid-19.