Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Να σταματήσει τη φιλολογία - που η ίδια άνοιξε- περί σταδιακής άρσης των περιορισμών και ανοίγματος των σχολείων προσπαθεί τώρα η κυβέρνηση, φοβούμενη ότι δίνεται λάθος μήνυμα στην κοινή γνώμη στην κρίσιμη εβδομάδα του Πάσχα. Την ίδια στιγμή, προσπαθεί να «κόψει» και τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών τον Σεπτέμβριο, τα οποία «χρεώνει» στην αντιπολίτευση, αν και έχουν αντικειμενική βάση.
Ακολουθώντας τις συμβουλές των ειδικών της επικοινωνίας, που προειδοποιούσαν για «μαζική κόπωση» από τα μέτρα, τις περασμένες ημέρες η κυβέρνηση επιχείρησε να δείξει «φως στο τούνελ» ξεκινώντας μία συζήτηση για σταδιακή άρση των περιορισμών μετά τις 27 Απριλίου, που είναι η τελευταία μέρα των περιορισμών που έχουν ανακοινωθεί.
Υπήρξαν ενστάσεις σε αυτήν την πρωτοβουλία, οι πληροφορίες μιλούν για προβληματισμό του καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα που με βάση τη χθεσινή δημοσκόπηση της Marc για τον Alpha απολαμβάνει ποσοστό αποδοχής πάνω από 94% αλλά και του υφυπουργού Νίκου Χαρδαλιά που επίσης τον αποδέχεται η κοινή γνώμη σε ποσοστό 84%. Ενστάσεις υπήρξαν και για τον κίνδυνο να υπάρξει χαλάρωση αν η κυβέρνηση αρχίζει να μιλά για σταδιακή χαλάρωση των μέτρων, αλλά κυρίως για το timing, καθώς πολλοί εντός του κυβερνητικού επιτελείου πιστεύουν ότι η κυβέρνηση έπρεπε να αφήσει πρώτα να περάσει η δύσκολη εβδομάδα του Πάσχα και μετά να αρχίζει να στέλνει μηνύματα για σταδιακή άρση.
Διαφωνίες υπήρχαν και υπάρχουν και για το άνοιγμα των σχολείων. Υπάρχουν στελέχη εντός του κυβερνητικού και του κομματικού μηχανισμού που θεωρούν ότι τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν τελευταία, στελέχη που προτείνουν – με προϋπόθεση ότι η καμπύλη του COVID – 19 δεν θα αλλάξει - να λειτουργήσει τον Μάιο μόνο η Γ΄ Λυκείου για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις και στελέχη που θέλουν να ανοίξει πρώτα το Δημοτικό γιατί αν ανοίξουν τα καταστήματα, τα μαγαζιά, τα εργοστάσια, οι δουλειές, τότε οι γονείς δεν θα έχουν πού να αφήσουν τα παιδιά τους.
Το χθεσινό μήνυμα τόσο από τον κ. Τσιόδρα όσο και από τον κ. Χαρδαλιά ήταν ότι όλα αυτά είναι νωρίς για να συζητούνται, ωστόσο στη δημόσια συζήτηση τα έβαλε η ίδια η κυβέρνηση, με τον πλέον επίσημο τρόπο, δηλαδή τις παρεμβάσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου κ. Πέτσα, ο οποίος προφανώς και δεν λειτουργεί αυτοβούλως.
Η άκαιρη συζήτηση και το υπαρκτό δίλημμα των πρόωρων εκλογών
Μαζί με όλα αυτά, η κυβέρνηση προσπαθεί να βάλει «φρένο» για στα σενάρια περί πρόωρων εκλογών, τα οποία «χρεώνει» στην αξιωματική αντιπολίτευση.
Η αλήθεια είναι ότι η σχετική συζήτηση ξεκίνησε από την Κουμουνδούρου – η «Ν» έχει γράψει σχετικά – με βάση τις εκτιμήσεις των συνεργατών του κ. Τσίπρα ότι η διαφορά ασφαλείας στις δημοσκοπήσεις υπέρ της Ν.Δ. και ο φόβος της κυβέρνησης εν όψει μίας μακράς περιόδου οικονομικής ύφεσης την επόμενη ημέρα του ορατού τέλους της κρίσης της δημόσιας υγείας, οδηγούν αντικειμενικά τον πρωθυπουργό σε υπαρκτό δίλημμα για τη διενέργεια πρόωρων εκλογών τον Σεπτέμβριο.
Τις πρώτες ημέρες οι διαψεύσεις δεν ήταν ηχηρές εκ μέρους της κυβέρνησης, ενώ μία αναφορά του πρωθυπουργού περί λογοδοσίας που πρέπει να ενισχυθεί μόλις τελειώσει η έκτακτη κατάσταση, λειτούργησε ως επιβεβαίωση των εκτιμήσεων του ΣΥΡΙΖΑ.
«Ή δεν ξέρει τι έρχεται, ή σχεδιάζει να δραπετεύσει. Το τηλεοπτικό μήνυμα ήταν προεκλογικό» είπε χθες βράδυ ο Αλέξης Τσίπρας στο Kοntra news σχετικά με το θέμα και τις προθέσεις του Πρωθυπουργού. Δύσκολα ωστόσο μπορεί να κρύψει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, συνολικά ως μηχανισμός και όχι μόνο ο ίδιος, φωνάζει για πρόωρες εκλογές επειδή προσπαθεί να τις «κάψει». Όσον αφορά το επιχείρημα περί «απόδρασης», με 23,3 ποσοστιαίες μονάδες στις δημοσκοπήσεις μπροστά από τον Αλέξη Τσίπρα (δημοσκόπηση Marc για τον Alpha 15/4), είναι λίγο δύσκολο να «αποδράσει» ο κ. Μητσοτάκης κάνοντας πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο.
Η ουσία σε αυτό το θέμα, βρίσκεται αλλού. Ο Πρωθυπουργός θα βρεθεί όντως ενώπιον υπαρκτού διλήμματος και μάλιστα με μεγάλο δέλεαρ. Με προϋπόθεση ότι θα τελειώσει ευνοϊκά για την κυβέρνηση, τον ίδιο και κυρίως την ελληνική κοινή γνώμη η κρίση στην υγεία, ένα restart και μάλιστα πριν από μία μακρά περίοδο ύφεσης και νέας δοκιμασίας της ελληνικής οικονομίας, είναι αντικειμενικά βασική επιλογή. Πολύ περισσότερο αν μπορεί με αυτόν τον τρόπο να «τελειώσει» και την απλή αναλογική αλλά και να βάλει τον βασικό του πολιτικό αντίπαλο σε πραγματική εσωκομματική δοκιμασία, βγάζοντάς τον εκτός συναγωνισμού για μεγάλο διάστημα. Υπάρχουν ωστόσο και ενστάσεις.
Πρώτον, η σκοπιμότητα «βγάζει μάτι» και μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ, ιδίως σε αυτήν την περίοδο. Οι πολίτες σε πολύ μεγάλο ποσοστό θεωρούν εντελώς άκαιρη τη συζήτηση περί πρόωρων εκλογών.
Δεύτερον, αν η Ν.Δ. συγκεντρώσει 45% κινδυνεύει να βρεθεί νέα κυβέρνηση με αδύναμη πλειοψηφία μόλις 151 βουλευτών και τον κ. Μητσοτάκη να ψάχνει την κίνηση για επαναληπτικές εκλογές και νέα εκλογική νίκη, με τον νέο εκλογικό νόμο για να πάρει ισχυρή πλειοψηφία.
Στον ΣΥΡΙΖΑ ωστόσο επιμένουν ότι ο κ. Μητσοτάκης σκέπτεται προς αυτήν την κατεύθυνση και δεν έχει πάρει τις οριστικές του αποφάσεις. Θυμούνται και τι έκανε ο κ. Τσίπρας τον Ιούλιο του 2015 όταν πήγε σε εκλογές τον Σεπτέμβριο, διαβεβαιώνοντας σύσσωμη την αντιπολίτευση για το αντίθετο και κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα…