Αυτές τις δύο εβδομάδες, έως τις 27 Απριλίου, έχουμε δώσει εντολή να συλλέξουν όλα τα συναρμόδια υπουργεία τις προτάσεις τους για τη στρατηγική εξόδου από τα περιοριστικά μέτρα για τον κορωνοϊό, είπε το απόγευμα της Μ. Δευτέρας στο Mega ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, υφυπουργός στον πρωθυπουργό, Στέλιος Πέτσας.
Μέχρι τότε θα έχουν ληφθεί οι αποφάσεις για το πότε και πώς θα εκκινήσει «η σταδιακή και μακρόσυρτη άρση των μέτρων».
«Τα έχουμε πάει εξαιρετικά, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών πειθαρχεί» είπε, ξεκαθαρίζοντας πάντως πως «εάν χρειαστεί, θα λάβουμε και πιο αυστηρά μέτρα».
Για την ελληνική οικονομία μετά την κρίση του κορωνοϊού, επισήμανε ότι σταδιακά «θα ανοίγουν τομείς της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας για κάποιους, ενώ για κάποιους θα παραμείνουν κλειστοί». Σύμφωνα με τον κ. Πέτσα, βάσει των δεδομένων «θα υφίστανται κάποιοι περιορισμοί έως τον Ιούνιο» και ως εκ τούτου «επέκταση των μέτρων στήριξης της οικονομίας». Τα μέτρα αυτά θα αφορούν την περίοδο από αρχές Μαΐου έως 15 Ιουνίου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ζήτησε αυτές τις δύο εβδομάδες όλοι οι Έλληνες να τηρήσουν τα περιοριστικά μέτρα. Θα υπάρχει, όπως είπε, έγκαιρη πληροφόρηση ποιοι τομείς θα ανοίξουν πρώτα και τι θα γίνει με τα σχολεία και τον τουρισμό.
«Από τις αρχές Μαΐου έως και τις 15 Ιουνίου θα υπάρχουν δραστηριότητες που θα ανοίξουν, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα έχουμε πισωγυρίσματα» τόνισε.
Ο κ. Πέτσας υπογράμμισε, τέλος, πως «από τις εισηγήσεις των ειδικών, ξέρουμε ότι θα υπάρχει ένα δεύτερο κύμα το φθινόπωρο».
Νωρίτερα, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών το μεσημέρι, ο κ. Πέτσας είχε δηλώσει πως για την επιστροφή στην κανονικότητα, «ασφαλώς προετοιμαζόμαστε. Εξετάζουμε τη στρατηγική της επιστροφής μας στο μέλλον. Δεν είμαστε, όμως, ακόμη εκεί. Τίποτα δεν έχει κριθεί οριστικά. Το μόνο βέβαιο είναι πως όσο πιο πιστά πειθαρχούμε στα περιοριστικά μέτρα, τόσο πιο γρήγορα θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση, σταδιακής και μακρόσυρτης, επιστροφής στην κανονικότητα. Τίποτα δεν θα γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Και βέβαια τον πρώτο λόγο θα έχουν - όπως γίνεται μέχρι σήμερα - οι ειδικοί. Πάντα με γνώμονα τη δημόσια υγεία και το συλλογικό καλό».