Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Με όλα αυτά που διαβάζουμε και με τον κορονοϊό δεν ησυχάζουμε, θυμηθήκαμε ότι για τους ιούς δεν μπορείς να κάνεις εκ των προτέρων σχεδόν τίποτα, διότι δεν μπορείς να ξέρεις ποιος ιός θα εμφανιστεί αύριο, ώστε να φτιάξεις προκαταβολικώς ένα φάρμακο. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να περιμένεις να εμφανισθεί ένας ιός και μετά να αρχίσεις τις προσπάθειες για μια θεραπεία. Το πρόβλημα αυτό δεν υφίσταται με τα βακτήρια και τα αντιβιοτικά, αν και τα βακτήρια γίνονται ανθεκτικά. Αν επιστρέψουμε στη λογική χρήση τους, πιθανότατα θα τα ξανακάνουμε δραστικά.
Εκείνο, όμως, που θυμηθήκαμε βασικά είναι το μάθημα του Σέμελβαϊς. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Ούγγρος γιατρός Ιγνάτιος Σέμελβαϊς καθιέρωσε στη μαιευτική κλινική του γενικού νοσοκομείου της Βιέννης τον πιο εύκολο και φθηνό τρόπο μείωσης των θανάτων από τον επιλόχειο πυρετό: το πλύσιμο των χεριών.
Είχε προηγηθεί μια απλή σύγκριση στα αποτελέσματα μεταξύ δύο κλινικών: Στη μία κλινική το προσωπικό αποτελούνταν από γιατρούς και φοιτητές Ιατρικής. Στην άλλη το προσωπικό ήταν μαίες. Στην κλινική με τις μαίες, το ποσοστό θνητότητας από επιλόχειο πυρετό ήταν τρεις φορές χαμηλότερο σε σχέση με την άλλη κλινική, στην οποία το ιατρικό προσωπικό συμμετείχε σε νεκροτομές και μετέφερε βακτήρια στις μητέρες. Αν και το θέμα της καθαριότητας αναφέρεται και σε αρχαία ελληνικά και λατινικά κείμενα, ο Σέμελβαϊς θεωρείται ο «πατέρας» της υγιεινής των χεριών. Μέχρι η Ιατρική του 21ου αιώνα να κάνει τη δουλειά, επιστρέφουμε στα παλιά. Στην επιχείρηση «Καθαρά χέρια» και στων επαφών τα μαχαίρια. Μακριά και αγαπημένοι, αυτοπεριορισμένοι, για να αναβάλουμε όσο το δυνατόν περισσότερο το «peak» της επιδημίας. Το ζήτημα δεν είναι ο απόλυτος αριθμός όσων κολλήσουν, αλλά η ταχύτητα, η οποία καθορίζει τον βαθμό στον οποίο το δημόσιο σύστημα υγείας μπορεί να αντεπεξέλθει.
Ας του δώσουμε χρόνο, όπως και στους ειδικούς. Μόνο αυτούς ν’ ακούς.