Φυσιολάτρες και περιπατητές που ανέβηκαν στο Παγγαίο διαπίστωσαν, λίγο μετά την έλευση του νέου χρόνου, ότι βραχογραφίες άνω των 3.000 ετών, καταστράφηκαν από αγνώστους με τη χρήση συρματόβουρτσας.
Όπως υποστηρίζουν αρχαιολόγοι, μελετητές και ιστοριοδίφες της περιοχής, παρότι η ταυτότητα των ανθρώπων που προξένησαν τις φθορές δεν είναι γνωστή, οι βραχογραφίες πιθανότατα καταστράφηκαν από χρυσοθήρες, που ψάχνουν συστηματικά στην περιοχή για θησαυρούς. Πιστεύουν ότι τα σχέδια αυτά αποτελούν σημάδια, που αντιστοιχούν σε κάποιον μυστικό χάρτη, ο οποίος σχετίζεται με κάποιο είδος κρυμμένου θησαυρού. Έτσι λοιπόν τα καταστρέφουν για να μειώσουν τις πιθανότητες κάποιοι άλλοι να οδηγηθούν στο θησαυρό. Στην πραγματικότητα βέβαια, οι περίφημες αυτές βραχογραφίες είναι σχέδια σκαλισμένα πάνω σε γρανίτη ή ασβεστόλιθο, τα οποία μπορεί κάποιος να τα θαυμάσει από κοντά σε ορεινές περιοχές του Παγγαίου, πολύ κοντά μάλιστα και σε οικισμούς. Οι βραχογραφίες αυτές ανακαλύφθηκαν το 1966 από τον Καθηγητή του ΑΠΘ, Νικόλαο Μουτσόπουλο, ο οποίος τις μελέτησε και έκανε σχετικές αναφορές. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, εκατοντάδες από αυτές βρίσκονται απροστάτευτες, εκτεθειμένες, χωρίς να υπάρχει καμία μέριμνα, αφού δεν αποτελούν αρχαιολογικό χώρο, άρα δε φυλάσσονται.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, οι παλαιότερες από τις βραχογραφίες ανάγονται στην όψιμη εποχή του χαλκού (περί την 3η χιλιετία π.Χ.), ενώ οι νεότερες φθάνουν μέχρι και τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Σε αυτές απεικονίζονται στιγμές από την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζούσαν στην περιοχή -Θράκες στην καταγωγή. Σηματοδοτούσαν σημεία για λατρευτικούς σκοπούς ή έδιναν πληροφορίες για την καθημερινότητα εκείνων των ανθρώπων όπως το κυνήγι ή η εύρεση νερού -για τον λόγο αυτό και οι αναπαραστάσεις σχετίζονται με διάφορα ζώα όπως ελάφια, ζαρκάδια, λύκοι, αλεπούδες και σκύλοι.