Αναποτελεσματική η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ

ΑΠΟΨΗ
Δευτέρα, 10 Δεκεμβρίου 2007 11:16
A- A A+

ΠΟΛΛΕΣ από τις σημερινές εμπόλεμες ζώνες, συμπεριλαμβανομένου του Αφγανιστάν, της Αιθιοπίας, του Ιράν, του Ιράκ, του Πακιστάν, της Σομαλίας και του Σουδάν, αντιμετωπίζουν καίρια προβλήματα, τα οποία πηγάζουν από τις συγκρούσεις τους.

Όλα τα εν λόγω κράτη είναι φτωχά, πλήττονται από φυσικές καταστροφές- ιδιαίτερα πλημμύρες, ξηρασίες και σεισμούς- και παράλληλα ο πληθυσμός τους αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς, γεγονός που καθιστά το κράτος ανίκανο να θρέψει όλους τους πολίτες. Παράλληλα η αναλογία των νέων είναι υψηλή με διογκωμένο τον αριθμό των νέων ανδρών που βρίσκονται σε στρατεύσιμη ηλικία (15-24 ετών).

Όλα αυτά τα προβλήματα μπορούν να λυθούν μόνο μέσω μακροπρόθεσμης σταθερής οικονομικής ανάπτυξης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιμένουν ωστόσο να αντιμετωπίζουν κάθε σύγκρουση με στρατιωτικά μέσα. Υποστηρίζουν τον στρατό της Αιθιοπίας στη Σομαλία. Έχουν καταλάβει το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Απειλούν να βομβαρδίσουν το Ιράν. Υποστηρίζουν το στρατιωτικό καθεστώς στο Πακιστάν.

Καμία από αυτές τις στρατιωτικές ενέργειες δεν βοηθά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, που τελικά οδηγούν στη σύγκρουση. Αντίθετα, οι πολιτικές που ακολουθεί η Αμερική συνήθως πυροδοτούν περισσότερο την κατάσταση παρά την επιλύουν.

Με το πέρασμα του χρόνου, αυτή η προσέγγιση έχει σαν αποτέλεσμα να παγιδεύσει την ίδια την Αμερική. Οι ΗΠΑ υποστήριζαν τον Σάχη στο Ιράν στέλνοντας μαζικούς στρατιωτικούς εξοπλισμούς, οι οποίοι έπεσαν στα χέρια της Επαναστατικής Κυβέρνησης της χώρας μετά το 1979. Οι ΗΠΑ μετά στήριξαν τον Σαντάμ Χουσεΐν στην επίθεσή του στο Ιράν.

Στη συνέχεια υποστήριξαν τον Οσάμα μπιν Λάντεν στο Αφγανιστάν που μαχόταν κατά των Σοβιετικών, μέχρι τη στιγμή που τάχθηκαν κατά του ίδιου του μπιν Λάντεν. Από το 2001 οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τον Περβέζ Μουσάραφ στο Πακιστάν, έχοντας προσφέρει ως βοήθεια περισσότερα από 10 δισ. δολάρια και τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουν μία ασταθή κυβέρνηση που μόλις που επιβιώνει.

Η αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι τόσο αναποτελεσματική, καθώς χαράσσεται από τη στρατιωτική ηγεσία. Η μεταπολεμική αναδιάρθρωση στο Ιράκ υπό την αμερικανική κατοχή ελεγχόταν από το Πεντάγωνο και όχι από πολιτικές υπηρεσίες.

Ο αμερικανικός στρατιωτικός προϋπολογισμός υπερισχύει συγκριτικά με όλα τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Προσθέτοντας στον προϋπολογισμό του Πενταγώνου, τους πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, τα προγράμματα πυρηνικών όπλων και τις στρατιωτικές δραστηριότητες του υπουργείου Εξωτερικών, εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ έχουν δαπανήσει περίπου 800 δισ. δολάρια το τρέχον έτος σε θέματα ασφαλείας, συγκριτικά με τα 20 δισ. δολάρια που έχουν ξοδευτεί για την οικονομική ανάπτυξη.

Σε ένα εκπληκτικό άρθρο, για την αμερικανική βοήθεια που έχει προσφερθεί στο Πακιστάν κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπους, του Κρεγκ Κόεν και του Ντέρεκ Κολέτ, παρουσιάζεται η καταστροφική φύση της στρατικοποιημένης προσέγγισης, ακόμα και πριν την ασταθή κυβέρνηση του Μουσάραφ.

Το άρθρο δείχνει ότι ενώ το Πακιστάν αντιμετωπίζει τεράστια οικονομικά, περιβαλλοντικά και πληθυσμιακά προβλήματα, το 75% των 10 δισ. δολαρίων έχει προσφερθεί για το στρατό της χώρας, προκειμένου να μπορέσει το Πακιστάν να συμβάλλει στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας και παράλληλα να αγοράσει F-16 και άλλα συστήματα όπλων.

Το 16% της αμερικανικής χρηματικής βοήθειας έχει διατεθεί απευθείας για τον προϋπολογισμό του Πακιστάν. Για αναπτυξιακούς και ανθρωπιστικούς λόγους διατέθηκε μόλις το υπόλοιπο 10%. Η ετήσια αμερικανική βοήθεια για την εκπαίδευση στο Πακιστάν διαμορφώθηκε στα 64 εκατομμύρια δολάρια, δηλαδή 1,16 δολάρια για κάθε παιδί σχολικής ηλικίας.

Οι αρθρογράφοι παρατήρησαν ότι «η αμερικανική στρατηγική που ακολουθείται στο Πακιστάν άρχισε από πολύ νωρίς από ένα στενό κύκλο της κυβέρνησης Μπους και στη συνέχεια επικεντρώθηκε η προσοχή περισσότερο στις πολεμικές δραστηριότητες και έμειναν στο περιθώριο οι εσωτερικές υποθέσεις της χώρας».

Την ίδια στιγμή επεσήμαναν ότι η διαχείριση των ΗΠΑ σχετικά με το Πακιστάν μπορεί να θεωρηθεί «στρατιωτικοποιημένη και κεντροποιημένη», δίνοντας ελάχιστη προσοχή στις επιθυμίες της πλειοψηφίας του πακιστανικού λαού. Αναφέρουν μάλιστα τις δηλώσεις του Μπους: «Όταν με κοιτάει ο Μουσάραφ στα μάτια και λέει ότι δεν θα υπάρχει στο μέλλον ούτε Ταλιμπάν ούτε Αλ Κάιντα, μπορώ να μην τον πιστέψω;»

Αυτή όμως η στρατιωτικοποιημένη προσέγγιση ουσιαστικά οδηγεί τον κόσμο σε μία δίνη βίας και συγκρούσεων. Κάθε νέο όπλο που κατασκευάζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και είτε πωλείται είτε απλά παρέχεται σε μία περιοχή, αυξάνει τις πιθανότητες για έναν επικείμενο πόλεμο και παράλληλα η Αμερική πρέπει να σκεφτεί ότι αυτά τα όπλα μπορεί κάποια στιγμή να στραφούν εναντίον της.

Κανένας όμως από αυτούς τους τρόπους δεν συμβάλλει στην καταπολέμηση της φτώχειας, της υψηλής θνησιμότητας, της λειψυδρίας και της έλλειψης βιοποριστικών μέσων σε ορισμένες περιοχές του Πακιστάν. Αυτά τα μέρη είναι γεμάτα με ανθρώπους που πρέπει να αντιμετωπίζουν ανεπαρκείς βροχοπτώσεις και άγονους βοσκοτόπους.

Η κυβέρνηση Μπους όμως δεν έχει καταφέρει να αναγνωρίσει αυτά τα θεμελιώδη δημογραφικά και περιβαλλοντικά προβλήματα, καθώς τα 800 δισ. δολάρια δεν έχουν διατεθεί για την ύδρευση του Αφγανιστάν, του Πακιστάν, του Σουδάν και της Σομαλίας και γι'αυτό δεν πρόκειται να επέλθει ειρήνη. Αντί να βλέπουν τους πραγματικούς καθημερινούς ανθρώπους, οι ΗΠΑ βλέπουν σε κάθε γωνιά του δρόμου έναν τρομοκράτη.

Ένας πιο ειρηνικός κόσμος θα ήταν εφικτό να υπήρχε μόνο εάν οι Αμερικανοί άρχιζαν να βλέπουν τις καταστάσεις μέσα από τα μάτια των υποτιθέμενων εχθρών και συνειδητοποιούσαν ότι οι σημερινές συγκρούσεις έχουν προκύψει λόγω της απελπισίας και της απόγνωσης.

Τα προβλήματα αυτά μπορούν να λυθούν μόνο μέσω της οικονομικής ανάπτυξης. Παράλληλα θα έχουμε ειρήνη εάν κάνουμε πράξη τα λόγια που είπε ο πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντι λίγους μήνες πριν πεθάνει: «Σε τελική ανάλυση το μόνα κοινά στοιχεία που έχουμε όλοι μεταξύ μας είναι ότι κατοικούμε σε αυτόν τον πλανήτη, αναπνέουμε τον ίδιο αέρα, ενδιαφερόμαστε για το μέλλον των παιδιών μας και όλοι είμαστε θνητοί».

ΤΖΕΦΡΙ ΝΤ. ΣΑΚΣ, Οικονομολόγος, Διευθυντής του Earth Institute στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.

Copyright: Project Syndicate, 2007

Προτεινόμενα για εσάς