Της Ανθής Αγγελοπούλου
Απογοήτευση είναι η λέξη που χαρακτηρίζει τους περισσότερους από τους εμπλεκόμενους στο χώρο του φαρμάκου καθώς, σύμφωνα με τα όσα ακούγονται στην αγορά, η πολιτική που φαίνεται ότι προτίθεται να ακολουθήσει το υπουργείο Υγείας θα τους δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα.
Σύμφωνα με επιστολή που εστάλη στον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα με κοινοποίηση της ηγεσία του υπουργείου Υγείας και τον ίδιο τον πρωθυπουργό από το Φαρμακευτικό Φόρουμ του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ Pharmaceutical Forum Team – ΕphForT) επισημαίνεται το πόσο καταστροφική μπορεί να αποβεί η νέα φαρμακευτική πολιτική.
Οι υπεύθυνοι της αγοράς ζητούν επιμόνως να δοθεί έμφαση μεν στις διαθρωτικές αλλαγές οι οποίες έχουν ήδη καθυστερήσει πολύ, ωστόσο, όπως λένε, αυτές πρέπει να αφορούν πρωτίστως την εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων, τη χρήση του ηλεκτρονικού φακέλου για τον ασθενή και φυσικά την επέκταση της διασύνδεσης της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.
Αναφορικά με το φάρμακο και τους προϋπολογισμούς δαπανών που έχουν καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια και οι οποίοι, τους δημιουργούν σημαντικά προβλήματα, κύκλοι της αγοράς φαρμάκου λένε ότι αυτοί ξεκίνησαν σε μια δύσκολη μεν συγκυρία όπου ορίσθηκαν εντελώς αυθαίρετα, χωρίς να ληφθούν υπόψη σημαντικοί παράμετροι όπως είναι το επιδημιολογικό προφίλ του πληθυσμού. Από τότε, έχουν αλλάξει πολλά και η πρόσβαση στις θεραπείες έχει διευρυνθεί χωρίς όμως, να έχει ενισχυθεί καθόλου ο προϋπολογισμός.
Για παράδειγμα εφαρμόστηκε καθολική πρόσβαση στο φάρμακο, ενώ, προστέθηκαν πάνω από 200.000 νέα ΑΜΚΑ και συγχρόνως καταβάλλεται προσπάθεια αύξησης της εμβολιαστικής κάλυψης. Ο προϋπολογισμός όμως της φαρμακευτικής δαπάνης από το 2016 που ήταν 1.945 δισ. ευρώ παραμένει ίδιος όλα αυτά τα χρόνια μέχρι σήμερα.
Το δε clawback για τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται κάθε χρόνο με αποτέλεσμα από τα 451 εκατ. ευρώ το 2016, τα 478 εκατ. το 2017, ανέβηκε στα 572 εκατ. το 2018 και στα ύψη το 2019 αφού έχει μέχρι στιγμής φτάσει στα 810 εκατ. ευρώ.
Ο προϋπολογισμός για τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη ξεκίνησε με 523 εκατ. ευρώ το 2016, με το 2017 να είναι στα 498 εκατ. ευρώ, το 2018 στα 468 εκατ. και σήμερα αντί να έχει ανέβει αρκετά μόλις και μετά βίας φτάνει τα 513 εκατ. ευρώ.
Και το clawback αυτά τα χρόνια για τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη ξεκίνησε από τα 154 εκατ. το 2016, πήγε στα 199 εκατ. το 2017, ανέβηκε στα 279 εκατ. το 2018 και εκτινάχθηκε κυριολεκτικά το 2019 και μέχρι σήμερα είναι στα 400 εκατ. ευρώ.
Ο δε προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ για τη φαρμακευτική δαπάνη της κατηγορίας φαρμάκων Α1 ξεκίνησε από 67 εκατ. το 2016, ανέβηκε λίγο το 2017 στα 82 εκατ. όπου και παρέμεινε σταθερός το 2018 και το 2019 δυστυχώς κατακρημνίστηκε κάτω και από τα χρήματα του 2016 και πήγε στα 56 εκατ. ευρώ. Το clawback όμως για την κατηγορία αυτή από τα 42 εκατ. του 2016 πήγε στα 55 εκατ. το 2017, ανέβηκε στα 65 εκατ. το 2018 και το 2019 κορυφώθηκε φτάνοντας μέχρι τώρα στα 102 εκατ. ευρώ.
Στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη η συνολική υπέρβαση (Clawback μόνο) για το 2019 εκτιμάται (από τον ίδιο τον ΕΟΠΥΥ) ότι θα φτάσει στο 42% του προϋπολογισμού, ενώ στη φαρμακευτική δαπάνη για τα προϊόντα ΦΥΚ 1Α που διανέμονται από τα φαρμακεία ΕΟΠΥΥ η υπέρβαση (Clawback μόνο) εκτιμάται στο 182% καταδεικνύοντας την πλήρη αποτυχία στον έλεγχο και στον ορισμό των προϋπολογισμών.
Όπως αναφέρει η επιστολή, « Ένας προϋπολογισμός, ο οποίος δεν επιτυγχάνεται μέσα σε κάποια λογικά όρια +/- 15% είναι εκ των πραγμάτων αποτυχημένος και ως προς τον έλεγχό του και ως προς την πρόβλεψή του».
Οι άνθρωποι της αγοράς φαρμάκου κρούουν κυριολεκτικά τον κώδωνα του κινδύνου καθώς όπως λένε, τα ποσά αυτά είναι εξωπραγματικά και να σκεφτεί κανείς, ότι ακόμα δεν έχει κλείσει το έτος 2019 και συνεπώς θα αυξηθούν κι άλλο οι επιστροφές. Μιλούν για μη βιωσιμότητα του κλάδου, με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τον ασθενή και την ίδια την αγορά γενικότερα.
Όπως αναφέρουν μάλιστα κάποιοι εξ αυτών, δεν μπορούμε να μιλάμε για επενδύσεις και καινοτομία όταν η αγορά στενάζει οικονομικά, δεν υπάρχει σταθερό πλαίσιο και η βιωσιμότητα μια επιχείρησης καταντά να γίνεται αγώνας δρόμου και ίσως εφιάλτης για κάποιες. Οι επιχειρηματίες για να προχωρήσουν θέλουν, τόσο η Πολιτεία όσο και το υπουργείο Υγείας να τους διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του κλάδου και αυτοί είναι διατεθειμένοι σύμφωνα με τα λεγόμενα τους, να «ρίξουν» χρήματα στην ελληνική αγορά προκειμένου να αξιοποιηθούν κλάδοι όπως οι κλινικές μελέτες, οι οποίες αναμένεται να αυξήσουν την εισροή χρημάτων στη χώρα μας. Επιπλέον, θα στηρίξουν τη τεχνογνωσία σε ερευνητικό επίπεδο, θα βοηθήσουν στην εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας και το πιο σημαντικό θα ενισχύσουν την παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων στην Ελλάδα.