Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Αν και δεν είναι καθόλου πληκτικό, έχει τη μελαγχολία των πραγμάτων που τελειώνουν...
Ο λόγος για το «τέλος εποχής» του Μάριο Ντράγκι, του κορυφαίου κεντρικού τραπεζίτη της Ευρωζώνης, που παραδίδει τα ηνία στην Κριστίν Λαγκάρντ στο τέλος του μηνός, έπειτα από μία θυελλώδη πορεία στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) που άρχισε τον Νοέμβριο του 2011 και εμπεριέχει μεγάλες κρίσεις, διάσημες φράσεις, δικαστικούς αγώνες, προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης και ένα ρήγμα που βαθαίνει ολοένα και περισσότερο.
Η τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ την επόμενη Πέμπτη δεν θα είναι ωστόσο ένας «φόρος τιμής» στον άνθρωπο στον οποίο πιστώθηκε η διάσωση του ευρώ. Οι μνήμες από την περίφημη φράση του, που δύσκολα θα ξεχαστεί, «θα κάνω ό,τι χρειαστεί» στο αποκορύφωμα της κρίσης τον Ιούλιο του 2012, ξεθωριάζουν, καθώς ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη συνεχίζει να απέχει παρασάγγας από τον στόχο 2% της ΕΚΤ, που ούτε και τα επόμενα χρόνια θα προσεγγίσει.
Πολύ περισσότερο, οι διαμορφωτές πολιτικής της ΕΚΤ ουδέποτε ήταν περισσότερο διηρημένοι, καθότι ο τελευταίος γύρος ποσοτικής χαλάρωσης του Ντράγκι απέτυχε να εξασφαλίσει την υποστήριξη του ενός τρίτου των μελών του δ.σ. στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου. Η ΕΚΤ δεν πρόκειται να αιφνιδιάσει ή να κάνει κάποια νέα ανακοίνωση στην επικείμενη συνεδρίαση, όμως ο Ντράγκι, τον οποίο θα διαδεχθεί την 1η Νοεμβρίου η Κριστίν Λαγκάρντ, θα κληθεί να δώσει ξανά εξηγήσεις γι’ αυτό το διχασμό στην τελευταία του συνέντευξη Τύπου.
Θα ήταν πραγματικά ενδιαφέρον να έχουμε μία τελευταία αίσθηση από τον ίδιο για το μέγεθος αυτής της σύγκρουσης στους κόλπους του δ.σ. και μέχρι ποιο βαθμό θα περιορίσει τα περιθώρια ελιγμών της ΕΚΤ. Και δεν είναι μόνο τα παραδοσιακά «γεράκια», συμπεριλαμβανομένων των διοικητών των κεντρικών τραπεζών Γερμανίας, Ολλανδίας και Γαλλίας, που αμφισβητούν τη σοφία του προγράμματος αγοράς ομολόγων 2,6 τρισ. ευρώ της ΕΚΤ. Περίπου το 95% των οικονομολόγων που συμμετείχαν σε έρευνα του Reuters θεωρούν ότι η δέσμη μέτρων της ΕΚΤ δεν θα συμβάλει στην αύξηση του πληθωρισμού κοντά στον στόχο.
Το θέμα είναι ότι ορισμένοι εκ των βασικών παραγόντων που συγκρατούν την άνοδο των τιμών είναι εκτός του ελέγχου της ΕΚΤ. Πρώτον, οι μισθοί στην Ευρωζώνη παραμένουν συγκρατημένοι από τον διεθνή ανταγωνισμό και την αυτοματοποίηση και δεύτερον, η Ευρωζώνη στηρίζεται στις εξαγωγές της για το μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξής της και αυτή τη στιγμή υπόκειται στην έκβαση του εμπορικού πολέμου. Ενδεχομένως, οι έριδες στους κόλπους της ΕΚΤ να μετριάζονταν με μία συμβολή της δημοσιονομικής πολιτικής. Με ποιο τρόπο θα μπορούσε να γίνει αυτό, άγνωστο, αλλά άκρως αναγκαίο. Ας ελπίσουμε, όμως, ότι «το γλυκό έρχεται πάντα στο τέλος».